Το να έχεις ένα ταίρι, έναν σύντροφο να μοιράζεστε τα προβλήματα και τα άγχη και να υποστηρίζετε ο ένας τον άλλον, μπορεί να σας «γλιτώσει» από την κατάθλιψη, όπως δείχνει μια νέα έρευνα.
Συγκεκριμένα, η αγαμία συσχετίστηκε με 79% υψηλότερο κίνδυνο συμπτωμάτων κατάθλιψης σε σύγκριση με σε όσους είναι παντρεμένοι.
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Human Behaviour, διαπίστωσε ότι ο κίνδυνος κατάθλιψης για τους ανύπαντρους θα μπορούσε να είναι υψηλότερος στους άνδρες και σε εκείνους που είχαν περισσότερη εκπαίδευση.
Οι συγγραφείς προτείνουν ότι τα χαμηλότερα ποσοστά σε κατάθλιψη μεταξύ των παντρεμένων μπορεί να οφείλεται στο ότι τα ζευγάρια είναι σε θέση να υποστηρίζουν κοινωνικά το ένα το άλλο, να έχουν καλύτερη πρόσβαση σε οικονομικούς πόρους και να έχουν θετική επιρροή ο ένας στην ευημερία του άλλου.
Δείτε επίσης: Μοναξιά στη μέση ηλικία: Πόσο αυξάνει τον κίνδυνο άνοιας και νόσου Αλτσχάιμερ
Οι επιστήμονες ανέλυσαν δεδομένα σε περισσότερους από 100.000 ανθρώπους σε επτά χώρες ( ΗΠΑ, Μεξικό, Ιρλανδία, Νότια Κορέα, Κίνα, Βρετανία και Ινδονησία), για μια περίοδο επτά έως 18 ετών.
«Η ανάλυσή μας μεταξύ των χωρών δείχνει ότι τα άγαμα άτομα μπορεί να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο κατάθλιψης και οποιεσδήποτε προσπάθειες για τον μετριασμό αυτού του κινδύνου θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους ρόλους του πολιτισμικού πλαισίου, της σεξουαλικής επαφής, του μορφωτικού επιπέδου και της χρήσης ουσιών», δήλωσε ο Kefeng Li από το Πανεπιστήμιο του Μακάο στην Κίνα.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το ποσοστό για τους διαζευγμένους και τους χωρισμένους, οι οποίοι είχαν 99% υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν κατάθλιψη. Επίσης, οι χήρες είχαν 64% υψηλότερο κίνδυνο από εκείνους που ήταν παντρεμένοι. Όλα τα ζευγάρια που αναλύθηκαν στην μελέτη ήταν ετεροφυλόφιλα.
Οι άγαμοι στις δυτικές χώρες είχαν υψηλότερο κίνδυνο κατάθλιψης από εκείνους στις ανατολικές χώρες, σύμφωνα με τη μελέτη.
Δείτε επίσης: Τα 3 μοτίβα των ανθρώπων που είναι μονίμως single
Περίπου 280 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν κατάθλιψη, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 5% του παγκόσμιου ενήλικου πληθυσμού, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).
Φωτογραφία iStock