Διαβήτης κύησης: Τι κινδύνους κρύβει για μητέρα και μωρό
Χιλιάδες έγκυοι αναπτύσσουν κάθε χρόνο σακχαρώδη διαβήτη στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, δηλαδή παθολογική αύξηση στα επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα τους, ενώ προηγουμένως δεν έπασχαν από τη νόσο. Ο διαβήτης κύησης, όμως, δεν είναι αθώα κατάσταση, γι’ αυτό χρειάζεται προσεκτική και σωστή αντιμετώπιση.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης (ΗΔΙΚΑ), ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης είναι πολύ συχνός. Το 2022 έκαναν θεραπεία γι’ αυτόν 18.277 γυναίκες, όταν ετησίως γεννιούνται στη χώρα μας 76.000 έως 80.000 μωρά.
Διεθνώς, εξ άλλου, υπολογίζεται ότι ποσοστό έως και 10% των εγκύων εκδηλώνουν τη νόσο. Όπως εξηγούν τα Κέντρα Ελέγχου & Προλήψεως των Ασθενειών (CDC) των ΗΠΑ, στην Ατλάντα, ο διαβήτης κύησης αναπτύσσεται όταν το σώμα της εγκύου δεν παράγει αρκετή ινσουλίνη.
Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη που παράγεται από το πάγκρεας. Δρα ως το «κλειδί» που επιτρέπει στη γλυκόζη αίματος (το σάκχαρο) να εισέλθει στα κύτταρα, για να χρησιμοποιηθεί ως ενέργεια.
Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ο οργανισμός παράγει περισσότερες ορμόνες και υφίσταται πολλές αλλαγές. Μία από αυτές είναι η αύξηση του σωματικού βάρους. Οι αλλαγές αυτές κάνουν τα σωματικά κύτταρα να χρησιμοποιούν λιγότερο αποτελεσματικά την ινσουλίνη. Με άλλα λόγια, αναπτύσσουν αντοχή στην ινσουλίνη, η οποία αυξάνει τις ανάγκες στην ορμόνη αυτή.
Όλες οι έγκυοι έχουν κάποιου βαθμού αντοχή στην ινσουλίνη προς το τέλος της εγκυμοσύνης. Μερικές όμως την εκδηλώνουν πριν από την σύλληψη. Έτσι, αρχίζουν την κύηση με αυξημένες πιθανότητες να εκδηλώσουν διαβήτη.
Οι πιθανές επιπλοκές
Ο διαβήτης κύησης έχει πολλές επιπλοκές. Κατ’ αρχάς, αυξάνει τις πιθανότητες της γυναίκας να εκδηλώσει διαβήτη τύπου 2 αργότερα στη ζωή της. Υπολογίζεται ότι το 50% των γυναικών με ιστορικό διαβήτη κύησης αναπτύσσουν πλήρη διαβήτη τύπου 2.
Ο διαβήτης κύησης αυξάνει επίσης τον κίνδυνο για υπέρταση της κυήσεως. Αυξάνει επίσης τις πιθανότητες υπερανάπτυξης του εμβρύου και ανάγκης για καισαρική τομή. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως το μωρό μπορεί να ξεπεράσει τα 4,5 κιλά, γεγονός που δυσχεραίνει πολύ τον τοκετό.
Το έμβρυο μπορεί επίσης να γεννηθεί πρόωρα, γεγονός που μπορεί να του προκαλέσει αναπνευστικά και άλλα προβλήματα. Έχει επίσης αυξημένες πιθανότητες να γεννηθεί με χαμηλό σάκχαρο αίματος, αλλά και να εκδηλώσει διαβήτη τύπου 2 όταν μεγαλώσει.
Έλεγχος στη διάρκεια και μετά τον τοκετό
Ο διαβήτης κύησης συνήθως αναπτύσσεται περί την 24η εβδομάδα της εγκυμοσύνης. Γι’ αυτό τον λόγο συνιστάται συνήθως έλεγχος μεταξύ της 24ης και της 28ης εβδομάδας. Εάν, όμως, έχετε παράγοντες κινδύνου για διαβήτη, ο γιατρός σας μπορεί να ζητήσει να γίνει νωρίτερα ο έλεγχος.
Εάν μία γυναίκα έχει υψηλά επίπεδα σακχάρου νωρίτερα στην εγκυμοσύνη, μπορεί να πάσχει από αδιάγνωστο τύπου 1 ή τύπου 2 διαβήτη.
Εάν πρόκειται για διαβήτη κύησης, το σάκχαρο θα επανέλθει στο φυσιολογικό μετά τη γέννηση του μωρού. Αυτό συνήθως ελέγχεται 6-12 εβδομάδες μετά τον τοκετό. Οι γυναίκες χρειάζονται ύστερα παρακολούθηση ανά 1-3 χρόνια, για να εξασφαλίζεται ότι τα επίπεδα σακχάρου τους παραμένουν εντός φυσιολογικών ορίων.
Αυτό επιτυγχάνεται με υγιεινή διατροφή, άσκηση, ενδεχομένως απώλεια βάρους, εάν υπάρχουν περιττά κιλά.
Φωτογραφία: iStock