Εξωσωματική: Πότε είναι απαραίτητη η βιοψία όρχεων
Ένα στα έξι ζευγάρια αναπαραγωγικής ηλικίας πάσχει από υπογονιμότητα. Περίπου στις μισές περιπτώσεις το αίτιο ανευρίσκεται (και) στον άνδρα και μερικές φορές χρειάζεται βιοψία όρχεων για να εντοπιστεί.
Η αλήθεια είναι ότι η συνηθέστερη αιτία ανδρικής υπογονιμότητας είναι τα προβλήματα που εντοπίζονται στους όρχεις. Τα προβλήματα αυτά επηρεάζουν τον τρόπο παραγωγής των σπερματοζωαρίων ή τη λειτουργικότητά τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι:
- Η κιρσοκήλη (είναι το πιο συχνό αίτιο ανδρικής υπογονιμότητας)
- Η κρυψορχία
- Ορισμένες γενετικά κληρονομούμενες ασθένειες (π.χ. σύνδρομο Kleinefelter)
- Οι λοιμώξεις στον σπερματικό πόρο
- Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα που προκαλούν ορχίτιδα
- Η απόφραξη της εκφορητικής οδού του σπέρματος
Ωστόσο η ανδρική υπογονιμότητα είναι στο περίπου 40-50% των περιπτώσεων ιδιοπαθής, δηλαδή αγνώστου αιτιολογίας.
Οι διαγνωστικές εξετάσεις
Όπως εξηγεί ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος Δρ. Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή και ιδρυτικό μέλος του Institute of Life, για τη διερεύνηση της ανδρικής υπογονιμότητας πραγματοποιείται μία σειρά από εξετάσεις. Η πρώτη από αυτές είναι η εξέταση σπέρματος.
Η εξέταση αυτή μπορεί να αποκαλύψει αν ο άνδρας έχει φυσιολογικό αριθμό, μορφολογία και κινητικότητα σπερματοζωαρίων ή πάσχει από διαταραχές όπως:
- Η ολιγοσπερμία (κάτω από 15 εκατομμύρια σπερματοζωάρια ανά ml σπέρματος)
- Η ασθενοσπερμία (λιγότερο από το 40% των σπερματοζωαρίων έχουν καλή κινητικότητα)
- Η τερατοσπερμία (λιγότερο από 4% των σπερματοζωαρίων έχουν φυσιολογική μορφολογία)
- Η αζωοσπερμία (απουσία σπερματοζωαρίων από το σπέρμα).
«Αυτού του είδους οι διαταραχές μπορεί να εμφανίζονται μεμονωμένα ή συνδυαστικά», λέει ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Παραδείγματος χάριν, ένας άνδρας μπορεί να έχει ολιγοασθενοσπερμία ή ολιγοασθενοτερατοσπερμία».
Στον άνδρα γίνεται επίσης ορμονικός έλεγχος. Πρόκειται για αιματολογικές εξετάσεις που προσδιορίζουν τα επίπεδα των ορμονών FSH, LH και τεστοστερόνης. Οι ορμόνες αυτές παίζουν σημαντικό ρόλο στην σπερματογένεση.
Μπορεί επίσης να γίνει μικροβιολογικός και γενετικός έλεγχος, καθώς και υπερηχογράφημα (υπερηχοτομογράφημα ή/και διορθικό υπερηχογράφημα) για να διαγνωστούν τυχόν προβλήματα στο όσχεο και αποφράξεις.
«Υπολογίζεται ότι στο περίπου 30% των περιπτώσεων αιτία της υπογονιμότητας είναι η κιρσοκήλη», εξηγεί ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Υπάρχει επίσης ένα ποσοστό γύρω στο 0,5% των υπογόνιμων ανδρών που έχουν κάποιο όγκο, ενώ ποσοστό έως 5% έχουν αποτιτανώσεις, ιδιαίτερα αν έχουν ιστορικό κρυψορχίας. Το 10-20% των υπογόνιμων ανδρών, εξ άλλου, έχουν αζωοσπερμία».
Οι ενδείξεις της βιοψίας όρχεων
Εάν εντοπιστεί ένας όγκος στον όρχι, απαραίτητη είναι η βιοψία για να εξακριβωθεί τι είδους όγκος είναι. Ωστόσο βιοψία όρχεων μπορεί να γίνει και όταν δεν υπάρχει όγκος, αλλά τα αποτελέσματα της ανάλυσης σπέρματος είναι παθολογικά, δίχως οι υπόλοιπες εξετάσεις να δείχνουν κάποια αιτία για την υπογονιμότητα του άνδρα.
