Βουλιμία: Πως μπορεί να βοηθήσει η ψυχοθεραπεία;
Πρόκειται για διαταραγμένες διατροφικές συνήθειες που προέρχονται συνήθως από καταπιεσμένα συναισθηματικά θέματα, τα οποία δεν μπορεί το άτομο να αντιμετωπίσει μόνο του, με αποτέλεσμα να γίνεται βλαβερό προς τον εαυτόν του. Η Ψυχογενής Βουλιμία, για παράδειγμα, υποκρύπτει συναισθηματικές ανάγκες και βαθιά ψυχολογικά προβλήματα, που αποδεικνύεται ότι δεν μπορούν να ικανοποιηθούν μέσα από την υπερβολική διατροφή, λένε οι ειδικοί.
Η λέξη “βουλιμία”, προέρχεται από τις λέξεις “βους” (βόδι) και “λιμός” (πείνα). Σε ελεύθερη απόδοση, είναι αυτός ο οποίος όταν πεινάει, τρώει “σαν βόδι”, δηλαδή ο άνθρωπος που καταναλώνει τροφή σε μεγάλες ποσότητες.
Υπολογίζεται ότι πάνω από 90-95% των βουλιμικών ατόμων είναι γυναίκες, ενώ στις έφηβες κοπέλες εμφανίζεται σε ποσοστό από 1% έως 3%. Στους άνδρες η βουλιμία συναντάται στο 1/10 των παραπάνω ποσοστών.
Βουλιμία και συννοσηρότητες
Ποια είναι, όμως, τα ψυχολογικά θέματα που οδηγούν στη βουλιμία; Και με ποιες άλλες ψυχικές ασθένειες συνδέεται;
Ο κ. Γιώργος Παπαγεωργίου, Bsc (Psychology) University of London, MSc (Health Psychology) University of Central Lancashire, μέλος της Διεθνούς Ένωσης Σχεσιακής Ψυχανάλυσης (IARPP) – ΗΠΑ, διευθυντής και επόπτης επιστημονικού προσωπικού στην ΨΥΧΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ (psychikifrontida.gr), απαντά:
“Η καλά κρυμμένη -αλλά απολύτως υπαρκτή- μεγάλη δυσαρέσκεια των βουλιμικών για το σώμα τους, παράγει έντονο και διαρκές αρνητικό συναίσθημα, το οποίο μπορεί να συνδέεται ή και να προκαλεί ακόμα και κατάθλιψη. Άλλα δυσάρεστα ψυχικά φαινόμενα που συνυπάρχουν με τη βουλιμία (αυτά που λέμε συννοσηρότητες) είναι οι διαταραχές στη διάθεση, το άγχος, οι διαταραχές προσωπικότητας, η μείωση της λειτουργικότητας στο κοινωνικό πλαίσιο κ.α.”.
Σύμφωνα με τον κύριο Παπαγεωργίου, υπάρχει άμεση στατιστική συσχέτιση της βουλιμίας με την παρουσία κατάθλιψης και διαταραχών άγχους, ενώ το φαινόμενο φαίνεται να συνδέεται, επίσης, και με αναφορές χαμηλής αυτοεκτίμησης, ιστορικό σωματικής κακοποίησης καθώς και ιστορικό χρήσης ουσιών.
“Έτσι, η καθαρά βιολογική αντιμετώπιση των επιπτώσεων της βουλιμίας μέσα από δίαιτες αδυνατίσματος και γυμναστήριο, αποδεικνύονται συχνά ανεπαρκείς λύσεις, αν δεν συνυπάρχει έντονη ψυχοθεραπευτική στήριξη”, εξηγεί ο ειδικός και επισημαίνει ότι, αποτελέσματα από τη δίαιτα μπορεί να υπάρξουν, αλλά τις περισσότερες φορές μετά από 6 έως 12 μήνες τα συμπτώματα της βουλιμίας και τα περιττά κιλά επιστρέφουν.
“Δεν ευθύνεται η οποιαδήποτε δίαιτα γι’ αυτό, καθώς η επιστροφή στην υπερφαγία, συνδέεται με την ψυχική ανάγκη που δημιούργησε το πρόβλημα, η οποία τελικά δεν έχει αντιμετωπιστεί”, αναφέρει..
Παχυσαρκία, βουλιμία, κληρονομικότητα και εγκέφαλος
Η κληρονομικότητα παίζει σημαντικό ρόλο στην παχυσαρκία και μάλιστα μελέτες δείχνουν, ότι η επιρροή της αγγίζει το 40% των περιστατικών. Το υπόλοιπο ποσοστό (60%) σχετίζεται με παράγοντες κοινωνικού περιβάλλοντος που έχουν προκύψει μετά τη γέννηση, ή ακόμα και με ζητήματα προσωπικής ευθύνης.
“ Η επιρροή της κληρονομικότητας αποδεικνύεται, με το χαρακτηριστικό παράδειγμα των υιοθετημένων παιδιών, το βάρος των οποίων συσχετίζεται περισσότερο με το βάρος των βιολογικών τους γονέων απ’ ότι με το βάρος των θετών γονέων, που τα ανατρέφουν. Επίσης τα παιδιά βουλιμικών γονέων έχουν τετραπλάσιες πιθανότητες από το μέσο όρο να εκδηλώσουν την ίδια διαταραχή στη ζωή τους».
