Δυσκοιλιότητα: Πώς προκαλείται στο παιδί και πώς θα την καταλάβετε

  • Iatropedia newsroom
δυσκοιλιότητα
Η δυσκοιλιότητα εμφανίζεται αρκετά συχνά στα παιδιά. Παρόλα αυτά, πολλοί γονείς διστάζουν να αναζητήσουν την συμβουλή ενός γιατρού για την κατάσταση αυτή.

Ως δυσκοιλιότητα περιγράφεται η μη-τακτική διέλευση των κοπράνων (κινήσεις του εντέρου) για τουλάχιστον 3 μέρες, ή το να έχει κανείς αρκετά πιο σκληρά κόπρανα από το συνηθισμένο.

Από την άλλη, πολλά παιδιά συμβαίνει να μην πάνε στην τουαλέτα για λίγες ημέρες. Ωστόσο, οι γονείς θα πρέπει να έχουν το νου τους στο κατά πόσον τα κόπρανα του παιδιού είναι σκληρά και γι’ αυτό δυσκολεύεται να πάει στην τουαλέτα. Επίσης πρέπει να προσέχουν το αν αυτό συμβαίνει το λιγότερο κάθε 3 ημέρες. Αν όντως συμβαίνει, τότε το παιδί έχει δυσκοιλιότητα.

Τι προκαλεί την δυσκοιλιότητα στα παιδιά

Τα βρέφη και τα παιδιά πρέπει να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα διαφορετικά από τους ενήλικες, διότι οι κινήσεις του εντέρου αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου και έως ότου το παιδί φτάσει στην ηλικία των 3 ή 4 χρόνων. Η πλειοψηφία των παιδιών με δυσκοιλιότητα δεν έχει κάποια ασθένεια, ή διαταραχή που προκαλεί το πρόβλημα, αλλά δεν αποκλείεται.

Πολλά πράγματα μπορούν να συμβάλουν στην δυσκοιλιότητα:

  • Η πιο κοινή αιτία για αυτό το πρόβλημα σε ένα παιδί ηλικίας άνω των 18 μηνών είναι η εσκεμμένη αποφυγή της τουαλέτας (για διάφορους λόγους). Για παράδειγμα, τα μικρά παιδιά είναι συχνά τόσο απορροφημένα στο παιχνίδι τους, που δεν έχουν το χρόνο, ή την υπομονή για να κάνουν… διάλειμμα για τουαλέτα.
  • Στο σχολείο μπορεί να ανησυχούν με την έλλειψη ιδιωτικότητας, ή με την καθαριότητα στις τουαλέτες.
  • Μπορεί να είχαν μια προηγούμενη οδυνηρή ή τρομακτική εμπειρία που τα κάνει να θέλουν να αποφύγουν να πάνε στην τουαλέτα. Με την πάροδο του χρόνου, ο εγκέφαλός τους μαθαίνει να αγνοεί τις επαναλαμβανόμενες «ορμές» για να τουαλέτα. Και όσο τα κόπρανα παραμένουν στο παχύ έντερο, τόσο αφυδατώνονται, γεγονός που τα καθιστά σκληρά και ξηρά. Έτσι γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο για το παιδί να πάει κανονικά στην τουαλέτα και αναγκάζεται να «κρατιέται».
  • Οι αλλαγές στη διατροφή επηρεάζουν τις συνήθειες του εντέρου. Στους ενήλικες, η διατροφή υψηλής περιεκτικότητας σε ίνες έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει τη λειτουργία του εντέρου. Στα παιδιά, ωστόσο, η ίδια διατροφή δεν έχει τα ίδια θετικά αποτελέσματα. Τα βρέφη και τα παιδιά που τρώνε καλά και ισορροπημένα γεύματα κατά κανόνα δεν είναι δυσκοίλια.
  • Οι έφηβοι και τα νήπια που τρώνε πολλή ζάχαρη και επιδόρπια είναι επιρρεπείς σε δυσκοιλιότητα και πιο σκληρά κόπρανα στο παχύ έντερο.
  • Οποιεσδήποτε έντονες αλλαγές σε ένα παιδί, όπως μια ασθένεια που θα του προκαλέσει πυρετό, ή το να παραμείνει κλινήρης, ή το να τρώει λιγότερο, ή το να αφυδατωθεί γενικότερα, μπορεί να μειώσει τη συχνότητα των κενώσεων και να σκληρύνει κόπρανα.