«Η ορχική βιοψία ενδείκνυται όταν ο άνδρας έχει αζωοσπερμία, φυσιολογικό όγκο όρχεων και φυσιολογική FSH», συνεχίζει ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Στους άνδρες αυτούς κάνουμε εξαγωγή ορχικού σπέρματος για να το αναλύσουμε στο εργαστήριο. Στόχος της διαγνωστικής βιοψίας είναι να εξακριβώσει εάν η αζωοσπερμία είναι απόρροια ορχικής ανεπάρκειας ή αδιάγνωστης απόφραξης στην εκφορητική οδό του σπέρματος. Η ορχική ανεπάρκεια σημαίνει πως οι όρχεις δεν παράγουν σπερματοζωάρια. Αντίστοιχα, η απόφραξη σημαίνει ότι ναι μεν αυτά παράγονται, αλλά δεν μπορούν να αποβληθούν στο σπέρμα».
Η βιοψία όρχεων δεν γίνεται μόνο για διαγνωστικούς σκοπούς, αλλά και στο πλαίσιο της θεραπείας για την υπογονιμότητα.
Ειδικότερα εφαρμόζεται σε άνδρες με αζωοσπερμία όταν αυτή οφείλεται σε βλάβη στον ορχικό ιστό. Στους άνδρες αυτούς υπάρχει περίπτωση με τη βιοψία να εντοπιστούν υγιή τμήματα ορχικού ιστού, από τα οποία θα μπορέσει να γίνει εξαγωγή σπερματοζωαρίων. Σε αυτή την περίπτωση, στην βιοψία παρίσταται και εξειδικευμένος εμβρυολόγος.
«Τα τεμάχια ιστού αξιολογούνται επιτόπου. Αν φέρουν σπερματοζωάρια, μπορεί να χρησιμοποιηθούν αμέσως για εξωσωματική γονιμοποίηση ή να καταψυχθούν για μελλοντική χρήση», λέει ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Η κρυοσυντήρηση είναι πιθανότερη όταν εφαρμόζεται ανοικτή βιοψία όρχεων, κατά την οποία λαμβάνονται μεγαλύτερα ή/και περισσότερα δείγματα ιστού».
Η εξωσωματική με χρήση ορχικού ιστού που έχει ληφθεί με βιοψία, κατά κανόνα γίνεται με τη μέθοδο της μικρογονιμοποίησης (ενδοκυτταροπλασματική έγχυση σπέρματος – ICSI).
Τα είδη της βιοψίας όρχεων και η ανάρρωση
Η βιοψία μπορεί να γίνει διαδερμικά ή με ανοικτή επέμβαση.
Η διαδερμική βιοψία γίνεται με εισαγωγή μιας λεπτής βελόνας στον όρχι, έπειτα από τοπική νάρκωση και ίσως «μέθη». Η βελόνα φέρει σύριγγα, μέσω της οποίας συλλέγεται δείγμα ορχικού ιστού.
Η ανοικτή (ή χειρουργική) βιοψία όρχεων γίνεται με διάνοιξη μικρής τομής στο δέρμα και στον όρχι, απ’ όπου θα ληφθεί το ή τα δείγματα του ορχικού ιστού. Όταν ολοκληρωθεί η βιοψία, η τομή θα κλείσει με ράμματα. Η ανοικτή βιοψία συνήθως γίνεται με νάρκωση.
Η ανάρρωση από την βιοψία όρχεως συνήθως διαρκεί από 1-2 ημέρες έως μία εβδομάδα, αναλόγως με το είδος της. Συνήθως υπάρχει κάποια διόγκωση, αποχρωματισμός και ενόχληση κατά τις πρώτες μέρες. Μπορεί επίσης να υπάρχει λίγο αίμα. Με την ανοικτή βιοψία μπορεί να υπάρχει και πόνος, αλλά συνήθως είναι ελεγχόμενος με απλά παυσίπονα (π.χ. παρακεταμόλη).
Στον ασθενή μπορεί να δοθούν και άλλες οδηγίες, οι οποίες εξαρτώνται από το είδος της βιοψίας. Συνήθως όμως συμπεριλαμβάνουν:
- Αποχή από τη σεξουαλική δραστηριότητα για 1-2 εβδομάδες
- Αποφυγή λήψης μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για μία εβδομάδα
- Αποφυγή πλυσίματος στην περιοχή για αρκετές ημέρες.
Σπάνιες οι επιπλοκές
Οι πιθανότητες σοβαρών επιπλοκών με την βιοψία όρχεων είναι ελάχιστες, όταν ο γιατρός είναι εξειδικευμένος.
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις (κάτω από 2% του συνόλου) μπορεί να παρατηρηθεί:
- Παρατεταμένη αιμορραγία
- Μόλυνση της χειρουργικής τομής
- Αιμάτωμα κάτω από το δέρμα
- Σοβαρός πόνος ή διόγκωση στο όσχεο
- Πυρετός ή ρίγη
Αν αναπτύξετε κάποιο τέτοιου είδους σύμπτωμα, πρέπει να συμβουλευθείτε αμέσως τον γιατρό σας.