Συνεχείς εναλλαγές της περιβαλλοντικής θερμοκρασίας παρατηρούνται την τελευταία εβδομάδα στη χώρα μας. Οι μέρες με έντονη ζέστη εναλλάσσονται με πιο δροσερές ημέρες και νύχτες. Ωστόσο, οι ασθενείς με αυξημένα επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα δεν πρέπει να εφησυχάζουν. Γι’ αυτούς, όλες οι θερμοκρασίες πάνω από 26-27 βαθμούς Κελσίου μπορεί να είναι επικίνδυνες, κυρίως όταν συνδυάζονται με αυξημένη υγρασία.
Αυτό αναφέρουν ειδικοί από την Ελληνική Ενδοκρινολογική Εταιρεία, εξηγώντας ότι η ρύθμιση της σωματικής θερμοκρασίας είναι μία πολύπλοκη διαδικασία, η οποία δεν λειτουργεί πάντοτε ομαλά στους διαβητικούς ασθενείς.
«Η θερμορρύθμιση εμπλέκει πολλά όργανα και ιστούς. Τα κυριότερα είναι ο εγκέφαλος, το δέρμα, η καρδιά, τα αγγεία και οι νεφροί», λέει ο ενδοκρινολόγος Δρ. Γεώργιος Παπαγεωργίου, ταμίας της Ελληνικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας. «Οι πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη έχουν αυξημένη πιθανότητα διαταραχής του συστήματος της θερμορρύθμισης, εξαιτίας των βλαβών που μπορεί να προκαλέσει η νόσος στα όργανα που συμμετέχουν σε αυτό».
Η διατήρηση σταθερής της εσωτερικής θερμοκρασίας έχει ζωτική σημασία για την υγεία. «Φυσιολογικά η εσωτερική θερμοκρασία μας πρέπει να είναι γύρω στους 37 βαθμούς Κελσίου. Ακόμα και αύξηση της τάξης των 1-3 βαθμών μπορεί να έχει σοβαρές επιπλοκές, οδηγώντας γρήγορα στη θερμική εξάντληση και τη θερμοπληξία», εξηγεί. «Οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, ακριβώς επειδή μπορεί να έχουν ανεπαρκή θερμορρύθμιση, κινδυνεύουν συχνότερα από τις παραπάνω επιπλοκές, για την αντιμετώπιση των οποίων θα απαιτηθεί νοσηλεία σε νοσοκομείο».
Η καρδιαγγειακή προσαρμογή
Ποιοι είναι, όμως, οι θερμορρυθμιστικοί μηχανισμοί που μπορεί να υπολειτουργούν στα άτομα με διαβήτη; «Μελέτες έχουν δείξει πως όταν κάνει πολλή ζέστη, τα άτομα με διαβήτη έχουν χαμηλότερη ροή αίματος στο δέρμα. Έχουν επίσης μειωμένη εφίδρωση. Οι αντιδράσεις αυτές έχουν άμεσες συνέπειες στη θερμορρύθμιση», απαντά η ενδοκρινολόγος Δρ. Γεωργία Κάσση, ειδική γραμματέας της Ελληνικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας, διευθύντρια ΕΣΥ, επιστημονικά υπεύθυνη του Ενδοκρινολογικού Τμήματος του Νοσοκομείου Αλεξάνδρα.
Μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους της θερμορρύθμισης είναι η καρδιαγγειακή προσαρμογή, εξηγεί. «Όταν κάνει ζέστη, το αίμα πρέπει να κατευθυνθεί προς την περιφέρεια του σώματος για να αποβληθεί θερμότητα μέσω του δέρματος. Αυτό προϋποθέτει διαστολή των αιμοφόρων αγγείων. Στα ευάλωτα άτομα με δυνητικά μειωμένη καρδιαγγειακή εφεδρεία, ο μηχανισμός της αγγειοδιαστολής μπορεί να υπολειτουργεί», λέει.
