Οι άνδρες ή οι γυναίκες είναι καλύτεροι στο multitasking (πολυεργασία), δηλαδή την ταυτόχρονη εκτέλεση πολλαπλών εργασιών; Μην βιαστείτε να απαντήσετε, γιατί μια νέα μελέτη έρχεται να ανατρέψει όσα γνωρίζαμε έως σήμερα.
Τί ξέραμε; Ότι οι γυναίκες μπορούν ταυτοχρόνως να κάνουν πολλά πράγματα. Π.χ. μπορούν εύκολα να μαγειρεύουν, να μιλάνε στο τηλέφωνο και να συνεχίζουν τη δουλειά τους στο κομπιούτερ. Οι άνδρες όμως είναι καλύτεροι όταν κάνουν μία-μία τις δουλειές τους.
Κάποιες μελέτες μάλιστα είχαν υποδηλώσει πως ο εγκέφαλος των γυναικών είναι διαφορετικά συνδεδεμένος, ώστε να ευνοεί το multitasking.
Η νέα μελέτη, όμως, κατέληξε σε ένα εντελώς διαφορετικό συμπέρασμα. Όπως έδειξε, η διαφορά υπέρ των γυναικών είναι απλώς ένα στερεότυπο διότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ουσιώδης διαφορά μεταξύ των φύλων.
Στη μελέτη συμμετείχαν 48 άνδρες και 48 συνομήλικές τους γυναίκες που κλήθηκαν να κάνουν μερικά τεστ γραμμάτων και αριθμών. Τα τεστ ήταν τριών ειδών:
- Τεστ που απαιτούσαν εκτέλεση δύο εργασιών ταυτοχρόνως (ταυτόχρονο multitasking)
- Τεστ που απαιτούσαν συνεχείς εναλλαγές μεταξύ δύο εργασιών (διαδοχικό multitasking)
- Απλά τεστ που χρειάζονταν εκτέλεση μίας εργασίας
Οι ερευνητές μέτρησαν τους χρόνους αντίδρασης των εθελοντών τους, καθώς και την ακρίβειά τους στα τεστ.
Τα αποτελέσματα
Όπως διαπίστωσαν, η ακρίβεια και η ταχύτητα των εθελοντών ήταν σημαντικά μειωμένη με το multitasking. Οι διαφορές στις επιδόσεις ήταν παραπλήσιες στα δύο φύλα, ενώ και οι μεν και οι δε ήταν πολύ πιο γρήγοροι και ακριβείς στα απλά τεστ.
Τα ευρήματα αυτά προστίθενται σε εκείνα που αντικρούουν την γυναικεία επικράτηση στο multitasking, λένε οι ερευνητές.
«Τα ευρήματά μας παρέχουν ισχυρές ενδείξεις ότι δεν υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές μεταξύ των φύλων στις επιδόσεις στο multitasking», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Dr Patricia Hirsch, από το Πανεπιστήμιο RWTH στο Άαχεν, της Γερμανίας.
Όσον αφορά τις μελέτες που είχαν δείξει ότι υπάρχει διαφορά, αυτές ίσως εξέτασαν διαφορετικές δραστηριότητες στις οποίες ίσως είναι αποδοτικότερες οι γυναίκες.
Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στο τεύχος της 14ης Αυγούστου 2019 της επιστημονικής επιθεώρησης PLoS One.