Iatropedia

Διαβήτης: Γιατί χρειάζεστε μικρές βελόνες για τις εγχύσεις ινσουλίνης

Τι κίνδυνος υπάρχει με τις μεγάλες βελόνες. Ο ρόλος του σωματικού βάρους και της ηλικίας.

Αν πάσχετε από σακχαρώδη διαβήτη και κάνετε εγχύσεις ινσουλίνης, προσέξτε το μέγεθος που έχουν οι βελόνες που χρησιμοποιείτε. Αν είναι πολύ μεγάλες, μπορεί να επηρεαστεί η απορρόφηση του φαρμάκου, αναφέρει μία Ελληνίδα ειδικός.

«Η σωστή τεχνική ένεσης είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της βέλτιστης δράσης της ινσουλίνης και των άλλων ενέσιμων φαρμάκων για τη θεραπεία του διαβήτη», λέει η κυρία Γεωργία Κάσση, διευθύντρια ΕΣΥ Ενδοκρινολογίας-Διαβήτη-Μεταβολισμού στο Νοσοκομείο Αλεξάνδρα, στην Αθήνα. Όπως εξηγεί η σωστή τεχνική συμπεριλαμβάνει:

Πόσο βαθιά πρέπει να γίνεται η έγχυση

Μια σύριγγα ινσουλίνης ή μια βελόνα πένας που είναι πολύ μεγάλη, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο να γίνει η ένεση στον μυ. Οι ενδομυϊκές εγχύσεις ινσουλίνης προκαλούν περισσότερη ενόχληση και μεταβάλλουν την απορρόφηση της ινσουλίνης.

Κανονικά, η ινσουλίνη πρέπει να εγχέεται στον υποδόριο ιστό, δηλαδή στην περιοχή ακριβώς κάτω από το δέρμα. Για να εξασφαλιστεί αυτό, συνιστώνται βελόνες για εγχύσεις ινσουλίνης μήκους 4 χιλιοστών (mm).

«Όλοι μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν, αν και τα παιδιά πρέπει να είναι προσεκτικά διότι έχουν ελαφρώς λεπτότερη επιδερμίδα από τους ενήλικες μέχρι να φτάσουν την εφηβεία», επισημαίνει η κυρία Κάσση. «Τα 4 mm είναι αρκετά για να διαπεράσει η βελόνα το δέρμα και να φτάσει στο υποδόριο λίπος, όπου είναι το σημείο που πρέπει να καταλήξει η ινσουλίνη».

Αυτό ισχύει και για τα παχύσαρκα άτομα, τονίζει. «Βελόνες με μήκος πάνω από 4 mm δεν συνιστώνται, διότι σε τέτοια περίπτωση η έγχυση της ινσουλίνης θα γίνει ενδομυϊκά. Δεν αλλάζει το πάχος του δέρματος επειδή κάποιος είναι παχύσαρκος», εξηγεί η κυρία Κάσση.

Οι κίνδυνοι από τις ενδομυϊκές εγχύσεις

«Εκτός από τα παιδιά, ιδιαίτερη προσοχή χρειάζονται οι πολύ αδύνατοι ενήλικες, για να αποφύγουν τις ενδομυϊκές εγχύσεις», προειδοποιεί η ιατρός. «Η χρήση κοινών βελονών σύριγγας σε πολύ μικρά παιδιά και υπερβολικά αδύνατους ενήλικες δεν συνιστάται καθόλου, λόγω του αυξημένου κινδύνου ενδομυϊκής έγχυσης. Ειδικά γι’ αυτές τις πληθυσμιακές ομάδες συνιστάται καλύτερα πένα ινσουλίνης».

Οι ενδομυϊκές εγχύσεις ινσουλίνης μπορεί να οδηγήσουν σε επεισόδια χαμηλού σακχάρου (υπογλυκαιμία), λόγω της ταχύτερης απορρόφησής της ορμόνης. Μπορεί επίσης να προκαλέσουν πόνο, μώλωπες  και αιμορραγία.

Για να γίνει σωστά η έγχυση, τα παιδιά κάτω των 6 ετών, οι έφηβοι και οι πολύ αδύνατοι ενήλικες πρέπει πάντοτε να κάνουν την ένεση δημιουργώντας πτυχή στο δέρμα. Όλοι οι υπόλοιποι μπορούν να κάνουν ένεση χωρίς πτυχή.

Η ινσουλίνη πρέπει να ενίεται σε άθικτο υποδόριο ιστό (δεν πρέπει να υπάρχει πληγή, όζος δηλαδή «γρομπαλάκι» κ.λπ.). Η δράση της δεν επηρεάζεται από το βάθος του υποδορίου ιστού στο οποίο θα γίνει η έγχυση.

Ρόλο στην καλή έγχυση παίζει και η διάμετρος της βελόνας. Προτιμώνται όσες έχουν διάμετρο 31-32 G, που συνιστώνται σε όλους (και στους παχύσαρκους ασθενείς).

Σε ποια σημεία γίνονται οι εγχύσεις

Σε ποια σημεία του σώματος, όμως, πρέπει να γίνονται οι εγχύσεις; Είναι πολλά και διαφορετικά, κατά την κυρία Κάσση. Όλα επιλέγονται με τρόπο ώστε:

Τα πιο συνηθισμένα σημεία και οι εγχύσεις ινσουλίνης που προτιμώνται στο καθένα είναι τα εξής:

Μετά τις εγχύσεις ινσουλίνης, να μετράτε έως το 10 πριν βγάλετε την βελόνα, για να παραμείνει στον οργανισμό όλη η δόση της ινσουλίνης που κάνατε, συνιστά η κυρία Κάσση.

Να θυμάστε, τέλος, ότι αν δείτε μια σταγόνα αίμα βγάζοντας τη βελόνα, έχετε κατά λάθος τρυπήσει ένα μικρό αγγείο. Όταν η έγχυση γίνεται σωστά, αυτό δεν συμβαίνει. Τα καλά νέα είναι πως η απορρόφηση της ινσουλίνης δεν επηρεάζεται από αυτό το λάθος.

Φωτογραφία: iStock