Η μειωμένη καρδιαγγειακή ικανότητα είναι μία από τις κυριότερες, μακροπρόθεσμες επιπλοκές του σακχαρώδους διαβήτη, προσθέτει ο Δρ. Παπαγεωργίου. Η επιπλοκή αυτή σχετίζεται με τις βλάβες που προκαλεί σταδιακά το αυξημένο σάκχαρο στα αγγεία και στα νεύρα όλου του σώματος.
Η ρύθμιση του σακχάρου
Τη δυσανεξία που έχουν οι διαβητικοί ασθενείς στη ζέστη εντείνει το γεγονός ότι «το θερμικό stress μπορεί να επέμβει στον γλυκαιμικό έλεγχο, δηλαδή στη ρύθμιση των επιπέδων γλυκόζης αίματος», λέει ο ενδοκρινολόγος Δρ. Φιλώτας Ταλίδης, ειδικός γραμματέας της Ελληνικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας.
Όπως εξηγεί, η ζέστη μπορεί να αλλάξει τις ιδιότητες απορρόφησης και διάχυσης της ινσουλίνης. Μπορεί επίσης να επηρεάσει διάφορες αντιρρυθμιστικές ορμόνες οι οποίες παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαχείριση της αυξημένης γλυκόζης αίματος.
Πρακτικά αυτό σημαίνει πως «όταν έχει ζέστη, η ινσουλίνη απορροφάται πιο γρήγορα από τον οργανισμό. Το επακόλουθο είναι να μειώνεται εξίσου γρήγορα η γλυκόζη αίματος και να αυξάνεται σημαντικά ο κίνδυνος βαριάς υπογλυκαιμίας», προειδοποιεί.
Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι στους ασθενείς με διαβήτη δεν λειτουργεί καλά το κέντρο θερμορρύθμισης του εγκεφάλου. Αυτό βρίσκεται στον υποθάλαμο και συντονίζει όλα τα άλλα όργανα. Επιπλέον, οι ασθενείς με διαβήτη αφυδατώνονται πιο γρήγορα από τον γενικό πληθυσμό, καθώς ένα από χαρακτηριστικά συμπτώματά τους είναι η πολυουρία. Αυτό σημαίνει ότι αποβάλλουν μεγάλες ποσότητες υγρών από το σώμα τους, τις οποίες πρέπει να αναπληρώνουν αμέσως. Η αφυδάτωση μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα γλυκόζης αίματος, η οποία με τη σειρά της αυξάνει ακόμα περισσότερο την ούρηση! Έτσι, αρχίζει ένας φαύλος κύκλος, που μπορεί τελικά να θέσει σε κίνδυνο τον ασθενή, τονίζει ο Δρ. Ταλίδης.
«Η αφυδάτωση είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για τους ασθενείς με τύπου 1 διαβήτη, που χρειάζονται καθημερινές εγχύσεις ινσουλίνης», προσθέτει. «Και αυτό διότι μειώνει τη ροή αίματος στο δέρμα. Το αποτέλεσμα είναι να μειώνεται η ικανότητα του οργανισμού να απορροφά την εγχεόμενη ινσουλίνη και η γλυκόζη να μην ρυθμίζεται ικανοποιητικά».
Ομάδες υψηλού κινδύνου
Μελέτες έχουν δείξει ότι η ζέστη είναι πιο επικίνδυνη για:
- Τους ασθενείς με φτωχό γλυκαιμικό έλεγχο (αρρύθμιστο διαβήτη)
- Τους ασθενείς που ήδη έχουν αναπτύξει μικροαγγειακές επιπλοκές, δηλαδή βλάβες στα μικρά αιμοφόρα αγγεία και στα νεύρα
- Τους ασθενείς που πάσχουν επί πολλά χρόνια από σακχαρώδη διαβήτη.
Αντιθέτως, ο καλός γλυκαιμικός έλεγχος και η διατήρηση καλής φυσικής κατάστασης ενδέχεται να καθυστερήσει την ανάπτυξη διαβητικών επιπλοκών και πιθανώς τη διαταραχή των θερμορρυθμιστικών μηχανισμών του οργανισμού, προσθέτει ο Δρ. Παπαγεωργίου.
