Τι σχέση έχει ο ύπνος με την… ομολογία ενός εγκλήματος!

  • Μιχάλης Θερμόπουλος
ύπνος
Η στέρηση ύπνου αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα να κάνει κάποιος ψευδείς ομολογίες για κάποιο δήθεν έγκλημα, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα. Η μελέτη χαρακτηρίζεται «ορόσημο», επειδή για πρώτη φορά επιβεβαιώνει επιστημονικά τις σχετικές υποψίες και ανοίγει το δρόμο να αμφισβητηθούν ακόμη και δικαστικές αποφάσεις που έχουν προκύψει μετά από σκληρές ανακριτικές μεθόδους.

Άνθρωποι από τους οποίους στερείται ο ύπνος για ένα 24ωρο, έχουν 4,5 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να κάνουν ψευδή ομολογία μετά από πίεση. Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι «ένας ανησυχητικά μεγάλος αριθμός ανθρώπων καταδικάζονται για εγκλήματα που δεν διέπραξαν».

Νομικοί θεωρούν πολύ πιθανό ότι η εν λόγω επιστημονική έρευνα θα αξιοποιηθεί μελλοντικά στις αίθουσες των δικαστηρίων. «Πρόκειται πράγματι για ορόσημο», δήλωσε ο Λόρενς Σέρμαν, επικεφαλής του Ινστιτούτου Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, σύμφωνα με το «New Scientist».

Εδώ και πολλά χρόνια, οι εγκληματολόγοι -και όχι μόνο -έχουν εγείρει το ζήτημα της αξιοπιστίας των ομολογιών μετά από ανάκριση. Δεν είναι σπάνιες οι φορές που άνθρωποι έχουν καταδικαστεί εξαιτίας τέτοιων ψευδών ομολογιών. Σύμφωνα με την οργάνωση «Innocent Project», σχεδόν μία στις τέσσερις εσφαλμένες καταδίκες οφείλεται σε ψευδή ομολογία και η αιτία συχνά είναι η στέρηση ύπνου, στην οποία έχουν υποβάλει τον ένοχο οι αστυνομικές και άλλες ανακριτικές αρχές (στρατιωτικές, μυστικές υπηρεσίες κ.α.). Σύμφωνα με μια άλλη πρόσφατη μελέτη, εκτιμάται ότι ένας στους 25 ανθρώπους που καταδικάζεται σε θάνατο στις ΗΠΑ, είναι αθώος.

Σε μερικές χώρες, όπως η Μ. Βρετανία, απαγορεύεται στην αστυνομία -εκτός από πολύ επείγουσες περιπτώσεις- να ανακρίνει ανθρώπους που δεν έχουν κοιμηθεί τουλάχιστον οκτώ ώρες κατά το τελευταίο 24ωρο, ενώ όλη η ανάκριση πρέπει να βιντεοσκοπείται, αλλά στις περισσότερες χώρες (όπως οι ΗΠΑ), τέτοια νομοθεσία δεν υπάρχει. Όμως ίσως η νέα επιστημονική έρευνα οδηγήσει σε αναθεώρηση των σχετικών κανονισμών.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια Κίμπερλι Φεν του Τμήματος Ψυχολογίας του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το «Science», πραγματοποίησαν ένα έξυπνο πείραμα με 88 εθελοντές φοιτητές. Οι τελευταίοι, αφού εκτέλεσαν μια σειρά απο εργασίες σε έναν υπολογιστή, μετά χωρίσθηκαν σε δύο ομάδες, που είτε κοιμήθηκαν οκτώ ώρες, είτε παρέμειναν ξύπνιοι όλο το βράδυ.

Το επόμενο πρωί, κατηγορήθηκαν ότι δήθεν είχαν εξαφανίσει μόνοι τους τα στοιχεία πατώντας ένα πλήκτρο στον υπολογιστή τους (που στην πραγματικότητα ποτέ δεν είχαν πατήσει), παρόλο που είχαν προειδοποιηθεί να μην το κάνουν. Όταν κλήθηκαν να ομολογήσουν την υποτιθέμενη ενοχή τους, το έπραξαν με την πρώτη, χωρίς καθόλου πίεση, οι μισοί (22 από τους 44) από όσους είχαν στερηθεί τον ύπνο τους, έναντι μόνο 18% όσων είχαν κοιμηθεί κανονικά.

Όσο πιο νυσταγμένος ένιωθε κανείς και όσο χαμηλότερο δείκτη νοημοσύνης είχε, τόσο πιθανότερο ήταν να ομολογήσει ψευδώς την ενοχή του. Μάλιστα, όταν οι ερευνητές επέμεναν και άσκησαν κάποια πίεση, αυξήθηκε κι άλλο ο αριθμός (30 από 44) όσων άϋπνων έκαναν ψευδή ομολογία. Μπορεί κανείς να φανταστεί ότι, σε πραγματικές συνθήκες ανακριτικής πίεσης, δεν θα είναι τόσο δύσκολη η απόσπαση ψευδούς ομολογίας από ανθρώπους που δεν έχουν κοιμηθεί καθόλου.

«Πρόκειται για την πρώτη άμεση απόδειξη ότι η στέρηση ύπνου αυξάνει την πιθανότητα κάποιος να ομολογήσει λανθασμένα κάτι που ποτέ δεν συνέβη. Είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα για να κατανοήσουμε τον ρόλο της στέρησης ύπνου στις ψευδείς ομολογίες», δήλωσε η Φεν. Όπως είπε, τα ευρήματα αυτά αποτελούν πηγή ανησυχίας, καθώς πολλές ανακρίσεις γίνονται -σκοπίμως ή όχι- από τα μεσάνυχτα έως τα χαράματα, ενώ μερικές διαρκούν ακόμη και πάνω από 24 ώρες.

Μεταξύ άλλων, η CIA συστηματικά χρησιμοποιεί τη στέρηση ύπνου ακόμη και για διαστήματα μίας εβδομάδας, για να «σπάσει» έναν ύποπτο. Και δεν είναι η μόνη που καταφεύγει σε τέτοιες μεθόδους. Ήδη από την εποχή της Ιεράς Εξέτασης η μέθοδος είχε αξιοποιηθεί δεόντως.

Από το ΑΠΕ-ΜΠΕ