Η πολλαπλή σκλήρυνση υπολογίζεται ότι προσβάλει περίπου 700.000 άτομα στην Ευρώπη, εκ των οποίων περίπου 96.000 εμφανίζουν πρωτοπαθώς προϊούσα μορφή με υψηλό επίπεδο αναπηρίας. Τα περισσότερα άτομα με πολλαπλή σκλήρυνση εμφανίζουν υποτροπιάζουσα ή πρωτοπαθώς προϊούσα μορφή κατά τη διάγνωση.
Η έγκριση του ocrelizumab αποτελεί σημαντική είδηση καθώς μέχρι τώρα, δεν υπήρχε εγκεκριμένη θεραπεία για την επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου στα άτομα με πρωτοπαθώς προϊούσα πολλαπλή σκλήρυνση, τα οποία συχνά πρέπει να στηρίζονται σε μπαστούνι ή σε αναπηρικό αμαξίδιο, να εγκαταλείπουν την εργασία τους ή να απασχολούν φροντιστές για τη φροντίδα τους. Το ocrelizumab χορηγείται κάθε έξι μήνες χωρίς την απαίτηση διενέργειας ειδικών εξετάσεων μεταξύ των δόσεων.
Η έγκριση της Ε.Ε. βασίζεται σε δεδομένα από τρεις βασικές μελέτες φάσης III από το πρόγραμμα μελετών ORCHESTRA σε 2.388 ασθενείς που πέτυχαν το πρωτεύον και σχεδόν όλα τα βασικά δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία. Τα δεδομένα από τις δύο παρόμοιες μελέτες φάσης III σε υποτροπιάζουσες μορφές πολλαπλής σκλήρυνσης (OPERA I και OPERA II) κατέδειξαν την ανώτερη αποτελεσματικότητα του ocrelizumab έναντι υψηλής δόσης ιντερφερόνης βήτα-1a, με περίπου το 80% των ασθενών να μην εμφανίζουν υποτροπή και να επιδεικνύουν σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό εξέλιξης της νόσου στο διάστημα των δύο ετών ελεγχόμενης θεραπείας.
Το ocrelizumab αύξησε, επίσης σημαντικά, την πιθανότητα οι ασθενείς να μην εμφανίζουν στοιχεία ενεργότητας της νόσου (NEDA, εγκεφαλικές βλάβες, υποτροπές και επιδείνωση της αναπηρίας) κατά 64% στη μελέτη OPERA I και 89 % στην OPERA II συγκριτικά με ιντερφερόνη βήτα-1a υψηλής δόσης (p<0,0001 και p<0,0001).
Κι άλλη μελέτη
Σε μια ξεχωριστή μελέτη φάσης ΙΙΙ για την πρώιμη πρωτοπαθώς προϊούσα πολλαπλή σκλήρυνση (ORATORIO), το ocrelizumab ήταν η πρώτη και μοναδική θεραπεία που επέδειξε σημαντική επιβράδυνση της εξέλιξης της αναπηρίας και μείωση των δεικτών ενεργότητας της νόσου στον εγκέφαλο (εμφάνιση βλαβών στη μαγνητική τομογραφία) έναντι του εικονικού φαρμάκου με διάμεση περίοδο παρακολούθησης τα τρία έτη.
Οι ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με ocrelizumab είχαν 24% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν εξέλιξη της αναπηρίας για τρεις συνεχόμενους μήνες και 25 % λιγότερες πιθανότητες για εξέλιξη της αναπηρίας για 6 συνεχόμενους μήνες (p=0,0321 και p=0,0365, αντίστοιχα). Το ocrelizumab συνέβαλε, επίσης, σημαντικά στην επιβράδυνση της εξέλιξης των προβλημάτων βάδισης κατά 29,4%, όπως μετρήθηκε από τη δοκιμασία χρονομετρούμενης βάδισης 25 ποδιών (T25FW), έναντι του εικονικού φαρμάκου (p=0,0404).
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίστηκαν με το ocrelizumab σε όλες τις μελέτες φάσης ΙΙΙ ήταν αντιδράσεις σχετιζόμενες με την έγχυση και λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, οι οποίες ήταν κυρίως ήπιας έως μέτριας βαρύτητας.
Το ocrelizumab έχει λάβει έγκριση για χρήση σε χώρες της Βόρειας Αμερικής, της Νότιας Αμερικής, της Μέσης Ανατολής, της Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και στην Αυστραλία και την Ελβετία.
Σχετικά με το ocrelizumab
Το ocrelizumab είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα, το οποίο έχει σχεδιαστεί για να στοχεύει εκλεκτικά έναν συγκεκριμένο τύπο κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος, που ονομάζονται CD20- Β-λεμφοκύτταρα, που εκτιμάται ότι συμβάλλουν στην καταστροφή της μυελίνης (ουσίας που παίζει βασικό ρόλο στη μόνωση και υποστήριξη των νευρικών κυττάρων) και στην αξονική βλάβη (στα νευρικά κύτταρα).
Αυτή η καταστροφή των νευρικών κυττάρων μπορεί να οδηγήσει σε αναπηρία τα άτομα με πολλαπλή σκλήρυνση. Βάσει των προκλινικών μελετών, το ocrelizumab δεσμεύεται στις CD20 επιφανειακές κυτταρικές πρωτεΐνες, που εκφράζονται σε ορισμένα Β κύτταρα, αλλά όχι στα αρχέγονα κύτταρα ή τα πλασματοκύτταρα, και επομένως σημαντικές λειτουργίες του ανοσοποιητικού συστήματος μπορούν να διατηρηθούν.