Το άσθμα είναι η συχνότερη χρόνια πάθηση της παιδικής ηλικίας. Σχεδόν ένα στα δέκα παιδιά πάσχει από άσθμα. Το ποσοστό αυτό αλλάζει δραματικά προς το χειρότερο, τα τελευταία χρόνια. Βασικοί παράγοντες της αλλαγής αυτής , οι οποίοι επιδεινώνουν την κατάσταση είναι η ζωή των παιδιών στις πόλεις – με ότι αυτό συνεπάγεται – και η απομάκρυνση τους από το φυσικό περιβάλλον και τη φύση.
Το άσθμα είναι μια πάθηση που δεν εμφανίσθηκε τώρα. Είναι γνωστή από τα παλιά. Άγνωστοι είναι όμως οι μηχανισμοί που εμπλέκονται μέσα αλλά και έξω από τον ανθρώπινο οργανισμό, και βοηθούν την εμφάνιση αλλά και την εξέλιξη της νόσου. Στο άσθμα οι βρόγχοι στενεύουν με συνέπεια ο αέρας να μην μπορεί εύκολα να περάσει μέσα από αυτούς και να ανασάνουμε. Η στένωση των βρόγχων οφείλεται κυρίως σε διάφορους αλλεργιογόνους παράγοντες και προκαλείται φλεγμονή. Βροχοσπασμός, οίδημα και βλέννα είναι το αποτέλεσμα αυτής φλεγμονής.
Όταν αναφερόμαστε στο άσθμα πρέπει να έχουμε κατά νου, ότι δεν μιλάμε για ένα μεταδοτικό νόσημα. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι βλάβες που προκαλεί είναι αναστρέψιμες. Το άσθμα έχει να κάνει με δυο βασικούς παράγοντες. Πρώτον την κληρονομικότητα και δεύτερον και πολύ σημαντικό, το περιβάλλον. Τον χώρο δηλαδή που ζούμε. Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που επηρεάζουν, είναι η ατμοσφαιρική ρύπανση, το κρύο, το εσωτερικό του σπιτιού (σκόνη, ακάρεα ), η γύρη από τα λουλούδια, η υγρασία ο καπνός του τσιγάρου (ειδικά όταν μιλάμε για παιδικό άσθμα, το παθητικό κάπνισμα συμβάλει σε αυτό), οι ουσίες από προϊόντα καθαρισμού κ.α
Τα συμπτώματα του παιδικού άσθματος δεν διαφέρουν από τα συμπτώματα του άσθματος γενικότερα, και γίνονται εύκολα αντιληπτά από τον παιδίατρο:
Η δύσπνοια, το σφίξιμο στο στήθος, ο έντονος βήχας που συνοδεύεται και από φλέματα, και το σφύριγμα κατά τη διάρκεια της αναπνοής είναι τα βασικά στοιχεία που προδιαθέτουν κατά την εξέταση ότι το παιδί έχει άσθμα. Ειδικά δε όταν τα συμπτώματα αυτά παρουσιάζονται ύστερα από κάποιο κρυολόγημα, ή μετά από σωματική άσκηση, τείνουν να υποστηρίξουν αυτή τη διάγνωση. Βέβαια πρέπει να πούμε ότι από παιδί σε παιδί τα συμπτώματα μπορεί και να διαφέρουν τόσο στην ένταση όσο και στη συχνότητα. Ο γιατρός θα κρίνει.
Ο βασικός τρόπος θεραπείας είναι η αποφυγή της έκθεσης του παιδιού σε παράγοντες που το ερεθίζουν. Η φαρμακευτική αγωγή έχει δύο στόχους: Πρώτον να ανακουφίσει από τα συμπτώματα και δεύτερον να μειώσει την ένταση της κρίσης. Τα φάρμακα είναι συνήθως εισπνεόμενα – χτυπούν άμεσα το πρόβλημα και ανακουφίζουν με όσο το δυνατόν λιγότερες παρενέργειες- . Ο γιατρός είναι εκείνος που θα κρίνει πότε πρέπει να γίνει η διακοπή των φαρμάκων και όχι οι γονείς που ενδεχομένως να νομίσουν ότι το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε και να τα σταματήσουν.
Το άσθμα όταν το παιδί μπει στην εφηβεία, συνήθως υποχωρεί χωρίς αυτό να σημαίνει ότι σε κάποια φάση της ενήλικης ζωής του δεν θα ξαναεμφανιστεί.