Η βουλιμική συμπεριφορά, ωστόσο, εξηγείται και από την έλλειψη αισθήματος κορεσμού (η ψυχική αίσθηση του «χόρτασα»), η οποία συμβαίνει, όταν στον εγκέφαλο του πάσχοντα από τη διαταραχή, αργεί πολύ να ενεργοποιηθεί η διαδικασία του κορεσμού. Υπεύθυνη ουσία που προωθεί το αίσθημα κορεσμού είναι η σεροτονίνη, αναφέρει ο Διευθυντής της Ψυχικής Φροντίδας και συμπληρώνει:
“Υπάρχουν πολλές αναφορές ότι φάρμακα που δρουν ενάντια στην κατάθλιψη, δηλαδή τα αντικαταθλιπτικά, αυξάνουν τη δραστηριότητα της σεροτονίνης, δηλαδή της ουσίας που έχει επίσης αποδειχθεί ότι προωθεί το αίσθημα του κορεσμού. Φαίνεται λοιπόν ότι όσοι είναι σε αγωγή αντικαταθλιπτικών “χορταίνουν” σημαντικά νωρίτερα!! απ΄ όταν πριν λάβουν αγωγή. Κι αυτή η προκαλούμενη μείωση του αισθήματος πείνας νιώθουν ότι τους βοηθάει στην αρχική τους προσπάθεια απώλειας βάρους. Και δυστυχώς, αρκετοί το εφαρμόζουν από μόνοι τους, χωρίς ιατρική συμβουλή προς αυτό, πράγμα απαράδεκτο. Τέτοιο αίσθημα ξεγελά, ως ενθαρρυντικό για αρχή, όμως, ΔΕΝ υπάρχει χρησιμότητα τελικά μετά τη λήξη της αγωγής. Χωρίς ψυχοθεραπεία, οι περισσότεροι δυστυχώς υποτροπιάζουν και επανέρχονται στην πρότερη κατάσταση βάρους και κατάθλιψης”.
Εννέα στους δέκα που κάνουν διατροφή και άσκηση χωρίς ψυχοθεραπεία “επιστρέφουν” στην παχυσαρκία
Στην προσπάθεια να καταπολεμήσει τη βουλιμία του, το άτομο συχνά θα κάνει κάποιες ιδιαίτερα ηρωικές προσπάθειες να χάσει κιλά, όπως είναι, η αυστηρή νηστεία ή η υπερβολική σωματική άσκηση. Δυστυχώς όμως, όπως αναφέρει ο κ. Γιώργος Παπαγεωργίου, ενώ αυτά τα προγράμματα χρειάζονται χρόνο και κόπο για να αποδώσουν, διακόπτονται από ξαφνικές σύντομες κρίσεις υπερφαγίας, οι οποίες υπερνικούν.
“Υπάρχουν δηλαδή άνθρωποι που ζουν σε συνθήκες ασιτίας για δύο 24ωρα και μέσα σε μισή ώρα μπορεί να καταναλώσουν θερμίδες δύο ημερών. Είναι προφανές, λοιπόν, πως η ψυχική ανάγκη υπερνικά ένα στείρο συμπεριφορικό πρόγραμμα. Και μπορώ να σας αναφέρω, επίσης, ότι τα επεισόδια υπερφαγίας αυξάνονται κατά τη διάρκεια της εφαρμογής μιας δίαιτας αδυνατίσματος, ενώ προηγουμένως μπορεί να ήταν λιγότερα”, τονίζει ο ειδικός.
Ενώ οι 7 στους 10 βουλιμικούς, σύμφωνα με έρευνες, μπορεί να φέρουν αξιόλογα αποτελέσματα με την εφαρμογή μιας σκληρής διατροφής ή άσκησης, μόλις ο 1 στους 10 παραμένει πιστός στην απόφασή του να χάσει βάρος. Ενώ οι 2 στους 10 όχι μόνο επανέρχονται στις “παλιές” τους συνήθειες, αλλά και επιδεινώνονται σημαντικά.
Στο συντριπτικό ποσοστό του 90% (δηλαδή οι 9 στους 10) στο τέλος επιστρέφουν στα περιττά κιλά.
“Είναι πολύ δυνατή η ψυχική ανάγκη που παράγει αυτό το φαινόμενο”, λέει ο Διευθυντής της Ψυχικής Φροντίδας και συμπληρώνει: “Μετά από ένα, το πολύ δύο έτη, τα περιττά κιλά επιστρέφουν σε ποσοστό πάνω από 90%. Δυστυχώς το βραχυπρόθεσμο αποτέλεσμα είναι εύκολο. ‘Όσο όμως η ψυχική ανάγκη που δημιούργησε την πρώτη διαταραχή έχει παραμείνει αθεράπευτη, τα περιττά κιλά μακροπρόθεσμα -σε ένα 1 έως 2 έτη- θα επανέλθουν”.
Ωστόσο, οι άνθρωποι που υποφέρουν από διαταραχές πρόσληψης τροφής συνήθως έχουν άρνηση να παραδεχθούν το πρόβλημά τους κι έτσι είναι ιδιαίτερα δύσκολο να εμπλακούν στη διαδικασία της ψυχοθεραπείας. Και για αυτήν, χρειάζεται η εσωτερική τους βούληση να αλλάξουν ψυχικώς και να αποφασίσουν να επισκεφθούν έναν ειδικό.