Αυξήθηκαν κατά 80% οι γεννήσεις μωρών με χαμηλό βάρος στην Ελλάδα – Ποιες είναι οι αιτίες [μελέτη]

  • Ελισάβετ Σταύρου
λιποβαρή νεογέννητα στην Ελλάδα
Μια νέα μελέτη Ελλήνων επιστημόνων, απκαλύπτει τα τραγικά υψηλά ποσοστά γεννήσεων λιποβαρών μωρών στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.

Από το 1980 μέχρι και το 2023, οι γεννήσεις λιποβαρών μωρών, δηλαδή νεογέννητων με χαμηλό βάρος, στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 80%, όπως έδειξε η νέα ελληνική μελέτη.

Το χαμηλό βάρος γέννησης είναι ένας κρίσιμος καθοριστικός παράγοντας της νεογνικής και βρεφικής θνησιμότητας και σχετίζεται με αρκετές μακροπρόθεσμες δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία. Υπενθυμίζεται ότι, η φετική Παγκόσμια Ημέρα Υγείας, η οποία τιμάται σήμερα 7 Απριλίου, έχει ως κεντρικό μήνυμα τη σημασία της υγείας των μητέρων και των βρεφών για ένα «ελπιδοφόρο και υγιές μέλλον».

Αυτή η μελέτη ανέλυσε επίσημα στοιχεία για τις γεννήσεις στην Ελλάδα από το 1980 έως το 2023 ελήφθησαν από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), με βάση αρχεία πιστοποιητικών γέννησης.

Συνολικά, οι ερευνητές ανέλυσαν 4.593.229 γεννήσεις, τις οποίες κατηγοριοποίησαν κατά βάρος γέννησης. Η μελέτη από τον Νικόλαο Βλαχάδη, Δήμο Σιούτη, Χρυσή Χριστοδουλάκη, Νικόλαο Μαχαιριώτη, Δημήτρη Παναγιωτόπουλο, Κωνσταντίνο Λούη, Μαρία Σιώρη, Αμαλία Κουτσούκου, Αναστασία Μπαραμπούνη και Περικλή Παναγόπουλο, από τα νοσοκομεία «Αττικόν», Καλαμάτας, Κυπαρισσίας και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Cureus».

Το βάρος κατά τη γέννηση είναι κατά μέσο όρο 3.400 γραμμάρια, με το κανονικό εύρος να εκτείνεται από τα 2.500 γραμμάρια μέχρι τα 4.300 γραμμάρια.

Ως λιποβαρή θεωρούνται τα παιδιά που έχουν χαμηλό βάρος κατά τη γέννηση ή/και χαμηλό ύψος σε σύγκριση με τις φυσιολογικές τιμές, δηλαδή κάτω από 2 κιλά.

Δείτε επίσης: «Μικραίνει» η Ελλάδα: Περισσότερους θανάτους από γεννήσεις κατέγραψε το 2023 η ΕΛΣΤΑΤ

Τα μωρά αυτά έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο αναπνευστικών διαταραχών, εγκεφαλικής αιμορραγίας, καρδιακών ελαττωμάτων, νόσων των ματιών, μόλυνσης και υπανάπτυξης ήπατος στα πρώτα στάδια της ζωής. Κατά την εφηβεία και την ενήλικη ζωή, αυτά τα παιδιά είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν ασθένειες απειλητικές για τη ζωή όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, οι καρδιαγγειακές παθήσεις και η υψηλή αρτηριακή πίεση. Έχουν επίσης μεγαλύτερο κίνδυνο παχυσαρκίας και νοητικής υστέρησης.

Τι έδειξε η μελέτη

Κατά την περίοδο 1980-2023, το ποσοστό χαμηλού βάρους κατά την γέννηση αυξήθηκε κατά 80%, με σημαντικές ανοδικές τάσεις τις δεκαετίες του 1990 και του 2000.

Ενώ τα συνολικά ποσοστά είχαν σταθεροποιηθεί μέχρι το 2010, παρατηρείται μια συνεχής αύξηση του ποσοστού των νεογνών με χαμηλό βάρος γέννησης, τα οποία αντιμετωπίζουν τον υψηλότερο κίνδυνο ανεπιθύμητων εκβάσεων.

Πιο αναλυτικά, κατά τη δεκαετία του 1980, τα ποσοστά χαμηλού βάρους κατά τη γέννηση παρέμειναν σχετικά σταθερά σε χαμηλά επίπεδα.

Δείτε επίσης: Γεννήσεις: Μετά τα 40 αποκτά πλέον παιδί μία στις 12 Ελληνίδες

Ωστόσο, από το 1990 έως το 2010, το ποσοστό αυξήθηκε απότομα, με αύξηση κατά 2,3% ετησίως. Μεταξύ 2010 και 2023, η ανοδική τροχιά σταθεροποιήθηκε, αλλά ο ρυθμός παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα, χωρίς καμία ένδειξη πτώσης.