Υπάρχει επίσης μια σειρά ιατρικών διαταραχών που μπορεί να προκαλέσει δυσκοιλιότητα στο παιδί:

  • Υποθυρεοειδισμός (μειωμένη δραστηριότητα του θυρεοειδούς αδένα) είναι μια κατάσταση που προκαλεί μειωμένη δραστηριότητα των εντερικών μυών, μαζί με πολλά άλλα συμπτώματα. Όλα τα νεογέννητα πρέπει να ελέγχονται για υποθυρεοειδισμό, ως μέρος της εξέτασης αίματος (τσίμπημα στην φτέρνα, ή τεστ Guthrie). Αυτή η κατάσταση διαγιγνώσκεται συνήθως, όταν ένα μωρό είναι πολύ μικρό, αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία.
  • Η δυσκοιλιότητα σε βρέφη και παιδιά από πολύ νωρίς ηλικιακά μπορεί να είναι σύμπτωμα της νόσου Hirschsprung. Σε αυτή την σπάνια συγγενή πάθηση, ένα τμήμα του παχέος εντέρου δεν έχει γαγγλιακά κύτταρα (ένα είδος νευρικών κυττάρων). Αυτό επηρεάζεται το παχύ έντερο που δεν μπορεί να λάβει οδηγίες από τον εγκέφαλο να λειτουργήσει σωστά. Τα περισσότερα βρέφη έχουν συμπτώματα εμφάνισης της νόσου Hirschsprung εντός των πρώτων εβδομάδων της ζωής τους. Μπορεί να είναι λιποβαρή ή μικρόσωμα για την ηλικία τους. Μπορεί να κάνουν εμετό και να έχουν μικρά κόπρανα, τα οποία περιγράφονται ως «ταινιοειδή». Η νόσος Hirschsprung είναι γενικά πιο συχνή στα αγόρια και στα μωρά με σύνδρομο Down. Εάν υπάρχει υποψία για τη νόσο Hirschsprung του, θα πρέπει να πάτε το παιδί σας σε έναν ειδικό (γαστρεντερολόγο ή παιδοχειρουργό) για περαιτέρω εξετάσεις.
  • Ο διαβήτης είναι κοινό ιατρικό πρόβλημα που συνδέεται με τη δυσκοιλιότητα.
  • Αλλαγές στα επίπεδα μετάλλων στο αίμα και σε εκείνα των ηλεκτρολυτών μπορεί να αλλάξει τις συνήθειες του εντέρου.
  • Αν και άλλα συμπτώματα της δηλητηρίασης από μόλυβδο θα είναι πιο εμφανή, τα παιδιά με χρόνια έκθεση στον μόλυβδο μπορεί να έχουν δυσκοιλιότητα.
  • Η κυστική ίνωση προκαλεί δυσκοιλιότητα στα παιδιά με πολλούς και διάφορους τρόπους.
  • Τα παιδιά με διαταραχές του νευρικού συστήματος (όπως εγκεφαλική παράλυση, νοητική υστέρηση, ή προβλήματα του νωτιαίου μυελού) εμφανίζουν υψηλό ποσοστό δυσκοιλιότητας, επειδή περνούν παρατεταμένο χρονικό διάστημα σε μία θέση και δεν έχουν φυσιολογική κίνηση του παχέος εντέρου.
  • Ορισμένα φάρμακα μπορούν να επιφέρουν στα παιδιά συμπτώματα δυσκοιλιότητας. Συνήθως πρόκειται για απλά φάρμακα για το κρυολόγημα και τα αντιόξινα για το στομάχι.
  • Άλλες πιθανές αιτίες της δυσκοιλιότητας είναι η κατάθλιψη, η καταναγκαστική εκπαίδευση για να μάθει το παιδί να πηγαίνει στην τουαλέτα και η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής.

Πώς θα καταλάβετε ότι το παιδί έχει δυσκοιλιότητα

Σε γενικές γραμμές, εάν ένα παιδί έχει λιγότερες από τρεις κενώσεις την εβδομάδα και τα κόπρανά του είναι σκληρά ή του είναι πολύ οδυνηρό να περαιώσει την κένωση, τότε έχει δυσκοιλιότητα.

Τα παιδιά συχνά παρουσιάζουν χαρακτηριστικές συμπεριφορές, καθώς προσπαθούν να απέχουν από την τουαλέτα:

  • Τα βρέφη που έχουν επώδυνες κινήσεις του εντέρου μπορεί να τεντώνουν ενστικτωδώς τα πόδια τους και να πιέζουν τον πρωκτό και τους γλουτούς τους για να αποτρέψουν την κένωση, επειδή τους είναι επώδυνη.
  • Τα μικρά παιδιά συχνά πατάνε στις μύτες των ποδιών τους, κουνιούνται πέρα-​​δώθε και κρατάνε τα πόδια και τους γλουτούς τους σε σύσφιξη.

Άλλες ενδείξεις ότι ένα παιδί είναι δυσκοίλιο:

  • Γενικευμένος κοιλιακός πόνος γύρω από τον αφαλό, ακόμα και σοβαρές «σουβλιές» κοιλιακού πόνου
  • Μειωμένη όρεξη, ναυτία, ή έμετος
  • Ακράτεια ούρων, συχνουρία, ή ενούρηση
  • Επανεμφανιζόμενες λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος

Πηγή: http://www.emedicinehealth.com