Κορονοϊός: Με κέρματα ή χαρτονομίσματα μεταδίδεται πιο εύκολα;
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Γιοχάνες Κνόμπλοχ του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Αμβούργου-Έπεντορφ, που παρουσίασαν τη μελέτη τους στο πλαίσιο του φετινού συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Κλινικής Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νόσων, μελέτησαν γνωστά βακτήρια, αλλά όχι ιούς πάνω στα χρήματα, όμως έδωσαν μια πιο επίκαιρη διάσταση στα ευρήματά τους εν μέσω πανδημίας.
Διαβάστε επίσης:
Κορονοϊός: ΕΤΣΙ εξελίσσονται τα συμπτώματα μέρα-με-τη-μέρα
Κορονοϊός Συμπτώματα: Διαφορές ανάμεσα σε COVID-19, εποχική γρίπη και κοινό κρυολόγημα
Κορονοϊός: Καλύτερα να γίνονται οι πληρωμές ανέπαφα μέσω κάρτας
Όπως δήλωσε ο δρ Κνόμπλοχ, «πιστεύω ότι ο κίνδυνος μετάδοσης του κορονοϊού μέσω των χρημάτων, ακόμη και των χαρτονομισμάτων, είναι πολύ μικρότερος από ό,τι η επαφή πρόσωπο με πρόσωπο με κάποιον άλλο άνθρωπο. Όσον αφορά την τρέχουσα πανδημία Covid-19, αν είναι ανάγκη να χρησιμοποιηθούν μετρητά για πληρωμές, καλύτερα να είναι κέρματα παρά χαρτονομίσματα. Παρόλα αυτά, είναι καλύτερα να γίνονται οι πληρωμές μέσω κάρτας ανέπαφα, ώστε να αποφεύγεται τελείως ο κίνδυνος των μετρητών».
Μια άλλη πρόσφατη μελέτη είχε δείξει ότι οι επιφάνειες που περιέχουν χαλκό (όπως τα κέρματα) διαθέτουν αντιική δράση κατά του ιού SARS-CoV-2, ο οποίος προκαλεί τη νόσο Covid-19, μειώνοντας σημαντικά -ακόμη και σε τέσσερις μόνο ώρες- το χρονικό διάστημα που ο ιός παραμένει μολυσματικός, σε σχέση π.χ. με τις επιφάνειες από πολυμερή υλικά (όπως τα χαρτονομίσματα), όπου ο ιός θα μπορούσε να επιβιώσει ακόμη και για μέρες.
Τα μετρητά είναι επιφάνειες που δέχονται πολλά διαδοχικά αγγίγματα και θεωρούνται ότι εμπλέκονται στη μετάδοση παθογόνων μικροοργανισμών (βακτηρίων και ιών). Η ύπαρξη χαλκού σε ποσοστό τουλάχιστον 75% στα κέρματα του ευρώ προσδίδει στα τελευταία μια αυξημένη αντίσταση κατά των μικροβίων.
Αυτό επιβεβαίωσε η νέα γερμανική έρευνα, που εξέτασε σε προσομοιωμένες ρεαλιστικές συνθήκες την αντιμικροβιακή δράση των κερμάτων του ευρώ (πέντε λεπτών, 50 λεπτών και ενός ευρώ), σε σύγκριση με τα χαρτονομίσματα των πέντε ευρώ. Το χαρτονόμισμα αυτό, όπως όλα τα άλλα χαρτονομίσματα του ευρώ, είναι φτιαγμένο από βαμβακερές ίνες.
Στα κέρματα του ενός και των δύο ευρώ το εσωτερικό «χρυσό» μέρος περιέχει 75% χαλκό, 20% ψευδάργυρο και 5% νικέλιο, ενώ το εξωτερικό «ασημένιο» τμήμα περιέχει 75% χαλκό και 25% νικέλιο. Τα κέρματα των δέκα, 20 και 50 λεπτών του ευρώ είναι φτιαγμένα από ένα ειδικό κράμα (Nordic gold), αποτελούμενο κατά 89% από χαλκό, 5% αλουμίνιο, 5% ψευδάργυρο και 1% κασσίτερο. Τα κέρματα του ενός, των δύο και των πέντε λεπτών έχουν φτιαχτεί από χάλυβα καλυμμένο με χαλκό.
Οι Γερμανοί ερευνητές δοκίμασαν κατά πόσο τα μετρητά μεταδίδουν τα βακτήρια του εντερόκοκκου (Enterococcus faecium) και του χρυσίζοντος σταφυλόκοκκου (Staphylococcus). Μέσα από εννέα ανεξάρτητα πειράματα, οι επιστήμονες βρήκαν ότι τόσο οι επιφάνειες των κερμάτων όσο και των χαρτονομισμάτων είχαν αρχικά μολυνθεί με παρόμοιο αριθμό βακτηριακών κυττάρων.
Η μικρότερη επιφάνεια των κερμάτων των πέντε λεπτών έχει ως αναμενόμενο αποτέλεσμα να μεταφέρουν λιγότερα βακτήρια σε σχέση με τα κέρματα των 50 λεπτών και του ενός ευρώ.
Η διαφορά μεταξύ κερμάτων με χαλκό και χαρτονομισμάτων είναι αισθητή μετά από 24 ώρες. Στα κέρματα των πέντε λεπτών, των 50 λεπτών και του ενός ευρώ τα βακτήρια του χρυσίζοντος σταφυλόκοκκου είχαν μειωθεί κατά 98,7% έως 99,5%, ενώ του εντερόκοκκου κατά 96,8% έως 99%, δηλαδή είχαν σχεδόν (αλλά όχι τελείως) εξαφανιστεί. Αντίθετα, μετά από μια μέρα ο αριθμός των βακτηρίων πάνω στα χαρτονομίσματα δεν είχε μειωθεί σχεδόν καθόλου.
«Αντίθετα με τα χαρτονομίσματα, τα κέρματα που περιέχουν χαλκό, εμφανίζουν αισθητή αντιμικροβιακή δράση. Πάντως στα περισσότερα πειράματα τα βακτήρια δεν εξαφανίσθηκαν εντελώς από τα κέρματα, συνεπώς τα τελευταία μπορούν να λειτουργήσουν ως φορείς για τη μετάδοση μικροβίων», συμπέραναν οι ερευνητές.
Από το ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Κορονοϊός: Μετά το εξιτήριο από ΜΕΘ οι ασθενείς αντιμετωπίζουν σοβαρά μακροχρόνια προβλήματα
Κορονοϊός: Τι πρέπει να γνωρίζουμε για τα 3 εμβόλια – Σε ποιο στάδιο βρίσκονται οι μελέτες