Η μελέτη διαπίστωσε ότι ο ανεπαρκής ύπνος μπορεί να αυξήσει έως και 95% την πιθανότητα έξαρσης συμπτωμάτων Χρόνιας Αποφρακτικής Πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ) σε σύγκριση με άτομα που κοιμούνται επαρκώς. Αυτές οι εξάρσεις, που εκδηλώνονται με αυξημένη δύσπνοια και βήχα, μπορεί τελικά να οδηγήσουν σε ανεπανόρθωτη βλάβη στους πνεύμονες, να επιταχύνουν την πορεία της νόσου και να αυξήσουν τη θνησιμότητα.
Τα ευρήματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό SLEEP. Σύμφωνα με τον επικεφαλής συγγραφέα, δε. Aaron Baugh, αυτό μπορεί εν μέρει να εξηγεί το γιατί οι Αφροαμερικανοί ασθενείς με ΧΑΠ συχνά τα πηγαίνουν χειρότερα από τους λευκούς ασθενείς.
“Οι Αφροαμερικανοί υπερεκπροσωπούνται σε γειτονιές χαμηλού εισοδήματος, όπου οι άνθρωποι είναι λιγότερο πιθανό να έχουν καλή ποιότητα ύπνου. Μπορεί να ζουν σε πολυσύχναστους χώρους με πολλούς συγκατοίκους και να έχουν λιγότερο άνετες συνθήκες ύπνου, όπως το να κοιμούνται στον καναπέ. Μπορεί, επίσης, να εργάζονται σε μια δουλειά χωρίς σταθερό ωράριο, κάτι που ευνοεί τις διαταραχές ύπνου”, είπε ο δρ. Baugh, σημειώνοντας ότι η έρευνα δείχνει ότι η στέρηση ύπνου σχετίζεται με πτώση των προστατευτικών κυτοκινών και των αντισωμάτων που καταπολεμούν τις λοιμώξεις.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 1.647 ασθενείς με αποδεδειγμένη ΧΑΠ. Εξέτασαν την εμφάνιση εξάρσεων (ορίζονται ως μια προσωρινή έξαρση των συμπτωμάτων που απαιτούν θεραπεία) με αυτοαναφερόμενες πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα του ύπνου σε μια περίοδο τριών ετών.
Ο κακός ύπνος αυξάνει τον κίνδυνο εξάρσεων ΧΑΠ από 25% σε 95%
Στην αρχή της μελέτης, ο μέσος όρος ηλικίας των συμμετεχόντων ήταν 65 ετών και το μέσο στάδιο της νόσου ήταν μέτριο. Πάνω από τους μισούς συμμετέχοντες (57%) ήταν άνδρες. Το 80% ήταν λευκοί και το 14% ήταν Αφροαμερικανοί. Όλοι ήταν νυν ή πρώην καπνιστές, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε τουλάχιστον μία αξιολόγηση ύπνου κατά την εγγραφή τους στην έρευνα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες με βέλτιστο ύπνο, εκείνοι στο βασικό επίπεδο κακού ύπνου είχαν 25% αυξημένη πιθανότητα έξαρσης εντός του επόμενου έτους, κάτι που αυξανόταν σχεδόν στο 95% μέσα στον επόμενο χρόνο για εκείνους με τον χειρότερο ύπνο.
Αυτό μπορεί να ισοδυναμεί με πιο έντονο αποτέλεσμα από τον αντίκτυπο του καπνίσματος σε μια περίοδο 40 ετών, έναντι μιας περιόδου 60 ετών, είπε ο δρ. Baugh.
Όπως ήταν αναμενόμενο, περισσότεροι Αφροαμερικανοί ανέφεραν κακό ύπνο από ότι οι λευκοί συμμετέχοντες: 63% έναντι 52%.
Η ανώτερη συγγραφέας και πνευμονολόγος δρ. Neeta Thakur, είπε ότι οι γιατροί που αξιολογούν ασθενείς με ΧΑΠ συχνά παραβλέπουν ερωτήσεις σχετικά με τον ύπνο. “Η υγιεινή του ύπνου και τα βοηθήματα ύπνου μπορεί να βελτιώσουν σημαντικά την υγεία τους”, είπε.
Πηγή: https://scitechdaily.com
φωτό: iStock
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Έλληνες πνευμονολόγοι: Ο ανεπαρκής ύπνος είναι απειλή για τη ζωή
Ύπνος: Γιατί χρειάζεσαι σκέπασμα για να κοιμηθείς ακόμα και όταν κάνει ζέστη