Όσοι αναρρώνουν από ένα έμφραγμα του μυοκαρδίου ή μαθαίνουν πως πάσχουν από κάποιο καρδιαγγειακό νόσημα, δικαίως ανησυχούν για τις αλλαγές που θα φέρει η πάθησή τους στη ζωή τους. Ένας κρυφός, συχνός φόβος όμως είναι αν θα κατορθώσουν να ανακτήσουν ή να διατηρήσουν τη σεξουαλική τους ζωή.
«Η αλήθεια είναι ότι το έμφραγμα οδηγεί συχνά σε μειωμένη σεξουαλική δραστηριότητα και λειτουργικότητα. Αυτό οφείλεται εν μέρει στον φόβο των ασθενών και των ερωτικών συντρόφων τους ότι το σεξ μπορεί να προκαλέσει νέο έμφραγμα ή να οδηγήσει σε καρδιακή ανακοπή. Ωστόσο αυτό συμβαίνει πολύ σπανιότερα απ’ ό,τι νομίζουν», επισημαίνει ο χειρουργός ουρολόγος-ανδρολόγος δρ Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης, πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου.
Επιπλέον, η απώλεια της ερωτικής ζωής μπορεί να μην είναι το καλύτερο που έχουν να κάνουν. Και αυτό διότι συχνά αποτελεί εμπόδιο στην ανάρρωσή τους, αφού συμβάλλει στην ανάπτυξη κατάθλιψης, η οποία είναι πολύ συχνή μετά το έμφραγμα.
Η απώλεια της ερωτικής ζωής μπορεί ακόμα να δοκιμάσει τις αντοχές της σχέσης και να μειώσει την ποιότητα ζωής. Επιπρόσθετα, όταν ο ασθενής είναι νέος, μπορεί να πλήξει και τη μελλοντική απόκτηση παιδιών.
Τα επιστημονικά δεδομένα, όμως, είναι ξεκάθαρα: Αν απολαμβάνατε μία υγιή σεξουαλική σχέση με τον/την σύντροφό σας πριν το έμφραγμα, κατά πάσα πιθανότητα θα μπορέσετε να την ανακτήσετε μετά την ανάρρωση. Και αν μόλις διαγνωσθήκατε με ένα καρδιολογικό πρόβλημα, πάλι θα μπορέσετε να έχετε μια ενεργή σεξουαλική ζωή.
Πόσο συχνό είναι το έμφραγμα στο σεξ
Ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος κοστίζει ετησίως εκατοντάδες χιλιάδες ζωές στη Δύση (μόνο στις ΗΠΑ υπερβαίνουν τις 300.000). Ωστόσο λιγότερο από το 1% των περιστατικών σχετίζονται με τη σεξουαλική δραστηριότητα.
Στην πραγματικότητα, λιγότεροι από ένας στους 100 άνδρες υφίστανται έμφραγμα ή ανακοπή καρδιάς στη διάρκεια του σεξ, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στην ιατρική επιθεώρηση Journal of the American College of Cardiology.
Επιπλέον, σε μελέτη του Καρδιολογικού Ινστιτούτου του Ιατρικού Κέντρου Cedars-Sinai, στο Λος Άντζελες, από τα 4.500 περιστατικά αιφνιδίου καρδιακού θανάτου που εξετάστηκαν, μόνο τα 34 εκδηλώθηκαν κατά τη διάρκεια ή μέσα σε μία ώρα από την σεξουαλική επαφή.
Αρκετές μελέτες, εξ άλλου, έχουν δείξει ότι το τακτικό σεξ παρέχει οφέλη στην υγεία ακόμα και μετά το έμφραγμα. Μία από τις πιο πρόσφατες έδειξε ότι η επιστροφή στη σεξουαλική ζωή μέσα σε 1-2 μήνες, βελτιώνει μακροπρόθεσμα την επιβίωση. Μάλιστα όσο νωρίτερα μετά το έμφραγμα ανακτά ο ασθενής την ερωτική του ζωή, τόσο το καλύτερο.
Πότε μπορεί να ξαναρχίσει το σεξ μετά το έμφραγμα
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας (AHA) και του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας (ACC), ένας ασθενής που έχει υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου μπορεί να ανακτήσει τη σεξουαλική δραστηριότητα ακόμα και 1 εβδομάδα μετά το επεισόδιο, εφόσον:
- Το έμφραγμα δεν του έχει προκαλέσει επιπλοκές ΚΑΙ
- Δεν έχει καρδιολογικά συμπτώματα, όταν ασχολείται με ήπιας έως μέτριας εντάσεως φυσική δραστηριότητα
Αντίστοιχα, η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Καρδιολογίας (ESC) τονίζει ότι η ανάκτηση της σεξουαλικής δραστηριότητας μετά το έμφραγμα δεν πρέπει να αναβάλλεται, εφόσον ο ασθενής αντέχει τη φυσική δραστηριότητα.
