Δημήτρης Παρασκευής: Ποιους κινδύνους θα αντιμετωπίσουν οι επιζώντες σε Συρία – Τουρκία
Αγώνα ενάντια στον χρόνο δίνουν τα σωστικά συνεργεία για να ανασύρουν από τα ερείπια όσο το δυνατόν περισσότερες ανθρώπινες ζωές, την ώρα που οι ελπίδες για επιζώντες αρχίζουν σιγά – σιγά να σβήνουν, τόσο στη Συρία όσο και στην Τουρκία.
Τα επόμενα 24ωρα Τουρκία και Συρία, αναμένεται να περάσουν από τη φάση της αποστολής διάσωσης ανθρώπων στην επόμενη τιτάνια επιχείρηση: Αυτή της δημιουργίας συνθηκών διαβίωσης που θα εξασφαλίζουν ότι οι επιζώντες θα παραμείνουν ζωντανοί, μέσα στις άθλιες συνθήκες που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν.
Η δευτερογενής υγειονομική κρίση από το σεισμό, μπορεί να είναι εξίσου καταστροφική, προειδοποιούν οι ειδικοί.
Ο κ. Δημήτρης Παρασκευής, αν. Καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής και αντιπρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) για τα Μεταδοτικά Νοσήματα, υποστηρίζει μιλώντας στο iatropedia.gr ότι την πρώτη -οξεία μεν αλλά πολύ πιο σύντομη- φάση μετά τον σεισμό, (κατάρρευση υποδομών και κτιρίων, τραυματισμοί, εγκλωβισμοί και θάνατοι) θα ακολουθήσουν οι δραματικές υγειονομικές επιπτώσεις, οι οποίες μάλιστα θα έχουν διάρκεια.
“Πέραν του τεράστιου αριθμού των νεκρών και των τραυματιών, λόγω της κατάρρευσης των κτιρίων (που αυτό είναι το μεγάλο και άμεσο πρόβλημα, δηλαδή οι οξείες συνέπειες του σεισμού) πλέον δημιουργούνται προβλήματα, που αφορούν την επάρκεια και υγιεινή των υδάτινων πόρων και τον κίνδυνο για μετάδοση νοσημάτων που οφείλονται στις μη ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης”, αναφέρει.
Δείτε επίσης: Ανυπολόγιστη η ανθρωπιστική και υγειονομική κρίση σε Τουρκία και Συρία – Εκκενώθηκαν νοσοκομεία
ΠΟΥ: Χειρότερες οι δευτερογενείς επιπτώσεις, από τον ίδιο τον σεισμό
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) προειδοποίησε την Τετάρτη 8/9/23 ότι θα υπάρξει δευτερογενής υγειονομική κρίση στη ζώνη των σεισμόπληκτων περιοχών. Η κρίση αυτή μάλιστα, τόσο στη Συρία όσο και την Τουρκία, δεν αποκλείεται να αποδειχθεί χειρότερη κι από τον ίδιο τον σεισμό, όπως ανέφεραν οι αξιωματούχοι του ΠΟΥ.
Ο Ρόμπερτ Χόλντεν, διευθυντής αντιμετώπισης σεισμών και φυσικών καταστροφών του ΠΟΥ, τόνισε πως πλέον υπάρχουν πολλοί επιζώντες στην ύπαιθρο, οι οποίοι θα κληθούν να αντιμετωπίσουν φρικτές συνθήκες.
Αναφερόμενος στη δύσκολη πρόσβαση σε πόσιμο νερό, καύσιμα, ηλεκτρισμό και επικοινωνίες, είπε:
«Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να ζήσουμε μια δευτερεύουσα καταστροφή, η οποία μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα σε ακόμη περισσότερους ανθρώπους, σε σύγκριση με την αρχική καταστροφή. Γι’ αυτό πρέπει να κινηθούμε με τον ίδιο ρυθμό και ένταση που είχαμε κατά τη διάρκεια της έρευνας και διάσωσης», τόνισε.
Το ίδιο ανήσυχοι είναι και οι έλληνες επιστήμονες. Ο αντιπρόεδρος του ΕΟΔΥ, Δημήτρης Παρασκευής, σημειώνει πως βρίσκονται σε εξέλιξη σε Τουρκία και Συρία επιχειρήσεις τεραστίων διαστάσεων, που όμως έχουν εξαιρετικές δυσκολίες.
“Θα υπάρξουν προβλήματα στην ασφάλεια του νερού, της τροφής, τις συνθήκες υγιεινής και συγχρωτισμού και στην πολύ μεγάλη πίεση που έχει το σύστημα Υγείας να ανταποκριθεί σε ένα πολλαπλό πρόβλημα. Είναι πολύ σύνθετο όλο αυτό. Θα υπάρξει ανεπάρκεια πόρων και επισιτιστική κρίση και ελλιπής υγιεινή υδάτινων πόρων. Ταυτόχρονα οι επιζώντες θα αντιμετωπίσουν και τον συγχρωτισμό, επειδή θα αναγκάζονται να ζουν σε σκηνές ο ένας πάνω στον άλλον χωρίς ικανοποιητική υγιεινή. Συν το ότι το σύστημα δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί σε όλες αυτές τις αυξανόμενες ανάγκες”, σημειώνει.
Δημήτρης Παρασκευής: Ποιους κινδύνους θα αντιμετωπίσουν οι επιζώντες
Οι αμείλικτες χαμηλές θερμοκρασίες στις πληγείσες περιοχές ήδη δίνουν τον τόνο για τους επόμενους σκληρούς μήνες που θα ακολουθήσουν. Ταυτόχρονα, υπάρχει σαφής ανησυχία για επισιτιστικό πρόβλημα, παράλληλα με τον κίνδυνο εξάπλωσης επικίνδυνων ασθενειών.