Ο ρόλος της υγρασίας
Ακόμα, όμως, κι αν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος μοιάζει ικανοποιητική, ο συνδυασμός της με την υγρασία μπορεί να είναι επικίνδυνος.
Όπως λέει η Δρ. Κάσση, η εξάτμιση του ιδρώτα είναι ένας από τους κυριότερους μηχανισμούς θερμορρύθμισης. «Η εξάτμιση του ιδρώτα δροσίζει το δέρμα και έτσι αποβάλλεται θερμότητα από τον οργανισμό», αναφέρει. «Όταν όμως έχει αυξημένη υγρασία στην ατμόσφαιρα, δυσχεραίνεται αυτή η διαδικασία. Σε έναν υγιή άνθρωπο αυτό μπορεί να μην είναι επικίνδυνο. Σε έναν ασθενή με διαβήτη, όμως, μπορεί να υπάρξει πρόβλημα».
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ασθενείς με διαβήτη πρέπει να λαμβάνουν μέτρα προφύλαξης ακόμα και σε θερμοκρασίες 26-27 βαθμών Κελσίου που συνοδεύονται από υγρασία μόλις 40%, όπως συμβαίνει σε πολλά νησιά, τονίζει.
Στην πραγματικότητα, «όταν η περιβαλλοντική θερμοκρασία είναι 32 βαθμοί Κελσίου και έχει πολλή υγρασία, ο ασθενής με διαβήτη μπορεί να αισθάνεται και το σώμα του να αντιδρά σαν να έχει 40 βαθμούς», εξηγεί παραστατικά ο Δρ. Ταλίδης.
Συμβουλές προστασίας από τη ζέστη
Για να προστατευθούν οι ασθενείς με διαβήτη πρέπει κατ’ αρχάς να ελέγχουν καθημερινά την περιβαλλοντική θερμοκρασία. Όταν υπερβαίνει τους 27 βαθμούς Κελσίου υπό σκιάν και η υγρασία φτάνει ή ξεπερνά το 40%, πρέπει να λαμβάνουν μέτρα. Οι ειδικοί της Ενδοκρινολογικής Εταιρείας συνιστούν τα εξής:
- Να μένετε στη σκιά. Κάτω από τον ήλιο η περιβαλλοντική θερμοκρασία μπορεί να είναι μέχρι και 9 βαθμούς υψηλότερη απ’ ότι στη σκιά.
- Περιορίστε τις υπαίθριες δραστηριότητες. Η φυσική δραστηριότητα είναι ακρογωνιαίος λίθος για τον καλό γλυκαιμικό έλεγχο. Όχι όμως στη ζέστη και την υγρασία.
- Αν ο γιατρός σάς έχει διαγνώσει με νευροπάθεια, μπορεί να μην ιδρώνετε επαρκώς. Να αποφεύγετε τις κοπιώδεις δραστηριότητες στη ζέστη.
- Αν δεν τηρείτε τις οδηγίες του γιατρού σας και το σάκχαρό σας είναι αρρύθμιστο, πρέπει να είστε πάρα πολύ προσεκτικοί στις θερμοκρασίες πάνω από 26 βαθμούς Κελσίου. Πρέπει να αποφεύγετε όλες τις βαριές εργασίες και δραστηριότητες, διότι η υγεία σας κινδυνεύει.
- Να ντύνεστε με ελαφρά, άνετα και προστατευτικά βαμβακερά ρούχα στις θερμοκρασίες πάνω από 26-27 βαθμούς.
- Να παραμένετε σε κλειστούς, δροσερούς (κλιματιζόμενους) χώρους τις πιο ζεστές ώρες της ημέρας.
Αν αισθανθείτε αδιαθεσία, σταματήστε ό,τι κάνετε. Πηγαίνετε σε δροσερό χώρο και συμβουλευθείτε το γιατρό σας.