«Το σεξ είναι μία μορφή φυσικής δραστηριότητας και γι’ αυτό αυξάνει τον καρδιακό παλμό και την αρτηριακή πίεση», εξηγεί ο χειρουργός ουρολόγος-ανδρολόγος δρ Χρήστος Φλιάτουρας, επιστημονικός διευθυντής του Ανδρολογικού Ινστιτούτου. «Η αιφνίδια, έντονη φυσική δραστηριότητα μπορεί καμιά φορά να οδηγήσει στο έμφραγμα. Ωστόσο η σεξουαλική δραστηριότητα είναι χαμηλής έντασης δραστηριότητα και πολύ σύντομη. Θεωρείται πολύ πιο ήπια απ’ ό,τι το γκολφ, η κηπουρική ή η ποδηλασία. Πιθανώς είναι αντίστοιχη με τη βάδιση σε ίσιο έδαφος με ταχύτητα περίπου 5 χιλιομέτρων την ώρα».
Επιπλέον, όσο πιο τακτικά ασχολείται ένας ασθενής με άλλα είδη φυσικής δραστηριότητας, τόσο λιγότερο κινδυνεύει να υποστεί καρδιακό επεισόδιο στη διάρκεια του σεξ.
Η πρακτική σημασία
Τα δεδομένα αυτά ενδεχομένως αρκούν για να καταλαγιάσουν τους φόβους των ασθενών. Επομένως, λένε οι ειδικοί, μπορούν κάλλιστα να κάνουν σεξ εάν μετά το έμφραγμα είναι σε θέση:
- Να ανέβουν μια σκάλα με τα πόδια ή
- Να περπατήσουν με γρήγορο βήμα 1,5 χιλιόμετρο ή
- Να κάνουν τζόκινγκ για 1,5 χιλιόμετρο χωρίς δυσκολία
Αρκεί, βέβαια, να είναι σταθερό το καρδιολογικό πρόβλημά τους και να μην έχουν καρδιολογικά συμπτώματα.
Πότε πρέπει να διακοπεί το σεξ
Αντιθέτως, πρέπει να διακόψουν αμέσως κάθε φυσική δραστηριότητα (ακόμα και το σεξ) και να καλέσουν επειγόντως τον γιατρό, αν στη διάρκειά της αισθανθούν:
- Πόνο στο στήθος
- Δύσπνοια
- Καρδιακή αρρυθμία
- Ναυτία ή δυσπεψία
Ο ρόλος των φαρμάκων και της στυτικής δυσλειτουργίας
Εκτός πάντως από την καρδιά καθαυτή, την επιστροφή στη σεξουαλική ζωή μετά το έμφραγμα μπορεί να επηρεάσουν και άλλοι παράγοντες, όπως:
- Τα φάρμακα που παίρνει ο ασθενής
- Τα προβλήματα στύσης που του έχει προκαλέσει η αθηροσκλήρωση
Όταν ένας άνθρωπος έχει αθηροσκλήρωση (δηλαδή στενώσεις) στις στεφανιαίες αρτηρίες της καρδιάς, πιθανώς έχει και στις αρτηρίες του υπόλοιπου σώματος, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του πέους. Χωρίς επαρκή αιμάτωση, όμως, είναι δύσκολη η απόκτηση και διατήρηση καλής στύσης, με επακόλουθο την στυτική δυσλειτουργία.
Υπολογίζεται ότι το τουλάχιστον 50% των ανδρών εκδηλώνουνστυτική δυσλειτουργία μετά το έμφραγμα. Οι ασθενείς αυτοί πρέπει να συμβουλεύονται τους ιατρούς τους πριν λάβουν χάπια για να βελτιώσουν τη στύση τους.
Ειδικά όσοι λαμβάνουν νιτρώδη για το καρδιολογικό πρόβλημά τους (π.χ. νιτρώδες αμύλιο ή νιτρικά άλατα σε οποιαδήποτε μορφή) δεν μπορούν να λάβουν σιλδεναφίλη και άλλα φάρμακα για τη στυτική δυσλειτουργία.
Πολλά καρδιολογικά (και όχι μόνο) φάρμακα, εξάλλου, μπορεί να έχουν τη στυτική δυσλειτουργία ως ανεπιθύμητη ενέργεια. Ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνονται:
- Αντικαταθλιπτικά
- Αντιυπερτασικά
- Διουρητικά
- Αντιαρρυθμικά φάρμακα
«Για όλα τα προαναφερθέντα, οι ασθενείς πρέπει να συζητούν με τον καρδιολόγο τους το συντομότερο μετά το έμφραγμα ή τη διάγνωση ενός καρδιολογικού προβλήματος. Όσοι ταυτοχρόνως αντιμετωπίζουν πρόβλημα στυτικής δυσλειτουργίας, πρέπει να ενημερώνουν αντίστοιχα και τον ανδρολόγο τους, ώστε η διεπιστημονική ομάδα να βρει την καλύτερη λύση γι’ αυτούς», καταλήγει ο κ. Κωνσταντινίδης.
Φωτογραφία: iStock