γράφει ο δρ Κωνσταντίνος Κωσταράς, Μαιετήρας Γυναικολόγος, ιατρός Αναπαραγωγής, μέλος της ιδρυτικής ομάδας και διαχείρισης του IoLIFE-Iaso
Είναι σημαντικό να υπογραμμισθεί, ότι σήμερα η επιστήμη εξασφαλίζει την διατήρηση της καλής υγείας αλλά και της εμφάνισης της γυναίκας στις μεγαλύτερες ηλικίες, όμως δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την μείωση της γονιμότητας λόγω της ηλικίας. Γενικά η γονιμότητα τελειώνει 5-10 χρόνια πριν την εμμηνόπαυση. Η γονιμότητα της γυναίκας μειώνεται με την πάροδο της ηλικίας λόγω μείωσης του αριθμού και της ποιότητας των ωαρίων, αυξάνει ο αριθμός των ωαρίων με λάθος αριθμό χρωμοσωμάτων και έτσι μειώνεται η πιθανότητα εγκυμοσύνης και αυξάνεται η πιθανότητα αποβολής. Η μείωση της γονιμότητας, ίσως συμβεί νωρίτερα από την αναμενόμενη ηλικία. Η ακριβής ηλικία πέραν της οποίας δεν μπορεί να κυοφορήσει διαφοροποιείται από γυναίκα σε γυναίκα.
Το 30% των ζευγαριών, όπου η γυναίκα είναι άνω των 30, αντιμετωπίζουν πρόβλημα γονιμότητας ενώ στα 40 ανεβαίνει στα 2/3.
Υπάρχουν εξετάσεις για την εκτίμηση της ωοθηκικής επάρκειας όπως FSH, E2, AMH, AFC, test C/C, ανταπόκριση στις γοναδοτροπίνες. Δεν προβλέπουν την πιθανότητα εγκυμοσύνης αλλά συγκρίνουν τις πιθανότητες γυναικών της ίδιας ηλικίας. Γενικά η υψηλή FSH ή η χαμηλή ΑΜΗ δείχνουν ανεπαρκή ωοθηκική λειτουργία. Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων θα πρέπει να γίνεται πάντα σε συνεργασία με τον ειδικό ιατρό Παρόλα αυτά φυσιολογικές εξετάσεις δεν αποκλείουν δυσκολία ή κακή ωοθηκική επάρκεια.
Μετά ένα χρόνο ή έξι μήνες ανεπιτυχούς προσπάθειας, θα πρέπει να γίνεται πλήρης έλεγχος των ζευγαριών:
Έλεγχος των ορμονών της μήτρας και των σαλπίγγων, σπέρματος, έλεγχος χρωμοσωμάτων και τυχόν άλλων προβλημάτων υγείας π.χ. υπέρτασης, σακχαρώδους διαβήτη, αυτοάνοσα, μαστός, αιματολογικά κλπ. Συχνά γυναικολογικά προβλήματα που μπορεί να συνυπάρχουν όπως ενδομητρίωση, ινομυώματα, υδροσάλπιγγες, ορμονικές διαταραχές θυρεοειδούς, χρωμοσωμιακές διαταραχές που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά, αλλά και θέματα βάρους, καπνίσματος, τρόπου ζωής, θα πρέπει να συνεκτιμώνται αλλά και να αντιμετωπίζονται.
Η έγκαιρη αξιολόγηση και αντιμετώπιση της υπογονιμότητας είναι καθοριστική.
Η χρήση πιο προχωρημένων θεραπειών υπογονιμότητας (πρόκληση πολλαπλής ωοθηλακιωορρηξίας, εξωσωματικής γονιμοποίησης) δεν θα πρέπει να καθυστερούν γιατί η ηλικία επηρεάζει καθοριστικά το αποτέλεσμά τους. Οι γυναίκες που θέλουν να καθυστερήσουν την κύηση μετά τα 30-35 η κατάψυξη ωαρίων, ή εμβρύων, ή ιστού σήμερα δίνει την εναλλακτική λύση.
Η χρήση φαρμάκων και η εξωσωματική γονιμοποίηση αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες κυήσεως, μετά από λεπτομερή εκτίμηση των δεδομένων κάθε ζευγαριού. Κυριότερος εκπρόσωπος είναι οι γοναδοτροπίνες, ορμόνες του ανθρωπίνου σώματος που φυσιολογικά προκαλούν ωρίμανση των ωοθυλακίων. Περιέχουν FSH ή LH ή συνδυασμό.
Προέρχονται από ούρα γυναικών ή τα νεότερα φάρμακα είναι αντίγραφα (φτιαγμένα στο εργαστήριο) των ανθρωπίνων ορμονών. Σκοπός είναι η παραγωγή αρκετών ωρίμων ωοθυλακίων και κατόπιν αρκετών καλών εμβρύων για την επίτευξη εγκυμοσύνης.
Η χρήση των φαρμάκων γενικά είναι ασφαλής και οι συνήθεις παρενέργειες ήπιες. Η χρήση τους αυξάνει τις πολύδυμες κυήσεις και την προωρότητα και γι αυτό, θα πει να μεταφέρονται ένα το πολύ δύο επιλεγμένα έμβρυα. Μία στις δέκα έως μία στις τέσσερις γυναίκες μπορεί να παρουσιάσει ήπια
«υπερδιέγερση» (συμπτώματα όμοια της φυσιολογικής ωορρηξίας), που συνήθως αυτοπεριορίζονται. Σοβαρά συμπτώματα θα παρουσιάσει το λιγότερο από το 1%. Η χρήση της κρυοσυντήρησης των εμβρύων και η καλή συνεργασία, μειώνουν την πιθανότητα της σοβαρής υπερδιέγερσης. Τέλος, μπορεί να παρατηρηθούν ήπιες παροδικές αλλαγές στη διάθεση.
Μετά τόσες δεκαετίες χρήσης, τα φάρμακα δεν φαίνεται να συσχετίζονται με αυξημένη πιθανότητα συγγενών ανωμαλιών των παιδιών. Πρόσφατες μελέτες και επανεξέταση παλαιοτέρων δεν συσχετίζουν τα φάρμακα με καρκινογένεση της γυναίκας.
Σήμερα έχουν γεννηθεί πάνω από 4.000.000 παιδιά χάρη στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, δίνοντας την ελπίδα στους γονείς για ένα δικό τους παιδί.