Η διπολική διαταραχή είναι μία διαταραχή διάθεσης, που χαρακτηρίζεται από εναλλαγές πολύ κακής (χαμηλής) διάθεσης με υπερβολική καλή (υψηλή). Παλαιότερα ήταν γνωστή ως μανιοκατάθλιψη, με την «μανία» να θεωρείται η υπερθυμία («υψηλή» διάθεση) που προκαλεί.
Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο στην ιατρική επιθεώρηση JAMA, η διπολική διαταραχή υπολογίζεται ότι προσβάλλει 40 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο (ή το περίπου 2% του παγκόσμιου πληθυσμού). Τα συμπτώματά της τυπικά αρχίζουν σε ηλικία 15-25 ετών, συχνά με ένα αρχικό επεισόδιο κατάθλιψης.
Η διπολική διαταραχή μπορεί να έχει διάφορους τύπους. Οι πάσχοντες από διπολική διαταραχή τύπου Ι έχουν τουλάχιστον 1 επεισόδιο μανίας και επεισόδια κατάθλιψης. Το επεισόδιο μανίας τους προκαλεί αυξημένη διάθεση ή ευερέθιστο συναίσθημα, που διαρκεί τουλάχιστον 1 εβδομάδα και μπορεί να χρειασθεί νοσηλεία. Στη διάρκεια αυτού του επεισοδίου εκδηλώνουν:
- Παρορμητικότητα
- Ριψοκίνδυνη συμπεριφορά
- Ανησυχία
- Ιδέες μεγαλείου
- Σκέψεις που «τρέχουν» στο μυαλό τους
- Μειωμένη ανάγκη για ύπνο
- Αυξημένη παραγωγικότητα
- Διαταραγμένη κρίση
Οι ασθενείς με διπολική διαταραχή τύπου ΙΙ έχουν υπομανία (ηπιότερη μορφή μανίας) επί τουλάχιστον 4 συνεχόμενες ημέρες και 1 επεισόδιο κατάθλιψης που έχει προηγηθεί.
Διάγνωση και συνοδά προβλήματα
Η διάγνωση γίνεται με βάση τα επεισόδια κατάθλιψης και μανίας/υπομανίας των ασθενών. Οι γιατροί πρέπει να ρωτούν όλους τους ασθενείς με κατάθλιψη για τυχόν συμπτώματα μανίας, όπως:
- Υπερβολική ενεργητικότητα
- Μειωμένη ανάγκη για ύπνο
- Αυξημένη σεξουαλικότητα
- Αυξημένη («υψηλή)» ή ευερέθιστη ψυχική διάθεση
Τα μέλη της οικογενείας των ασθενών συχνά παρέχουν πληροφορίες για την πρόσφατη συμπεριφορά του ασθενούς και τις αποφάσεις που λαμβάνει. Είναι σημαντικό να γίνεται νωρίς η διάγνωση και θεραπεία της διπολικής διαταραχής, διότι έτσι μπορεί να βελτιωθεί η πρόγνωσή της.
Υπολογίζεται ότι το σχεδόν 70% των ασθενών με διπολική διαταραχή πάσχουν ταυτοχρόνως και από μία αγχώδη διαταραχή. Λίγο περισσότεροι από τους μισούς έχουν επίσης διαταραχή λήψης ουσιών. Το σχεδόν ένα τρίτο έχουν διαταραχή προσωπικότητας και το περίπου 10-20% έχουν ταυτοχρόνως διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ).
Πώς γίνεται η θεραπεία
Η φαρμακευτική αγωγή είναι η κύρια θεραπεία για την διπολική διαταραχή, αλλά δεν είναι η μόνη. Οι περισσότεροι πάσχοντες χρειάζονται θεραπεία δια βίου για να:
- Μειωθούν τα συμπτώματα μανίας ή κατάθλιψης που τους ταλαιπωρούν
- Να αποφύγουν τις υποτροπές
- Να βελτιωθεί η λειτουργικότητα και η ποιότητα ζωής τους
Η θεραπεία προσαρμόζεται στα συμπτώματα του ασθενούς και στην τυχόν ύπαρξη άλλων ψυχικών διαταραχών. Λαμβάνεται επίσης υπ’ όψιν η ανταπόκριση του ασθενούς σε προηγούμενη θεραπεία και οι προσωπικές προτιμήσεις του. Οι θεραπευτικές επιλογές τυπικά είναι 1 ή περισσότερα από τα εξής:
- Φάρμακα όπως σταθεροποιητικά της ψυχικής διάθεσης και άτυπα αντιψυχωσικά
- Ψυχοθεραπεία για να μειωθούν οι υποτροπές και τα συμπτώματα, να ελαττωθούν οι νοσηλείες και να βελτιωθεί η συμμόρφωση στην φαρμακευτική αγωγή
- Νοσηλεία, εάν η κρίση του ασθενούς διαταραχθεί σοβαρά στη διάρκεια ενός επεισοδίου μανίας
Στους ασθενείς με σοβαρή διπολική διαταραχή που δεν βελτιώνεται με τις άλλες θεραπείες μπορεί να γίνει ηλεκτροσπασμοθεραπεία. Κατ’ αυτήν χορηγούνται υπό αναισθησία ηλεκτρικές ώσεις στον εγκέφαλο.
Η πρόγνωση
Η διπολική διαταραχή μπορεί να έχει πολλές και σοβαρές επιπλοκές. Οι κυριότερες είναι η καρδιοπάθεια και ο αυξημένος κίνδυνος αυτοκτονίας, που μειώνουν το προσδόκιμο ζωής κατά 12-14 χρόνια.
Η διαταραχή διάθεσης σχετίζεται επίσης με το μεταβολικό σύνδρομο, την παχυσαρκία, το κάπνισμα και τον τύπου 2 διαβήτη. Είναι απαραίτητο οι ασθενείς να λαμβάνουν μέτρα για να μειώσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, όπως συστηματική γυμναστική, προσεγμένη διατροφή και διακοπή του καπνίσματος.
Φωτογραφία: iStock