Iatropedia

Σε υγιή εγκυμοσύνη οδηγούν επτά στις δέκα μεταμοσχεύσεις μήτρας

gynecologist

Τι επιπλοκές μπορεί να υπάρξουν στην εγκυμοσύνη και ποια είναι η έκβαση στα μωρά, σύμφωνα με νέα μελέτη.

Οι μεταμοσχεύσεις μήτρας μπορούν να βοηθήσουν τις περισσότερες γυναίκες που υποβάλλονται σε αυτές να αποκτήσουν παιδιά, αναφέρουν επιστήμονες από τις ΗΠΑ.

Οι μεταμοσχεύσεις μήτρας δεν είναι πολύ συχνές. Λίγο περισσότερες από 100 έχουν διεξαχθεί σε όλο τον κόσμο από το 2011 όταν εκτελέστηκε η πρώτη. Η μεταμόσχευση τυπικά συνιστάται σε γυναίκες που έχουν απόλυτη υπογονιμότητα της μήτρας (absolute uterus factor infertility – AUFI).

Η διαταραχή αυτή προσβάλλει 1 στις 500 γυναίκες και προκαλείται είτε όταν η μήτρα είναι δυσλειτουργική είτε όταν απουσιάζει.

Κατά το παρελθόν οι γυναίκες με αυτή τη διαταραχή έπρεπε να υιοθετήσουν παιδί ή να χρησιμοποιήσουν παρένθετη μητέρα. Πριν από 13 χρόνια έγινε με επιτυχία η πρώτη μεταμόσχευση μήτρας και πλέον έχουν μία ακόμα επιλογή.

Πολλές από τις μεταμοσχεύσεις μήτρας (συνολικώς 43) έχουν διεξαχθεί στις ΗΠΑ. Από αυτές γεννήθηκαν συνολικώς 33 μωρά. Στην παρούσα μελέτη οι επιστήμονες εξέτασαν τις εκβάσεις και τα προβλήματα σε 20 από τις γυναίκες αυτές. Τα ευρήματά τους δημοσιεύθηκαν στην ιατρική επιθεώρηση JAMA.

Η νέα μελέτη

Όπως γράφουν οι ερευνητές από το Ντάλλας, οι γυναίκες είχαν ηλικία 20 έως 36 ετών όταν υποβλήθηκαν στη μεταμόσχευση. Όλες είχαν τουλάχιστον μία λειτουργική ωοθήκη, ενώ χειρουργήθηκαν μεταξύ 2016 και 2019.

Μόνο σε δύο περιπτώσεις η μήτρα που μεταμοσχεύθηκε προερχόταν από πτωματικές δότριες. Οι υπόλοιπες 18 ήταν μεταμοσχεύσεις από ζώσες δότριες.

Οι 14 από τις 20 γυναίκες απέκτησαν τουλάχιστον ένα μωρό η κάθε μία (συνολικώς γεννήθηκαν 16 μωρά). Οι 11 από τις 20 γυναίκες είχαν τουλάχιστον μία επιπλοκή στη διάρκεια της κυήσεως. Οι πιο συχνές ήταν:

Ωστόσο, κανένα από τα 16 μωρά δεν έπασχε από γενετικές ανωμαλίες. Ούτε έχει επιδείξει κάποια αναπτυξιακή υστέρηση καθώς μεγαλώνει.

Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι «μία επιτυχώς μεταμοσχευθείσα μήτρα μπορεί να λειτουργεί στο ίδιο επίπεδο με μία φυσική», δήλωσε η επιβλέπουσα ερευνήτρια Dr. Liza Johannesson, μαιευτήρας-γυναικολόγος στο Πανεπιστημιακό Ιατρικό Κέντρο Baylor, στο Τέξας.

Φωτογραφία: iStock