Για τη μέτρηση του σακχάρου
- Προσέξτε τα φάρμακα και τον εξοπλισμό σας. Μην αφήνετε εκτεθειμένα στη ζέστη (π.χ. στην παραλία, στο αυτοκίνητο) τα φάρμακα. Μπορεί να μειωθεί η αποτελεσματικότητά τους.
- Μην εκθέτετε στη ζέστη τους μετρητές σακχάρου, τα αναλώσιμά σας, τις αντλίες ινσουλίνης. Μπορείτε να φυλάτε την ινσουλίνη και την γλυκαγόνη στο ψυγείο όταν κάνει ζέστη και βρίσκεστε στο σπίτι. Μπορείτε επίσης να τις μεταφέρετε μαζί σας σε ψυγειάκι. Μην βάζετε όμως τα υπόλοιπα φάρμακα στο ψυγείο, εάν δεν το επιτρέπουν ρητώς στις συσκευασίες τους.
- Να μετράτε συχνότερα τα επίπεδα γλυκόζης αίματος. Να αναπροσαρμόζετε αναλόγως τις δόσεις των φαρμάκων που λαμβάνετε (με τη σύμφωνη γνώμη του θεράποντα ιατρού σας, βεβαίως).
- Nα ελέγχετε το σάκχαρό σας πριν, στη διάρκεια και μετά από κάθε έντονη φυσική δραστηριότητα. Αυτό ισχύει ακόμα κι αν πρόκειται για κολύμπι ή ρακέτες στην παραλία.
- Αν λαμβάνετε ινσουλίνη, πρέπει να αναπροσαρμόζετε κατάλληλα τη δόση της. Να θυμάστε ότι η ζέστη μπορεί να σας προκαλέσει και υπεργλυκαιμία (αυξημένη γλυκόζη αίματος) και υπογλυκαιμία (χαμηλή γλυκόζη αίματος).
Στην διατροφή
- Να πίνετε άφθονα υγρά. Μην περιμένετε να διψάσετε για να πιείτε νερό στη ζέστη. Η δίψα είναι ένδειξη ήπιας αφυδάτωσης. Θέστε ως στόχο να μην διψάτε καθόλου στη διάρκεια της ημέρας. Αν ιδρώνετε πολύ, πρέπει να αναπληρώνετε και τους ηλεκτρολύτες (νάτριο) που χάνετε.
- Μην πίνετε καφέδες, μπύρες, ενεργειακά ροφήματα ή/και αναψυκτικά με καφεΐνη για να ξεδιψάσετε. Μπορεί να διεγείρουν την αποβολή υγρών από τον οργανισμό σας ή/και να αυξήσουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα σας.
- Να έχετε πάντοτε μαζί σας ό,τι χρειάζεστε για να αντιμετωπίσετε τυχόν υπογλυκαιμία. Μπορεί να είναι ταμπλέτες ή τζελ γλυκόζης ή ακόμα κι ένας χυμός με ζάχαρη. Αν έχετε συχνά υπογλυκαιμία ή έχετε ιστορικό σοβαρής υπογλυκαιμίας, μην ξεχάσετε να έχετε μαζί σας την γλυκαγόνη σας.
- Να έχετε πάντοτε μαζί σας λίγα σνακ. Μπορούν να χρησιμεύσουν ως υποκατάστατα γεύματος, αποτρέποντας τις υπογλυκαιμίες. Συζητήστε με τον γιατρό σας για τις πιθανές επιλογές σας.
Στην παραλία
- Προστατευθείτε από τα ηλιακά εγκαύματα. Το έγκαυμα δημιουργεί πρόσθετο στρες στον οργανισμό και μπορεί να αυξήσει τη γλυκόζη στο αίμα σας.
- Μην περπατάτε ποτέ ξυπόλητοι, ούτε στην άμμο, ούτε πουθενά. Υπάρχει κίνδυνος να τραυματισθείτε ή να υποστείτε έγκαυμα στα πόδια σας και να μην το αντιληφθείτε.
Φωτογραφία: iStock