Εμμηνόπαυση: Τα συμπτώματα – “καμπανάκια” για να ζητήσετε τη βοήθεια γιατρού
Της: Αθανασίας Παππά*
Το φετινό μήνυμα για την Παγκόσμια Ημέρα Εμμηνόπαυσης (18 Οκτωβρίου) από την International Menopause Society και την Ελληνική Εταιρεία Εμμηνόπαυσης αφορά στη λειτουργία του καρδιαγγειακού συστήματος στις γυναίκες.
Ο αριθμός των περιπτώσεων καρδιαγγειακής νόσου είναι μεγάλος και συνεχίζει να αυξάνεται. Ωστόσο με την όσον το δυνατόν μεγαλύτερη κατανόηση των αιτιών και των επιπτώσεων της νόσου, μπορούν να ληφθούν μέτρα για την μείωση του κινδύνου.
Εμμηνόπαυση: Εξάψεις και νυχτερινές εφιδρώσεις
Τα αγγειοκινητικά συμπτώματα – VMS, (εξάψεις και νυχτερινές εφιδρώσεις) είναι ένας κοινός λόγος για τις γυναίκες να αναζητούν ιατρική βοήθεια.
Το 60-80% των γυναικών θα εμφανίσουν VMS κατά τη διάρκεια της μετάβασης στην εμμηνόπαυση. Αν και η ακριβής φυσιολογία του VMS δεν είναι καλά κατανοητή, πιστεύεται ότι αποτελεί την έκφραση της απορρύθμισης της λειτουργίας του θερμορρυθμιστικού κέντρου, πιθανώς λόγω των αλλαγών στις ορμόνες του φύλλου. ‘
Η δραστηριότητα νευρομεταβιβαστών (ουσίες που εκκρίνονται από τα νεύρα και ευθύνονται για τις νευρωνικές δραστηριότητες) στον υποθάλαμο (του εκγεφάλου), όπως της νορεπινεφρίνης, της σεροτονίνης και της νευροκινίνης, μπορεί να εμπλέκονται.
Το VMS σχετίζεται με φυσιολογικές αλλαγές της αιματικής ροής, που οφείλεται αρχικά σε αγγειοχάλαση και στη συνέχεια σε αγγειοσύσπαση.
Αν και το 50% των γυναικών βιώνουν VMS για περίπου μια 7ετία ή λιγότερο, το 15% μπορεί να αντιμετωπίζει VMS για 15 χρόνια ή περισσότερο.
Το VMS σχετίζεται με χαμηλή ποιότητα ύπνου, ευερεθιστότητα, δυσκολία συγκέντρωσης και κακή ποιότητα ζωής, καθώς και επιδείνωση της υγείας γενικώς.
Οι γυναίκες με VMS έχουν χαμηλότερους δείκτες της υγείας από εκείνες που δεν έχουν VMS, και μπορεί να αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης στεφανιαίας νόσου.
Εμμηνόπαυση, καρδιαγγειακά και κατάλληλη επιλογή θεραπείας
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι η κύρια αιτία νοσηρότητας και θνητότητας σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Οι στρατηγικές πρωτογενούς πρόληψης περιλαμβάνουν τη διακοπή του καπνίσματος, την απώλεια βάρους, τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης, την τακτική αερόβια άσκηση και τον έλεγχο της γλυκόζης και άλλων αναγκαίων βιοδεικτών.
Θεραπευτικός στόχος είναι σε κάθε γυναίκα, να επιλεγεί η βέλτιστη θεραπευτική προσέγγιση που θα ανακουφίσει τα συμπτώματα.
Η κατάλληλη αρχική επιλογή θεραπείας είναι το πρώτο βήμα για την πρόληψη προβλημάτων. Η επιλογή του τρόπου αντιμετώπισης θα εξαρτηθεί από τυχόν αντενδείξεις, ειδικά συμπτώματα, την ηλικία, το χρόνο από την εμμηνόπαυση, προδιαθεσικούς παράγοντες, οικογενειακό ιστορικό, προσωπικές προτιμήσεις και ασφαλιστική κάλυψη για φάρμακα.
Πότε να ζητήσετε τη βοήθεια ειδικού
Μια σειρά από συμπτώματα μπορεί να προκύψουν στις γυναίκες που πλησιάζουν στην εμμηνόπαυση.
Ενώ συχνά αντιμετωπίζονται εύκολα σε επίπεδο πρωτοβάθμιας περίθαλψης, υπάρχουν φορές όπου ενδείκνυται η παραπομπή σε ειδικό:
Περιεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμορραγία
Αν και συνηθισμένο και αναμενόμενο, απαιτείται περαιτέρω αξιολόγηση για:
- Παρατεταμένη αιμορραγία – πρέπει να γίνει κολποσκόπιση, τεστ Παπανικολάου, αμφίχειρη εξέταση, υπερηχογράφημα πυέλου και βιοψία ενδομητρίου.
