Ο κίνδυνος αυτοκτονίας είναι κατά δυόμιση φορές μεγαλύτερος τον πρώτο χρόνο μετά τη διάγνωση καρκίνου, σε σχέση με τα ποσοστά αυτοκτονίας στο γενικό πληθυσμό, σύμφωνα με μια αμερικανο-γερμανική επιστημονική μελέτη, τη μεγαλύτερη του είδους της μέχρι σήμερα.
Η αύξηση του κινδύνου διαφέρει ανάλογα με το είδος του καρκίνου που διαγιγνώσκεται.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος αφορά κατά σειρά τους καρκίνους παγκρέατος, πνευμόνων και παχέος εντέρου, ενώ ο κίνδυνος αυτοκτονίας δεν αυξάνει ιδιαίτερα σε περιπτώσεις διάγνωσης καρκίνου μαστού και προστάτη.
Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστόνης, καθώς και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Charite του Βερολίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Cancer» της Αμερικανικής Εταιρείας Καρκίνου, ανέλυσαν στοιχεία για 4,67 εκατομμύρια καρκινοπαθείς, από τους οποίους οι 1.585 αυτοκτόνησαν μέσα στο επόμενο από τη διάγνωση έτος.
Η δεύτερη αμερικανική έρευνα βρήκε ότι οι καρκινοπαθείς έχουν υπερτετραπλάσια πιθανότητα να αυτοκτονήσουν σε σχέση με όσους δεν έχουν καρκίνο. Και αυτή η μελέτη συμπέρανε ότι ο κίνδυνος ποικίλλει ανάλογα με το είδος του καρκίνου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον ογκολόγο Νίκολας Ζαόρσκι του Ινστιτούτου Καρκίνου του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature Communications», ανέλυσαν στοιχεία για πάνω από 8,6 εκατομμύρια ασθενείς που είχαν διαγνωσθεί με μεταστατικό καρκίνο, από τους οποίους οι 13.311 είχαν αυτοκτονήσει.
Ενώ μια παλαιότερη έρευνα του 2002 είχε βρει ότι ο κίνδυνος αυτοκτονίας μεταξύ των καρκινοπαθών είναι σχεδόν διπλάσιος σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, η νέα μελέτη βρήκε ότι είναι πάνω από τέσσερις φορές μεγαλύτερος.
Στην ομάδα υψηλού κινδύνου για αυτοκτονία ανήκουν άνδρες, ασθενείς νεότερης ηλικίας και ασθενείς με καρκίνους πνευμόνων, κεφαλής-λαιμού, όρχεων και λεμφώματα. Ο κίνδυνος αυτοκτονίας υποχωρεί σημαντικά πέντε χρόνια μετά τη διάγνωση, αλλά παραμένει υψηλός σε μερικούς καρκίνους όπως το λέμφωμα Hodgkin και των όρχεων.
Από το ΑΠΕ-ΜΠΕ