Iatropedia

Όχι στην πολυφαρμακία και στα παιδιά

Η πολυφαρμακία ή η άσκοπη χορήγηση φαρμάκων ιδιαίτερα στα παιδιά εξελίσσεται σε μείζον πρόβλημα για το δυτικό κόσμο. Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν παράγοντες που αυξάνουν την πίεση των γονέων προς τους γιατρούς οι οποίοι και αυτοί με τη σειρά τους εμπλέκονται στο πρόβλημα.

Αυτοί οι παράγοντες είναι η ασυμβατότητα της αρρώστιας με την παιδική ηλικία και η εύκολη πρόσβαση στα φαρμακεία, όπως τόνισε η Χρύσα Μπακούλα, ομότιμη καθηγήτρια Παιδιατρικής ΕΚΠΑ, μιλώντας σε διάλεξη του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολεγίου Ελλάδος με θέμα «Ιδιαιτερότητες της Παιδιατρικής, Δημόσια Υγεία».

Η κ. Μπακούλα προσέθεσε ότι ιδιαίτερα τα αντιβιοτικά, προσφιλή σε όλους, κατά κανόνα δεν αντιμετωπίζουν τις ιώσεις που είναι συνηθισμένες στα παιδιά και μπορούν να περιοριστούν.

«Οι γονείς θα πρέπει να εξασφαλίζουν στα παιδιά τους υγιεινές συνθήκες διαβίωσης, σωστή σπιτική μεσογειακή διατροφή και άσκηση για να τα θωρακίζουν έναντι των ασθενειών και της πολυφαρμακίας που μαστίζει το δυτικό κόσμο» τόνισε με έμφαση κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στα συμπληρώματα διατροφής.

Εξήγησε πως για την οριστική αντιμετώπιση του φαινομένου απαιτείται σωστή ενημέρωση για τους γονείς και εκπαίδευση και επανεκπαίδευση για τους παιδιάτρους. Από την πλευρά του ο διευθυντής του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας πνευμονολόγος Παναγιώτης Μπεχράκης, ανέφερε ότι θα ζητήσει την παρέμβαση του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, για έλεγχο του μη συνταγογραφούμενου φαρμάκου.

​Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η ομότιμη καθηγήτρια, η πολυφαρμακία είναι διεθνές φαινόμενο στον δυτικό κόσμο, και οι βιολογικές ιδιαιτερότητες που συμβάλλουν στην πολυφαρμακία είναι το γεγονός ότι το παιδί είναι ταχύτατα εξελισσόμενος οργανισμός και δίνει ιστορικό διά αντιπροσώπου (γονείς, συγγενείς). Επίσης η ταχεία και απρόβλεπτη εξέλιξη νόσου, η κοινή συμπτωματολογία σοβαρών και μη νοσημάτων, τα περιορισμένα ευρήματα κλινικής εξέτασης και η αδυναμία επικοινωνίας με το παιδί οδηγούν στην «εύκολη» λύση του φαρμάκου.

Ωστόσο υπάρχουν και συναισθηματικές ιδιαιτερότητες που οδηγούν στην πολυφαρμακία στα παιδιά, όπως η ανασφάλεια και ο «πανικός» των γονιών, η πίεσή τους για άμεση επίλυση του προβλήματος και το ότι χωρίς δεύτερη σκέψη, καταφεύγουν στο φαρμακοποιό της γειτονιάς.

Τα συχνότερα χορηγούμενα φάρμακα είναι αναλγητικά-αντιπυρετικά-αντιφλεγμονώδη, βρογχοδιασταλτικά, αντιβιοτικά, γαστροπροστατευτικά και αναισθητικά.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, το παιδί που μαθαίνει στην εύκολη λήψη φαρμάκων, είναι ευάλωτο στη λήψη εξαρτησιογόνων ουσιών.

«Οι νέοι παιδίατροι από την πλευρά τους θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στην χορήγηση φαρμάκων, καθώς η προσαρμογή της αντιβιοτικής θεραπείας στον άρρωστο πρέπει να γίνεται με βάση την κλινική εικόνα και τις καλλιέργειες», εξήγησε η κ. Μπακούλα.

Όπως τόνισε, οι παιδίατροι μπορούν να συμβάλλουν στη μείωση της πολυφαρμακίας ακολουθώντας την επιλογή του ενδεδειγμένου αντιβιοτικού βάσει καλλιεργειών και αλλάζοντας την αγωγή με βάση την κλινική εξέλιξη και τα αποτελέσματα των καλλιεργειών (διεύρυνση ή περιορισμός του σχήματος, προσαρμογή δόσης).

Η ομότιμη καθηγήτρια κατέληξε λέγοντας ότι «όλοι πρέπει να συντονιστούμε: γιατροί, φαρμακοποιοί, γονείς με σκοπό τον περιορισμό των φαρμάκων ιδιαίτερα στα παιδιά από σήμερα για να μη θρηνούμε αύριο».

Οι παρενέργειες που δημιουργούνται λόγω της μακροχρόνια λήψης αντιβιοτικών είναι η ανάπτυξη αντίστασης στα αντιβιοτικά και η καταστροφή του μικροβιώματος, δηλαδή της φυσιολογικής χλωρίδας του εντέρου που ιδιαίτερα συμμετέχει στην ανοσολογική απάντηση του οργανισμού.