Μετεμμηνοπαυσιακή αιμορραγία
- Αιμορραγία περισσότερο από ένα χρόνο μετά την τελευταία έμμηνο ρύση, απαιτεί έρευνα που αποτελείται από κολποσκόπιση, τεστ Παπανικολάου, αμφίχειρη εξέταση, υπερηχογράφημα πυέλου και βιοψία ενδομητρίου εάν το πάχος του ενδομητρίου υπερβαίνει τα 4 mm.
Μια παραπομπή μπορεί να είναι χρήσιμη όταν υπάρχουν ανησυχίες ή αβεβαιότητα σχετικά με συννοσηρότητες, παράγοντες κινδύνου λόγω προσωπικού ή οικογενειακού ιστορικού, ή εάν τα συνταγογραφούμενα σχήματα δεν είναι κατάλληλα ή ανεκτά.
Προεμμηνορροϊκό σύνδρομο / Προεμμηνορροϊκή δυσφορική διαταραχή
- Όταν οι συστάσεις για τον τρόπο ζωής για PMS/PMDD (σχετικά με τη διατροφή, την άσκηση, τη χρήση καφεΐνης ή αλκοόλ και τον ύπνο) αποτυγχάνουν και/ή οι θεραπείες με βότανα ή φαρμακευτικές θεραπείες είναι αναποτελεσματικές, θα πρέπει να τεκμηριωθεί έπειτα από προσεκτική αξιολόγηση αυτών των παραπόνων και να ξεκινήσει η παραπομπή.
Αλλαγές στους μαστούς
Οι επαναλαμβανόμενες κυστικές αλλαγές μπορούν να αξιολογηθούν περαιτέρω με μαστογραφία ± υπερηχογράφημα.
- Ανεξήγητος πόνος στο στήθος, εξάνθημα ή επίμονος ψηλαφητός όζος θα πρέπει να παραπεμφθεί για αξιολόγηση γιατί η μαστογραφία μπορεί (σπάνια) να μην ανιχνεύσει κακοήθεια
Δυσπαρεύνια
- Το GSM που οδηγεί σε δυσπαρεύνια μπορεί να διαγνωστεί κατά τη διάρκεια προσεκτικής κολποσκόπισης. Μπορεί να αντιμετωπιστεί με λιπαντικά/ενυδατικά, κολπικά οιστρογόνα κλπ.
- Άλγος που δεν ανταποκρίνεται σε αυτή τη θεραπεία απαιτεί περαιτέρω αξιολόγηση για να αποκλειστεί η κολπίτιδα, που σχετίζεται με βαθύ πόνο σε παθολογία της πυέλου ή προηγούμενη χειρουργική θεραπεία, λοιμώξεις, και δερματικές παθήσεις όπως ο σκληρός λειχήνας, το έκζεμα και η Νόσος Behcet. Παραπομπή για αξιολόγηση δερματικών βλαβών είναι κατάλληλη.
Η παραπομπή σε φυσιοθεραπευτή πυελικού εδάφους μπορεί είναι χρήσιμη σε περίπτωση μυοπεριτονιακού άλγους και ακράτεια.
Αυπνία
- Η διαταραχή του ύπνου είναι συχνή στις περιεμμηνοπαυσιακές και μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Η προγεστερόνη σε κάποιες περιπτώσεις βελτιώνει τον ύπνο.
- Εάν η διαταραχή έχει σοβαρότερο υπόβαθρο, όπως συμβαίνει σε υπνική άπνοια, ινομυαλγία και στο σύνδρομο ανήσυχων ποδιών πρέπει να αντιμετωπίζονται σε ειδικά εργαστήρια μελέτης ύπνου ή/και με παραπομπή σε ειδικό.
Σχετικό οικογενειακό ιστορικό
- Η παραπομπή μπορεί να είναι κατάλληλη για γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού ή θρομβοφιλιών
Οστεοπόρωση
- Η αξιολόγηση του κινδύνου κατάγματος είναι κρίσιμη στην μετεμμηνοπαυσιακή περίοδο των γυναικών. Παραπομπή σε ενδοκρινολόγο για γυναίκες με αυξημένο κίνδυνο είναι συχνά χρήσιμος.
Πονοκέφαλοι
- Οι κεφαλαλγίες σε γυναίκες που λαμβάνουν ορμονοθεραπεία στην εμμηνόπαυση (MHT-Menopause hormone therapy) μπορεί να είναι κεφαλαλγία τάσης, ημικρανία με ή χωρίς αύρα ή αθροιστική κεφαλαλγία.