Από το 2008, τα στοιχεία παρέμειναν σταθερά πάνω από το 9%, και τα τελευταία δύο χρόνια (2022 και 2023), ξεπέρασαν το 10%.

Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου

Οι παράγοντες που επηρεάζουν το βάρος ενός μωρού στην γέννηση, σύμφωνα με τους επιστήμονες, περιλαμβάνουν ακραίες μητρικές ηλικίες (εφηβική εγκυμοσύνη και προχωρημένη ηλικία της μητέρας), πολύδυμες κυήσεις, μαιευτικές επιπλοκές, χρόνιες παθήσεις, λοιμώξεις και κακή διατροφή της μητέρας.

Η Ελλάδα έχει υψηλό ποσοστό γεννήσεων από μητέρες σε προχωρημένη ηλικία, γεγονός που αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου, όπως τονίζουν οι συγγραφείς της μελέτης.

Ανάμεσα στις πιο κοινές αιτίες, πέρα από τον πρόωρο τοκετό, είναι και το σύνδρομο υπολειπόμενης ενδομήτριας ανάπτυξης, όπου το έμβρυο έχει ανεπαρκή ανάπτυξη για την ηλικία κύησης. H επιβράδυνση της ανάπτυξης του εμβρύου είναι αποτέλεσμα πολλών παθολογικών καταστάσεων που ελαττώνουν τόσο το μέγεθος των κυττάρων και, όταν η βλαπτική επίδραση είναι αρκετά σοβαρή, και τον αριθμό τους.

Δείτε επίσης: Εγκυμοσύνη: Οι λοιμώξεις των μητέρων διαταράσσουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου των νεογέννητων

Επιπλέον, σημαντικός παράγοντας κινδύνου είναι και ο τρόπος ζωής της μητέρας, δηλαδή η κατανάλωση αλκοόλ και το κάπνισμα, αλλά και περιβαλλοντικοοί παράγοντες, όπως η έκθεση της μητέρας σε ρυπογόνες ουσίες.

Το χαμηλό σωματικό βάρος ενός νεογέννητου συνδέεται επίσης στενά με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Σύμφωνα με την μελέτη, τα ποσοστά λιποβαρών νεογέννητων είναι υψηλότερα σε οικογένειες με χαμηλότερο εισόδημα και χειρότερες συνθήκες διαβίωσης.

Αυτή η τάση αντιπροσωπεύει μια σημαντική ανησυχία για την περιγεννητική ιατρική και υπογραμμίζει μια συνεχιζόμενη πρόκληση για τη δημόσια υγεία στη χώρα

Η κατάσταση στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες

Η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των χωρών με τα υψηλότερα ποσοστά λιποβαρών νεογνών στον ανεπτυγμένο κόσμο.

Με βάση τα στοιχεία της EUROPERISTAT, Ελλάδα και Κύπρος είχαν τα υψηλότερα ποσοστά εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2018 και το 2019. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα κατέλαβε την πρώτη θέση το 2018, ακολουθούμενη από την Κύπρο στη δεύτερη θέση, ενώ το 2019 κατετάγη δεύτερη, με την Κύπρο να κατέχει την πρώτη θέση.

Η κατανομή μεταξύ των χωρών δείχνει ξεκάθαρα ότι το ποσοστό νεογνών με χαμηλό βάρος ήταν υψηλότερο στις χώρες της Μεσογείου, μέτριο στις χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης και χαμηλότερο στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Ο μέσος όρος για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν 6,34% το 2018 και 5,87% το 2019, ενώ η Ελλάδα κατέγραψε σημαντικά υψηλότερα ποσοστά 9,75% και 9,49% αντίστοιχα.

Δείτε επίσης: Γιατί γεννιούνται περισσότερα δίδυμα από ποτέ, ενώ τα ποσοστά γεννήσεων πέφτουν;

Όπως τονίζουν οι συγγραφείς, απαιτούνται επειγόντως παρεμβάσεις, εστιάζοντας κυρίως στη μείωση των πρόωρων τοκετών.

«Οι προσπάθειες θα πρέπει να στοχεύουν στην εφαρμογή τεκμηριωμένων ιατρικών πρακτικών για τη μείωση των πολύδυμων κυήσεων που προκύπτουν από υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, την πρόληψη επιπλοκών της εγκυμοσύνης, όπως η προεκλαμψία, και τη διασφάλιση της κατάλληλης προγεννητικής φροντίδας για όλες τις εγκύους», υπογραμμίζει η μελέτη.

Φωτογραφία iStock