Περισσότερα παιδιά με παχυσαρκία, σύμφωνα με μελέτη από το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο
Έρευνα που αποτελεί συνέχεια αντίστοιχης μελέτης που είχε παρουσιαστεί το 2014 για την περιοχή της Αττικής, και μελετά την «πρωτεύουσα» της Βόρειας Ελλάδας, καθώς αποτελεί και αυτή μια ετερογενή περιοχή, όσον αφορά στην ποικιλομορφία εθνικοτήτων που κατοικούν σε αυτή, ενώ αντιπροσωπεύει το αμέσως μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών της Ελλάδας μετά από την Αττική, εκπόνησε το Χαροκόπειο πανεπιστήμιο.
Η έρευνα που υλοποιήθηκε από το Τμήμα Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής υπό την εποπτεία του καθηγητή Λάμπρου Συντώση, είχε ως στόχο τη διερεύνηση των αλλαγών στη σωματική διάπλαση, τη διατροφή και τη φυσική δραστηριότητα των μαθητών με έμφαση στο διάστημα της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας και τη συσχέτισή τους με κοινωνικοοικονομικούς δείκτες και έγινε με την αμέριστη στήριξη της Nestle Ελλάς.
Αποτελέσματα έρευνας
Στη μελέτη συμμετείχαν μαθητές Γ’ και Ε’ δημοτικού του Νομού Θεσσαλονίκης. Το δείγμα αφορούσε σε 8.421 εγγεγραμμένους μαθητές το 2009 και 9.335 εγγεγραμμένους μαθητές το 2015. Μεταξύ των βασικών συμπερασμάτων της μελέτης είναι η αύξηση στα ποσοστά τόσο των υπέρβαρων όσο και των παχύσαρκων παιδιών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες περίπου. Πιο συγκεκριμένα, το 2009 το ποσοστό υπέρβαρων παιδιών ήταν 22,8% και το ποσοστό των παχύσαρκων 7,7%. Το 2014 τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 25,4% και 10,7%.
Τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας (˃12,5%) εντοπίζονται σε ανατολικές περιοχές του Νομού ενώ, οι περισσότεροι Δήμοι στο νότιο τμήμα παρουσιάζουν ποσοστά ˂10%. Αν συγκρίνει κανείς τα ποσοστά διαχρονικά, όπως φαίνεται και στους παραπάνω χάρτες, παρατηρείται μια άνοδος στην πλειονότητα των Δήμων, καθώς το σύνολο πλέον βρίσκεται το 2014 στην υψηλότερη κατηγορία υπέρβαρου και παχυσαρκίας (˃35%) όταν το 2009 ένα μεγάλο ποσοστό αυτών βρίσκονταν στην προηγούμενη κατηγορία (30-35%).
Σε σχέση με τους κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες, τα αποτελέσματα ενίσχυσαν την υπόθεση πως το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (αναλφάβητοι ανα 1.000κατοίκους) αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την παιδική παχυσαρκία. Επιπλέον, σύνδεση φαίνεται να προκύπτει και ανάμεσα σε δείκτες οικονομικού επιπέδου (μέσο δηλωθέν εισόδημα/100 κατοίκους), καθώς οι περιοχές με τα πιο χαμηλά εισοδήματα συμπίπτουν με εκείνες που παρουσιάζονται υψηλότερα ποσοστά παχύσαρκων παιδιών και το αντίθετο.
Σημαντικές τροποποιήσεις παρατηρούνται και στις διατροφικές συνήθειες των μαθητών. Συγκεκριμένα, μεταξύ 2009 και 2014, οι μαθητές βελτίωσαν τη διατροφή τους όσον αφορά στην κατανάλωση γευμάτων φαστ φουντ, καθώς φαίνεται σημαντική μείωση της τάξεως του 51,7%, ενώ αύξησαν την πρόσληψη λαχανικών (11,3%). Από την άλλη, παρατηρείται μείωση στην κατανάλωση ψαριού και οσπρίων και αύξηση της συχνότητας παράλειψης του πρωινού γεύματος. Τέλος, σχετικά με τη φυσική δραστηριότητα, τα ποσοστά μαθητών που συμμετέχουν σε εξωσχολικές σωματικές δραστηριότητες (που απαιτούν δηλαδή κίνηση) σημειώνουν μια μικρή αύξηση σε σχέση με το 2009. Ωστόσο, παράλληλα αυξήθηκαν και τα ποσοστά των παιδιών που αφιερώνουν πολύ χρόνο σε καθιστικές δραστηριότητες (31,3% έναντι 33,5% τις καθημερινές και 50,2% έναντι 54,4% τα σαββατοκύριακα).