Αν μια ανάλογη βελτίωση καταστεί εφικτή και σε ανθρώπους χωρίς καθόλου δυνατότητα ακοής, οι τελευταίοι θα μπορούσαν να ακούσουν πλέον μια συζήτηση. Όμως αυτή η ελπιδοφόρα προοπτική, που μπορεί να διευρύνει τα επιτεύγματα της αναγεννητικής ιατρικής στους ανθρώπους, παραμένει ακόμα μακρινή.
Τα αυτιά των ανθρώπων διαθέτουν ένα μηχανισμό στον κοχλία μέσω του οποίου μετατρέπουν ηχητικά κύματα σε ηλεκτρικά σήματα που καταλαβαίνει ο εγκέφαλος. Περίπου το 10% έως 15% των ανθρώπων χωρίς ακοή διαθέτει κατεστραμμένα ακουστικά νευρικά κύτταρα και έτσι το ηλεκτρικό σήμα ποτέ δεν λαμβάνεται και δεν μεταδίδεται στο αντίστοιχο εγκεφαλικό κέντρο (ακουστική νευροπάθεια).
Οι ερευνητές του πανεπιστημίου Σέφιλντ, μ’ επικεφαλής το βιολόγο δρα Μαρτσέλο Ριβόλτα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», αντικατέστησαν τους προβληματικούς νευρώνες με νέους, οι οποίοι δημιουργήθηκαν μετά την εισαγωγή βλαστικών κυττάρων στο αυτί.
Η νέα τεχνική πάντως, ακόμα και αν «μεταφραστεί» σε θεραπεία για τους ανθρώπους κάποια ημέρα, δεν θα ωφελήσει τη μεγάλη πλειονότητα των κωφών, των οποίων το πρόβλημα έγκειται σε βλάβη όχι των ακουστικών νεύρων, αλλά των μικροσκοπικών τριχοειδών κυττάρων που μετατρέπουν τις μηχανικές δονήσεις του ήχου σε ηλεκτρισμό.
Οι ίδιοι βρετανοί ερευνητές έχουν επίσης μετατρέψει εμβρυικά βλαστικά κύτταρα στα αρχικά στάδια των τριχοειδών κυττάρων, όμως η εισαγωγή τους στο αυτί για την αποκατάσταση της ακοής δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, καθώς τα τριχοειδή κύτταρα πρέπει να βρίσκονται σε ακριβή σημεία και να βλέπουν προς τη σωστή κατεύθυνση. Όπως είπε ο Μουρ, η χρησιμοποίηση βλαστικών κυττάρων για την αποκατάσταση των τριχοειδών κυττάρων είναι «σχεδόν αδύνατη» και πρόσθεσε ότι πιο πιθανή φαντάζει η πιθανότητα ανάπτυξης και μεταμόσχευσης ενός ολόκληρου νέου αυτιού.
Όμως στην περίπτωση των νευρικών κυττάρων που εμπλέκονται στην ακοή, τα πράγματα αποδείχθηκαν πιο εύκολα. Οι ερευνητές πήραν από ένα ανθρώπινο έμβρυο βλαστοκύτταρα, που μπορούν να μετατραπούν σε οποιοδήποτε άλλο τύπο εξειδικευμένου κυττάρου. Με την προσθήκη της κατάλληλης χημικής ουσίας, τα βλαστικά κύτταρα μετατράπηκαν σε κύτταρα παρόμοια με τους σπειροειδείς νευρώνες του γαγγλίου του αυτιού. Αυτά τα κύτταρα στη συνέχεια εισήχθησαν στο έσω ους των τρωκτικών, το οποίο είχε υποστεί κώφωση μέσω ενός φαρμάκου που είχε προηγουμένως καταστρέψει τα ακουστικά νεύρα τους.
Σε δέκα περίπου εβδομάδες η ακοή των πειραματόζωων είχε αποκατασταθεί σε ποσοστό 46% κατά μέσο όρο. Όπως είπε ο Ριβόλτα, στην πράξη αυτό σημαίνει ότι από εκεί που κανείς δεν ακούει ένα φορτηγό στο δρόμο, μπορεί να ακούει πλέον μια συζήτηση. «Δεν πρόκειται για πλήρη θεραπεία, δεν θα μπορούν να ακούνε ψιθύρους, όμως ασφαλώς θα μπορούν να κάνουν μια συζήτηση σε ένα κλειστό χώρο», πρόσθεσε.
Περίπου το ένα τρίτο των τρωκτικών αντέδρασε πολύ καλά στη θεραπεία και σε μερικά μάλιστα η ακοή τους αποκαταστάθηκε σε ποσοστό έως 90%. Από την άλλη όμως, περίπου το ένα τρίτο των ζώων δεν ανταποκρίθηκε σχεδόν καθόλου στη θεραπεία, η οποία χρειάζεται βελτίωση.
Η όλη διαδικασία πρέπει πρώτα να δοκιμαστεί περαιτέρω και σε βάθος χρόνου σε ζώα, προτού γίνουν δοκιμές σε ανθρώπους, οι οποίες αναμένεται να ξεκινήσουν σε λίγα χρόνια. Ένας κίνδυνος προς διερεύνηση είναι η δημιουργία καρκινικών όγκων από τα νέα βλαστικά κύτταρα, καθώς και η απόρριψη των τελευταίων από το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς.
Σε 275 εκατομμύρια υπολογίζονται οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο που έχουν μέτρια έως σοβαρά προβλήματα ακοής ή πάσχουν από πλήρη κώφωση. Μια μελλοντική θεραπεία με βλαστικά κύτταρα θα μπορούσε να συνδυαστεί με τα υπάρχοντα κοχλιακά εμφυτεύματα του αυτιού.