Iatropedia

Γαστρεντερίτιδα από σαλμονέλα: Πόσο σοβαρή είναι και τι επιπλοκές μπορεί να έχει

Πόσα κρούσματα καταγράφονται ετησίως και ποια χαρακτηριστικά συμπτώματα προκαλεί.

Αίσθηση προκάλεσε η είδηση ότι 40 άνθρωποι παρουσίασαν γαστρεντερίτιδα σε δύο κοινότητες της Μαγνησίας, με υπόνοιες για μόλυνση του πόσιμου νερού της περιοχής από σαλμονέλα.

Όπως ανακοίνωσε ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), τα κρούσματα άρχισαν να εκδηλώνονται στις 27 Μαΐου 2024 σε κατοίκους του Ριζομύλου και του Στεφανοβικείου. Από τους ασθενείς, οκτώ νοσηλεύονται στο Νοσοκομείο Βόλου. Επτά παιδιά νοσηλεύονται στην Παιδιατρική Κλινική και ένας υπερήλικας στην εντατική.

Η σαλμονέλλωση είναι μία αρκετά συχνή λοίμωξη. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναφέρονται ετησίως αρκετές χιλιάδες κρούσματα. Το 2022, λ.χ., αναφέρθηκαν 65.208 περιστατικά, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλείας των Τροφίμων (EFSA). Στην χώρα μας καταγράφονται κατά μέσον όρο 660 κρούσματα τον χρόνο.

Σύμφωνα με τον ΕΟΔΥ, η σαλμονέλα αποτελεί το δεύτερο συχνότερο βακτηριακό αίτιο τροφιμογενών λοιμώξεων στην Ευρώπη μετά το καμπυλοβακτήριο. Αποτελεί επίσης ένα από τα συχνότερα αίτια της διάρροιας των ταξιδιωτών.

Το βακτήριο εκ φύσεως φέρουν πλήθος οικόσιτων και άγριων ζώων. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται πουλερικά, χοίροι, βοοειδή, σκύλοι, γάτες, γαλοπούλες, ερπετά και αμφίβια. Ζώα και πουλιά συχνά είναι για χρόνια φορείς της σαλμονέλας. Αυτό όμως σπανίως συμβαίνει στους ανθρώπους.

Πώς μεταδίδεται

Η σαλμονέλα μεταδίδεται κυρίως με την κατανάλωση μολυσμένου με κόπρανα τροφίμου ή νερού. Η κατανάλωση ωμού ή ατελώς μαγειρεμένου μολυσμένου τροφίμου μπορεί να οδηγήσει σε λοίμωξη. Μπορεί επίσης ένα μολυσμένο τρόφιμο (π.χ. ένα λαχανικό) να μολύνει άλλα τρόφιμα στην κουζίνα, εάν π.χ. τοποθετηθούν στο ίδιο σκεύος.

Η μόλυνση ενός τροφίμου μπορεί να συμβεί και μέσω των μολυσμένων χεριών του ανθρώπου που τα χειρίζεται. Μάλιστα έχουν αναφερθεί επιδημίες σαλμονέλλωσης μέσω αυτού του τρόπου μετάδοσης.

Διαβάστε ακόμα Κρούσματα γαστρεντερίτιδας στη Μαγνησία: Υπερήλικας σε ΜΕΘ και 7 παιδιά σε νοσοκομείο – υποψίες για σαλμονέλα

Δεκάδες κρούσματα γαστρεντερίτιδας στη Μαγνησία – Εξετάζεται το πόσιμο νερό

Σε σπανιότερες περιπτώσεις η σαλμονέλα μεταδίδεται από άτομο σε άτομο μέσω της εντεροστοματικής οδού χωρίς τη μεσολάβηση ενδιάμεσου τροφίμου. Ο κίνδυνος αυτός είναι μεγαλύτερος κατά τη διάρκεια της οξείας διαρροϊκής φάσης της νόσου. Οφείλεται στην ανεπαρκή τήρηση των κανόνων υγιεινής. Παιδιά και ενήλικες με ακράτεια κοπράνων συμβάλλουν στη μετάδοση της νόσου.

Άλλοι σπάνιοι τρόποι μετάδοσης είναι η άμεση επαφή με ζώα, ο μητρικός θηλασμός, η επαφή με μολυσμένα με κόπρανα κλινοσκεπάσματα, παιχνίδια ή ρούχα κ.λπ.

Από την έκθεση στο βακτήριο έως την εκδήλωση της σαλμονέλλωσης (περίοδος επωάσεως) συνήθως περνούν 6 ώρες έως 3 ημέρες. Εξαρτάται από τον αριθμό των μικροοργανισμών που έχουν καταποθεί.

Τα περισσότερα κρούσματα εμφανίζονται μέσα σε 12-36 ώρες από την έκθεση. Ωστόσο έχουν αναφερθεί και περιστατικά εκδήλωσης συμπτωμάτων μετά από 16 ημέρες.

Ένας ασθενής είναι μεταδοτικός (περίοδος μεταδοτικότητας) για όσο χρονικό διάστημα αποβάλλει το παθογόνο με τα κόπρανα. Το διάστημα αυτό ποικίλει από αρκετές ημέρες έως και μήνες (κατά μέσον όρο είναι πέντε εβδομάδες).

Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα

Η μόλυνση από τη σαλμονέλα εκδηλώνεται ως οξεία γαστρεντερίτιδα που συνήθως εκδηλώνεται αιφνιδίως με:

Η κύρια επιπλοκή της σαλμονέλλωσης, ιδίως στα μικρά παιδιά και τους ηλικιωμένους, είναι η αφυδάτωση. Άλλες επιπλοκές είναι σπάνιες και συμπεριλαμβάνουν:

Οι επιπλοκές αυτές εκδηλώνονται κυρίως σε ομάδες υψηλού κινδύνου (βρέφη, ανοσοκατεσταλμένοι, άτομα με γαστρική αχλωρυδρία, άτομα με χαμηλή οξύτητα γαστρικού υγρού).

Οι θάνατοι από σαλμονέλλωση δεν είναι συχνοί. Κινδυνεύουν περισσότερο βρέφη, ηλικιωμένοι και ανοσοκατεσταλμένα άτομα.

Η θεραπεία

Η θεραπεία για την γαστρεντερίτιδα από σαλμονέλα κατά κανόνα είναι συμπτωματική. Ουσιαστικά στους ασθενείς γίνεται ενυδάτωση και αναπλήρωση των ηλεκτρολυτών που έχουν χάσει με τη διάρροια, τους εμέτους κ.λπ. Όταν το βακτήριο κάνει τον κύκλο του, η λοίμωξη θα υποχωρήσει.

Όταν δεν υπάρχουν επιπλοκές, δεν χορηγούνται αντιβιοτικά διότι υπάρχει κίνδυνος να παρατείνουν τη λοίμωξη. Αν όμως υπάρχει αυξημένος κίνδυνος να μπει το βακτήριο στο αίμα, τότε χορηγούνται για 3-5 ημέρες.

Πρέπει επίσης να αποφεύγεται η χορήγηση φαρμάκων που αναστέλλουν την εντερική κινητικότητα (αντιδιαρροϊκά), όπως η λοπεραμίδη. Και αυτό διότι ως φαίνεται  καθυστερούν την αποδρομή της λοίμωξης και αυξάνουν την ανάγκη λήψης αντιμικροβιακής θεραπείας, τονίζει ο ΕΟΔΥ.

Φωτογραφία: iStock