Στη Συρία ειδικότερα, η οποία πλήττεται εδώ και χρόνια από εμφύλιες συρράξεις, ήδη από τον Σεπτέμβριο βρίσκεται σε εξέλιξη έξαρση ιλαράς και επιδημίας χολέρας με περίπου 85.000 κρούσματα, κάτι που οφείλεται και στην αδυναμία πρόσβασης των κατοίκων σε καθαρό πόσιμο νερό.
Άλλα προβλήματα υγείας που θα ανακύψουν -σύμφωνα με τον ΠΟΥ- είναι αναπηρίες, χολέρα και γαστρεντερίτιδες, αναπνευστικές λοιμώξεις και δευτερογενείς λοιμώξεις τραυμάτων, λεϊσμανίαση κ.α.
“Θα εξαπλωθούν τροφιμογενή και υδατογενή νοσήματα”, λέει ο Καθηγητής Δημήτρης Παρασκευής και εξηγεί:.
“Νόσοι που αφορούν το γαστρεντερικό συνήθως, αλλά και άλλα νοσήματα γενικότερα. Λοιμώξεις, λοιμογόνοι παράγοντες δηλαδή, που μεταδίδονται μέσω του νερού και μέσω της κατανάλωσης τροφίμων. Τα νοσήματα αυτά είναι σε μικρό ποσοστό θανατηφόρα, αλλά χρειάζονται νοσηλεία, θεραπεία και αντιμετώπιση. Επίσης, δεν αποκλείεται να υπάρξουν και νοσήματα που μεταδίδονται με διαβιβαστές (π.χ. κουνούπια, ελονοσία)”.
Ο σεισμός πιθανότατα θα επιδεινώσει, επίσης, τις χρόνιες παθήσεις και τις μη μεταδοτικές ασθένειες λόγω της διακοπής της υγειονομικής περίθαλψης. Προβλήματα που στην Συρία προϋπήρχαν λόγω του πολέμου.
“Φανταστείτε πως έχουν καταρρεύσει πολλά τα νοσοκομεία. Δηλαδή, φυσική καταστροφή και καταστροφές σε κτίρια και υποδομές, συν οι θάνατοι και οι τραυματισμοί. Και από κει και πέρα θα λειτουργήσει σωρρευτικά στη δημόσια υγεία, η ελλιπής υγιεινή υδάτινων πόρων και τροφίμων και η αύξηση λοιμογόνων παραγόντων που σχετίζονται με όλα αυτά, αλλά και η ανεπάρκεια του συστήματος να αντιμετωπίσει αυτά τα θέματα. Κάτι που σημαίνει, ότι δεν θα μπορέσουν να εξυπηρετήσουν υγειονομικά αυτόν που πάσχει από κάποιο νόσημα, ή αυτόν που έχει κατάγματα. Όλη αυτή η σύνθετη κατάσταση δημιουργεί πολλαπλές ανάγκες, τις οποίες το σύστημα δεν μπορεί εύκολα να αντιμετωπίσει”, τονίζει ο Δημήτρης Παρασκευής.
Η ανθρωπιστική βοήθεια πρέπει να αυξηθεί, αλλά και πάλι δεν επαρκεί
Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, Δρ Τέντρος Γκεμπρεγεσούς, ανάφερε πως 77 τοπικές και 13 διεθνείς ομάδες επείγουσας ιατρικής βοήθειας έχουν αναπτυχθεί στις πληγείσες περιοχές. Όμως, αυτό δεν επαρκεί. Γι’ αυτό και με ανακοίνωσή τους οι Γιατροί χωρίς Σύνορα, προχώρησαν σε δημόσια έκκληση για παροχή οικονομικής βοήθειας για την υποστήριξη των πληγέντων.
Οι σεισμόπληκτοι θα χρειαστούν στέγη, τροφή, καθαρό νερό και ιατρική περίθαλψη για τους τραυματισμούς που έχουν υποστεί από το σεισμό, αλλά και για άλλες υγειονομικές ανάγκες. Ταυτόχρονα θα υπάρξει ανάγκη μακροχρόνιας ψυχολογικής υποστήριξης για να αντιμετωπιστεί το βαθύ τραύμα και οι δραματικές επιπτώσεις του μετατραυματικού στρες στους πληγέντες.
Ο διευθυντής έκτακτης ανάγκης του ΠΟΥ, Μάικλ Ράιαν, πρόσθεσε ότι οι ψυχολογικές επιπτώσεις από τον σεισμό, είναι ένα τεράστιο ζήτημα.
«Το ψυχολογικό άγχος που πέρασαν οι κοινότητες των κατοίκων εκεί τις τελευταίες 80 ώρες, θα παραμείνει για 60 χρόνια», όπως ανέφερε.
Η αποκατάσταση μπορεί να διαρκέσει χρόνια, δηλώνει ο Καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής κ. Παρασκευής:
“Πρέπει πρώτα να περάσει η οξεία φάση που έχει να κάνει με την παροχή των βασικών συνθηκών υποδομής στους ανθρώπους αυτούς. Να έχουμε πόσιμο νερό και στέγη, το σύστημα υγείας να μπορεί να ανταποκριθεί στην οξεία φάση, στην ανάγκη παροχής φροντίδας και μετά η δεύτερη φάση είναι οι πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες. Δηλαδή, τους δώσαμε στέγη, τώρα τι συνθήκες υπάρχουν σ’ αυτή τη στέγη που τους δώσαμε. Η ανάκαμψη μπορεί να πάρει 2 ή 3 χρόνια”, καταλήγει.