Ο καρκίνος είναι μία από τις επίφοβες ασθένειες, αλλά ολοένα περισσότεροι άνθρωποι τον νικούν και μπορούν να συνεχίσουν φυσιολογικά τη ζωή τους. Ωστόσο η σεξουαλική υγεία παραμένει ανικανοποίητη ανάγκη για πολλούς από αυτούς. Ταυτοχρόνως αποτελεί σημαντική απειλή για την ποιότητα ζωής τους.
Αυτό τονίζουν ερευνητές και ειδικοί, επισημαίνοντας ότι πρέπει πλέον να αναγνωριστεί ως ένα σημαντικό πρόβλημα. «Πρέπει να πάψουμε να εικάζουμε αυθαίρετα ότι η απουσία σεξουαλικής δραστηριότητας δεν ενοχλεί τους επιζήσαντες ή και τους ασθενείς με καρκίνο, ανεξαρτήτως ηλικίας», λέει ο Dr. Don S. Dizon, διευθυντής Ιατρικής Ογκολογίας στο Νοσοκομείο του Ρόουντ Άιλαντ.
«Οι ασθενείς συχνά διστάζουν να πουν στο γιατρό ότι η θεραπεία τούς έχει προκαλέσει σεξουαλικές παρενέργειες. Από πλευρά τους, οι ογκολόγοι δεν είναι εκπαιδευμένοι στη φροντίδα επιζώντων από καρκίνο. Έτσι, συχνά αισθάνονται ανεπαρκώς προετοιμασμένοι να θίξουν το θέμα των σεξουαλικών ανησυχιών με τους ασθενείς» εξηγεί ο επιστημονικός διευθυντής του Ανδρολογικού Ινστιτούτου δρ Χρήστος Φλιάτουρας.
Το πρώτο βήμα για τη βελτίωση της φροντίδας των ανθρώπων αυτών είναι ο έλεγχος για ζητήματα που επηρεάζουν τη σεξουαλική υγεία και την οικειότητα. Απαραίτητη είναι ακόμα η εξοικείωση με τη σχετική συζήτηση, επισημαίνει η ογκολόγος Dr. Areej El-Jawahri, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.
«Εάν ο επαγγελματίας υγείας αισθάνεται άνετα να αναφέρεται και να συζητάει για τη σεξουαλική υγεία, δημιουργεί ένα άνετο περιβάλλον για τον ασθενή να μοιραστεί τις ανησυχίες του», τονίζει.
Η Dr. El-Jawahri, η οποία είναι διευθύντρια στο Πρόγραμμα Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης, σημειώνει ότι οι ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες αντιμετωπίζουν πολλούς από τους ίδιους κινδύνους σεξουαλικής υγείας με τους ασθενείς με συμπαγείς όγκους.
Κατευθυντήριες οδηγίες από το 2017
Ήδη από το 2017 η Αμερικανική Εταιρεία Κλινικής Ογκολογίας (ASCO) έχει εκδώσει κατευθυντήριες οδηγίες για να βοηθήσει τους ογκολόγους να διαχειριστούν την σεξουαλική υγεία των ασθενών τους.
Σύμφωνα με αυτές, τη συζήτηση πρέπει να ανοίξει μέλος της ομάδας των ειδικών που περιθάλπει τον ασθενή. Πρέπει επίσης να του προσφερθεί ψυχοκοινωνική και/ή ψυχοσεξουαλική συμβουλευτική για τη βελτίωση:
- Της σεξουαλικής απόκρισης
- Της εικόνας του σώματος
- Της οικειότητας
- Των προβλημάτων στη σχέση
- Της συνολικής σεξουαλικής λειτουργίας και ικανοποίησης
Τι γίνεται στην πράξη
Στην πράξη, όμως, αυτά δεν γίνονται. Αυτό τουλάχιστον υποδηλώνει βιβλιογραφική ανασκόπηση του 2021 που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση Journal of Cancer Survivorship. Όπως έδειξε, οι επαγγελματίες υγείας πρέπει να βελτιώσουν τις επικοινωνιακές τους δεξιότητες τόσο δια ζώσης όσο και διαδικτυακά. Και αυτό διότι ασθενείς και θεραπευμένοι εξακολουθούν να τονίζουν ότι λαμβάνουν ανεπαρκή φροντίδα.
«Σύμφωνα με τους συγγραφείς, ως φαίνεται υπάρχει αποσύνδεση μεταξύ της υποστήριξης και της εφαρμογής της κατάλληλης φροντίδας, η οποία μπορεί να έγκειται στον τρόπο αναγνώρισης και αντιμετώπισης προβλημάτων στο κλινικό περιβάλλον», λέει ο κ. Φλιάτουρας.
Αντίστοιχο έλλειμμα στην σεξουαλική υγεία αποτύπωσε και έρευνα του 2020 που διεξήχθη σε ογκολογικούς ασθενείς. Σε αυτήν συμμετείχαν 391 ασθενείς με καρκίνο του μαστού, του ενδομητρίου, της ουροδόχου κύστης, του προστάτη και του ορθού.
Οι εννέα στους δέκα ανέφεραν σεξουαλικές παρενέργειες μετά τη θεραπεία τους. Ωστόσο μόλις το 28% είπαν ότι ρωτήθηκαν από τον γιατρό τους για τη σεξουαλική υγεία τους.
Σε κάθε περίπτωση, «οι ογκολόγοι πρέπει να είναι ξεκάθαροι σχετικά με τους κινδύνους και τις τοξικότητες που συνδέονται με τη θεραπεία προτού οι ασθενείς την ξεκινήσουν, συμπεριλαμβανομένων και των σεξουαλικών παρενεργειών», καταλήγει ο κ. Φλιάτουρας.
Φωτογραφία: istock