Ιδιαίτερα απειλητική και με ραγδαία εξέλιξη, η μηνιγγίτιδα Β μπορεί να προσβάλλει άτομα κάθε ηλικίας, αλλά απειλεί ιδιαίτερα τα βρέφη, τα νήπια, τους εφήβους και τους νεαρούς ενήλικες.
Η μηνιγγίτιδα είναι μία τρομακτική ασθένεια. Προκαλείται από πολλά και διαφορετικά παθογόνα, αλλά η συχνότερη αιτία της είναι επικίνδυνα βακτήρια που αρρωσταίνουν βαριά τους ασθενείς και μπορεί να τους οδηγήσουν σε μόνιμες βλάβες και αναπηρίες.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), η συχνότερη μορφή παγκοσμίως και αυτή που έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει μεγάλες επιδημίες είναι η μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα.
Η μηνιγγίτιδα αυτή προκαλείται από το βακτήριο μηνιγγιτιδόκοκκος (neisseria meningitides). Υπάρχουν 13 διαφορετικοί τύποι μηνιγγιτιδόκοκκου. Οι έξι από αυτούς (οι τύποι Α, Β, C, W, X και Y) μπορούν να προκαλέσουν επιδημίες. Οι τρεις από αυτούς τους έξι (οι Α, B και C) προκαλούν το 85% των κρουσμάτων μηνιγγίτιδας στη χώρα μας.
Από αυτές τις οροομάδες, όπως αποκαλούνται επιστημονικά, μακράν η συχνότερη είναι ο μηνιγγιτιδόκοκκος Β. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ, πρώην ΚΕΕΛΠΝΟ), το 77,6% των περιπτώσεων μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας στην Ελλάδα οφείλεται στην οροομάδα Β. Αυτή η μορφή είναι γνωστή ως μηνιγγίτιδα Β. Δεύτερη σε συχνότητα είναι η οροομάδα C (5% των περιστατικών).
Θανάσιμη απειλή για τα παιδιά
Συνολικά, την περίοδο 2004-2018 καταγράφηκαν στη χώρα μας 1.048 κρούσματα μηνιγγίτιδας από μηνιγγιτιδόκοκκο. Οι 63 από τους ασθενείς (ή ποσοστό 6%) δεν κατάφεραν να κρατηθούν στη ζωή. Άλλο ένα 10-20% απόμειναν με σοβαρά νευρολογικά προβλήματα (π.χ. σοβαρές εγκεφαλικές βλάβες, απώλεια ακοής κ.λπ.).
Η μεγαλύτερη θνητότητα καταγράφηκε το 2018: έφθασε στο 11,8% των κρουσμάτων.
Δυστυχώς, οι περισσότεροι από τους ασθενείς ήταν βρέφη και νήπια (ηλικίες κάτω των 4 ετών). Στις ηλικίες αυτές η μέση ετήσια επίπτωση ήταν σχεδόν 5 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμού, ενώ στις ηλικίες 5-14 ετών (η δεύτερη σημαντικότερη) 1,36 ανά 100.000). Στις ηλικίες άνω των 25 ετών η αντίστοιχη αναλογία είναι κάτω από 0,25 ανά 100.000.
Ο μηνιγγιτιδόκοκκος δεν βρίσκεται ελεύθερος στο περιβάλλον. Υπάρχει στο πίσω μέρος της μύτης και του φάρυγγα ατόμων κάθε ηλικίας, που μπορεί να τον φέρουν επί καιρό δίχως να αρρωστήσουν. Οι άνθρωποι αυτοί είναι οι φορείς του βακτηρίου.
Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ, το 10,5% του γενικού πληθυσμού στη χώρα μας είναι ασυμπτωματικοί φορείς του μηνιγγιτιδόκοκκου. Στα παιδιά του Δημοτικού το ποσοστό αυτό είναι 13,1% και στα παιδιά του Γυμνασίου 11,3%. Υψηλή ποσοστό φορέων (37,4%) παρατηρείται και στους νεοσύλλεκτους.
Ποια συμπτώματα πρέπει να προσέχετε
Ο μηνιγγιτιδόκοκκος μεταδίδεται με τα σταγονίδια των αναπνευστικών εκκρίσεων, κυρίως με το φτάρνισμα, τον βήχα ή ακόμα το φιλί. Αν φθάσει σε ένα άτομο που για κάποιο λόγο έχει εξασθενημένο ανοσοποιητικό (π.χ. από χρόνια νόσο, στρες, ίωση της εποχής) ο μηνιγγιτιδόκοκκος μπορεί να περάσει την άμυνα του οργανισμού και να προκαλέσει μηνιγγίτιδα. Αυτό συνήθως συμβαίνει 3-4 ημέρες έπειτα από τη μετάδοση.
Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ, τα τυπικά συμπτώματα που εκδηλώνουν πρώτα οι ασθενείς είναι:
- Απότομος πυρετός
- Ναυτία
- Έμετος
- Πονοκέφαλος
- Μειωμένη ικανότητα συγκέντρωσης
- Πόνοι στους μυς
Ωστόσο, λίγοι ασθενείς έχουν την κλασική τριάδα των συμπτωμάτων που «σηματοδοτούν» την μηνιγγίτιδα. Η τριάδα αυτή είναι πυρετός μαζί με αυχενική δυσκαμψία και μειωμένο επίπεδο συνείδησης. Ο ΕΟΔΥ αναφέρει πως αυτή η τριάδα παρατηρείται μόνο στο 27% των ασθενών με μηνιγγίτιδα από μηνιγγιτιδόκοκκο.
Αντιθέτως, το 89% των ασθενών έχουν τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα τέσσερα συμπτώματα:
- Πυρετό
- Αυχενική δυσκαμψία
- Μειωμένη επίπεδο συνείδησης
- Διάχυτο εξάνθημα στο δέρμα (εμφανίζεται στο 40-70% των ασθενών)
Πρακτικά αυτό σημαίνει πως ένα παιδί μπορεί να πάσχει από μηνιγγιτιδοκοκκική μηνιγγίτιδα ακόμα και αν δεν έχει π.χ. δυσκαμψία στον αυχένα. Επομένως, οι γονείς δεν πρέπει να εφησυχάζουν επειδή το παιδί δεν έχει όλα τα ύποπτα συμπτώματα.
Ένα άλλο πιθανό σύμπτωμα είναι οι σπασμοί, τους οποίους εκδηλώνει το 20-30% των παιδιών.
Κρίσιμο το πρώτο 24ωρο
Μία σπάνια, αλλά πιο σοβαρή μορφή, μηνιγγίτιδας εκδηλώνεται όταν ο μηνιγγιτιδόκοκκος εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος. Σε τέτοια περίπτωση η συνέπεια είναι η σήψη (σηψαιμία). Χαρακτηριστικό σύμπτωμα σήψης από μηνιγγιτιδόκοκκο είναι το δερματικό εξάνθημα που αιμορραγεί.
Αν το παιδί εκδηλώσει συμπτώματα ύποπτα για μηνιγγίτιδα, έχει ζωτική σημασία να μεταφερθεί αμέσως στο νοσοκομείο. Το πρώτο 24ωρο είναι κρίσιμο για την επιβίωσή του. Η μηνιγγίτιδα εξελίσσεται ραγδαία και μπορεί να κοστίσει τη ζωή μέσα στις πρώτες 24-48 ώρες από την έναρξη των συμπτωμάτων.
Σωτήριο το εμβόλιο για τη μηνιγγίτιδα Β
Τα καλά νέα είναι ότι η επίπτωση και οι θάνατοι από μηνιγγίτιδα μειώνονται όσο αυξάνονται τα επίπεδα εμβολιασμού των παιδιών.
Στην πραγματικότητα, ο εμβολιασμός αποτελεί το αποδοτικότερο όπλο για την προστασία από τη μηνιγγίτιδα. Είναι χαρακτηριστικό πως από τότε που εισήχθη στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμού Παιδιών & Εφήβων το εμβόλιο για τον μηνιγγιτιδόκοκκο C, τα κρούσματα μηνιγγίτιδας C έχουν μειωθεί κατακόρυφα.
Ταυτοχρόνως όμως αυξήθηκε η συχνότητα λοιμώξεων από τη μηνιγγίτιδα Β, για την οποία ευτυχώς υπάρχει αποτελεσματικό εμβόλιο αλλά ακόμα δεν το έχουν κάνει όλα τα παιδιά.
Το εμβόλιο αυτό μπορεί να χορηγηθεί από την ηλικία των 2 μηνών και μετά. Επειδή λοιπόν πολλά παιδιά, έφηβοι και νεαροί ενήλικες είναι φορείς του υπαίτιου βακτηρίου χωρίς να το γνωρίζουν, οι γονείς πρέπει να βεβαιώνονται πως το παιδί τους είναι εμβολιασμένο εναντίον του. Αν δεν έχουν εμβολιαστεί σε βρεφική ηλικία, μπορούν να το κάνουν στο νηπιαγωγείο, το Δημοτικό ή και αργότερα ακόμα.
Πόσο μάλλον που η μηνιγγίτιδα Β είναι πιο συχνή το χειμώνα και την άνοιξη, επειδή ο συγχρωτισμός σε κλειστούς χώρους και οι πρόσφατες λοιμώξεις του αναπνευστικού (π.χ. ιώσεις) ευνοούν την μετάδοση του υπαίτιου βακτηρίου, σύμφωνα με τους ειδικούς.