- Η κεφαλαλγία τάσης συχνά σχετίζεται με τον τρόπο ζωής και αντιμετωπίζεται με σχετικές τροποποιήσεις, διαχείριση του στρες και χρήση αναλγητικών.
Ωστόσο, επειδή η συχνότητα και η σοβαρότητα της κεφαλαλγίας μπορεί να επηρεαστεί από τις διακυμάνσεις των ορμονών, η ορμονοθεραπεία μπορεί να είναι χρήσιμη. Η συχνότητα των κεφαλαλγιώ μπορεί να αυξηθεί στην περιεμμηνόπαυση και να υπάρξει μείωση μετά την εμμηνόπαυση.
- Η εμμηνορροϊκή κεφαλαλγία μπορεί να βελτιωθεί με τη χρήση διαδερμικής οιστραδιόλης που αρχίζει την εβδομάδα πριν από την έμμηνο ρύση και συνεχίζεται μέχρι το τέλος της εμμήνου ρύσεως.
- Οι γυναίκες που έχουν ημικρανίες χωρίς αύρα μπορεί έχουν βελτίωση με το MHT.
- Οι γυναίκες που έχουν ημικρανίες με αύρα μπορεί να επηρεάζονται αρνητικά από το MHT. Εάν οι ημικρανίες επιδεινωθούν, δόσεις MHT πρέπει να μειωθούν και ενδεχομένως να διακοπούν.
- Η ημικρανία με αύρα συνδέεται με διπλάσιο κίνδυνο για εγκεφαλικό.
- Σε περίπτωση αμφιβολίας, θα πρέπει να συμβουλευτείτε έναν ειδικό για τον πονοκέφαλο.
Δυσανεξία στο προγεσταγόνο
- Ορισμένες γυναίκες μπορεί να έχουν ειδική δυσανεξία σε ένα προγεσταγόνο, με συμπτώματα όπως φούσκωμα, ευαισθησία στο στήθος και αλλαγές στη διάθεση. Μορφές προγεστερόνης μπορεί επίσης να προκαλούν υπνηλία σε ορισμένες γυναίκες.
Συμπτώματα από τον κόλπο
- Η συστηματική θεραπεία χαμηλής δόσης οιστρογόνων μπορεί να μην ανακουφίσει συμπτώματα ατροφίας του κολπικού βλεννογόνου και μπορεί να απαιτήσει τοπική κολπική χορήγηση οιστρογόνων (κρέμες, δισκία ή ειδικός δακτύλιος απελευθέρωσης οιστραδιόλης).
- Εάν τα συμπτώματα επιμένουν με την κολπική θεραπεία, πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο εφαρμογής κολπικής κρέμας κατά την διείσδυση.
- Η απόπειρα σεξουαλικής επαφής παρουσία ατροφίας του βλεννογόνου μπορεί να οδηγήσει σε δευτεροπαθή κολπίτιδα.
- Σε γυναίκες με επίμονο αιδοιοκολπικό καύσο και κνησμό, δερματίτιδες του αιδοίου συμπεριλαμβανομένου του σκληρού λειχήνα, χρόνια δερματίτιδα, η ψωρίαση, αλλά και ο καρκίνος πρέπει να αποκλειστούν.
- Γυναίκες με επίμονη ενόχληση στο αιδοίο μπορεί να έχουν σεξουαλική δυσλειτουργία. Η σεξουαλική συμβουλευτική μπορεί να είναι κατάλληλη.
Υπέρταση
- Η υπέρταση δεν αποτελεί αντένδειξη για τη χρήση του MHT.
- Υπέρταση σε εμμηνοπαυσιακές γυναίκες (συμπεριλαμβανομένου ιστορικού της υπέρτασης που προκαλείται από την εγκυμοσύνη) υποδηλώνει αύξηση του μελλοντικού κινδύνου καρδιαγγειακών επιπλοκών.
Η μελέτη INTERHEART διαπίστωσε ότι οι γυναίκες με υπέρταση είχαν 97% αύξηση στον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου σε σύγκριση με τις γυναίκες με φυσιολογική πίεση.
- Αναστρέψιμοι κίνδυνοι για υπέρταση (παχυσαρκία, κακές διατροφικές συνήθειες, υψηλή πρόσληψη νατρίου (αλάτι), καθιστική ζωή και μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ) θα πρέπει να αξιολογούνται προσεκτικά και μειώνονται όπου είναι δυνατόν κατά την περίοδο της εμμηνόπαυσης.
*H Αθανασία Παππά είναι Επισκέπτρια Υγείας και
Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Εμμηνόπαυσης (ΕΛΕΤΕΜ)
www.eletem.org