Χοληστερίνη: Όσο χαμηλότερα τόσο καλύτερα!
«Η χοληστερόλη του αίματος χωρίζεται σε δύο βασικές κατηγορίες. Την «κακή» LDL χοληστερόλη και την «καλή» HDL χοληστερόλη. Η LDL και η HDL μαζί αποτελούν την «Ολική Χοληστερόλη». Η υψηλότερη τιμή αναφοράς για την ολική χοληστερόλη σε υγιείς ενήλικες δεν θα πρέπει να ξεπερνάει τα 160 mg/dL» υπογράμμισε ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης, Καθηγητή Βιοχημείας – Κλινικής Χημείας, Τμήμα Χημείας, Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Αλέξανδρος Τσελέπης κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου. Και συνέχισε:
Σύμφωνα με τον κ. Τσελέπη, «η LDL χοληστερόλη είναι βλαπτική στον οργανισμό όταν κυκλοφορεί σε μεγάλες ποσότητες και τα υψηλά επίπεδά της αποτελούν έναν από τους βασικούς παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση της στεφανιαίας νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου»,
«Γι' αυτό και οι στόχοι που θέτουν οι γιατροί αφορούν βασικά στη μείωση της «κακής» LDL χοληστερόλης. Η υψηλότερη τιμή αναφοράς για την LDL χοληστερόλη σε υγιείς ενήλικες δεν θα πρέπει να ξεπερνάει τα 115 mg/dL».
Όσο χαμηλότερα, τόσο καλύτερα
Το χειρότερο είναι ότι μεγάλο ποσοστό ασθενών, οι οποίοι βρίσκονται σε θεραπεία παραμένουν αρρύθμιστοι και αντιμετωπίζουν μεγάλο κίνδυνο, χωρίς να το γνωρίζουν. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 85% των Ελλήνων ασθενών παραμένουν εκτός στόχων ρύθμισης.
Οι ειδικοί έκαναν λόγο για πολύ κρίσιμο ρόλο του γιατρού στη συμμόρφωση του ασθενούς στη θεραπεία. Εκτός από τη χορήγηση της ειδικής αγωγής, ο γιατρός πρέπει να καλεί τον πάσχοντα να αλλάζει τρόπο ζωής, διακόπτοντας την καπνιστική συνήθεια, ακολουθώντας την κατάλληλη δίαιτα, χάνοντας βάρος και ακολουθώντας πρόγραμμα σωματικής άσκησης.
Κατευθυντήριες Οδηγίες & Έλεγχος
Τον κρίσιμο ρόλο της διάγνωσης και αντιμετώπισης των αυξημένων λιπιδίων, ανέδειξε ο κ. Χρήστος Πίτσαβος. Εξήγησε πως όταν τα λιπίδια του οργανισμού, δηλαδή η χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια είναι αυξημένα, τότε λέμε ότι έχουμε δυσλιπιδαιμία.
Σύμφωνα με τις Κατευθυντήριες Οδηγίες του 2014 της Ελληνικής Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης για τη Διάγνωση και Αντιμετώπιση των δυσλιπιδαιμιών, θα πρέπει να κάνουν προληπτικές εξετάσεις όλοι οι άντρες άνω των 40 ετών και όλες οι γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση.
Κρίσιμες είναι οι εξετάσεις σε άτομα με αθηροσκληρωτική νόσο, ανεξάρτητα από την ηλικία ή τα κλινικά ευρήματα, καθώς και σε πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη ανεξάρτητα από την ηλικία, χρόνια νεφρική νόσο, υπέρταση, χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα (λύκος, αρθρίτιδες), σεξουαλική δυσλειτουργία, καπνιστές, υπέρβαροι και παχύσαρκοι.
Σε προληπτικές εξετάσεις πρέπει να υποβάλλονται συγγενείς ατόμων με κληρονομικές διαταραχές λιπιδίων, παιδιά με κληρονομικό ιστορικό υπερλιπιδαιμίας ή καρδιαγγειακής νόσου ή άλλους παράγοντες κινδύνου και άτομα με οικογενειακό ιστορικό πρώιμης στεφανιαίας νόσου.
Αφού γίνουν οι εξετάσεις, τότε ο γιατρός θέτει έναν στόχο για τα επίπεδα της «κακής» LDL χοληστερόλης ανάλογα με το πόσο κινδυνεύει ένας άνθρωπος να πάθει ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο (έμφραγμα ή εγκεφαλικό επεισόδιο). Αν ένας ασθενής έχει ήδη πάθει ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο ή έχει διαβήτη ή χρόνια νεφρική νόσο τότε είναι πολύ υψηλού κινδύνου και ο στόχος για την «κακή» LDL χοληστερόλη είναι κάτω από 70 mg%. Αν ένας άνθρωπος δεν έχει κάτι από τα παραπάνω ο γιατρός υπολογίζει την πιθανότητα να συμβεί ένα θανατηφόρο καρδιαγγειακό επεισόδιο με τη βοήθεια του ελληνικού ΣΚΟΡ.
Αν αυτή η πιθανότητα είναι μεγάλη ή ο ασθενής έχει κληρονομικά πολύ αυξημένη χοληστερόλη ή πάσχει από κάποιο χρόνιο φλεγμονώδες αυτοάνοσο νόσημα, τότε ο στόχος για την «κακή» LDL χοληστερόλη είναι κάτω από 100 mg%. Όσοι, τέλος, έχουν μέτρια ή μικρή πιθανότητα να πάθουν ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο ιδανικά πρέπει να έχουν «κακή» LDL χοληστερόλη κάτω από 115 mg%.
Προκειμένου να πετύχουμε αυτούς τους στόχους ο γιατρός συστήνει δίαιτα και άσκηση, ενώ σε πολλές περιπτώσεις χρειάζεται η χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής. Η βάση της θεραπείας είναι οι στατίνες, ενώ αν δεν πετύχουμε το στόχο της «κακής» LDL χοληστερόλης μόνο με στατίνη, χρειάζεται και η προσθήκη δεύτερου φαρμάκου.