Γράφει ο Δρ. Σταύρος Τσιριγωτάκης, χειρουργός Θυρεοειδούς και Ενδοκρινών Αδένων
Μετά την αρχική επέμβαση για αφαίρεση του θυρεοειδή, λόγω τοξικής βρογχοκήλης, η ασθένεια της υποτροπίασε, λόγω πολύ μεγάλου υπολείμματος (θυρεοειδικός ιστός που δεν αφαιρέθηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης επέμβασης), το οποίο και προκάλεσε νέα «έντονα» και «θορυβώδη» συμπτώματα.
Ο υπερθυρεοειδισμός, λόγω τοξικής βρογχοκήλης, είναι μια διαταραχή της λειτουργίας του θυρεοειδή αδένα, κατά την οποία αυτός υπερλειτουργεί και προκαλεί επιτάχυνση του μεταβολισμού. Ο θυρεοειδής μπορεί μορφολογικά να είναι φυσιολογικός ή να είναι διογκωμένος (βρογχοκήλη), συνήθως όμως έχει αυξημένο μέγεθος και παρουσιάζει όζους. Τα συμπτώματα που παρουσιάζει ο ασθενής είναι απώλεια βάρους που δεν δικαιολογείται από τη σωματική άσκηση ή το φαγητό, ταχυπαλμία ίσως και αρρυθμία, ιδρώτας, δυσανεξία στη ζέστη, νευρικότητα, τρέμουλο, καθώς και εξόφθαλμο που πολλές φορές είναι ο λόγος για τον οποίο ο ασθενής πάει στον γιατρό. Όλα αυτά είναι συμπτώματα που επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα ζωής του ασθενή.
Η ασθενής έπασχε από τη νόσο Graves ή διάχυτη τοξική βρογχοκήλη, η οποία είναι αυτοάνοσο νόσημα, δηλαδή ο οργανισμός παράγει αυτοαντισώματα τα οποία κάνουν τον αδένα να υπερλειτουργεί, με συνέπεια να μην ρυθμίζεται, να έχει έντονες ταχυκαρδίες, απώλεια βάρους, τρέμουλο στα χέρια κ.ά.
Παρόλο που η 35χρονη είχε χειρουργηθεί για να αφαιρέσει το θυρεοειδή της, λίγο μετά την επέμβαση τα συμπτώματά της επανεμφανίστηκαν και διαπιστώθηκε ότι κατά την επέμβαση δεν είχε αφαιρεθεί όλος ο αδένας και είχε παραμείνει ένα πολύ μεγάλο υπόλειμμα θυρεοειδούς. Τέτοια υπολείμματα συνήθως κάνουν την νόσο να υποτροπιάσει και απαιτούν επανεπέμβαση, όπου σε αυτήν υπάρχει αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών.
Αυτή όμως η πιθανότητα που υπήρχε για σοβαρές επιπλοκές, έκανε διστακτικούς αρκετούς χειρουργούς, όπως μας ανέφερε η ίδια η ασθενής, οι οποίοι αρνήθηκαν δηλώνοντας αδυναμία, να αναλάβουν το συγκεκριμένο περιστατικό, το οποίο όμως απαιτούσε άμεση αντιμετώπιση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η χειρουργική του θυρεοειδούς αδένα είναι μια απαιτητική χειρουργική και αυτό γιατί πέραν των άλλων, ο θυρεοειδής, έρχεται σε στενή επαφή αφενός με ένα νεύρο από την κάθε πλευρά του, το οποίο είναι υπεύθυνο για την ομιλία και αφετέρου με τους παραθυρεοειδείς αδένες.
Ακόμα δυσκολότερη χαρακτηρίζεται η επανεπέμβαση η οποία και διενεργήθηκε στη συγκεκριμένη ασθενή, επέμβαση η οποία πάντα πρέπει να διενεργείται από χειρουργούς με εξειδικευμένη κατάρτιση και πολυετή εμπειρία. Και αυτό, γιατί, τόσο το νεύρο όσο και οι παραθυρεοειδείς αδένες πρέπει να διατηρούνται άθικτοι κατά τη διάρκεια της επέμβασης.
Από τη μια πλευρά δηλαδή πρέπει να αφαιρεθεί μέχρι και το τελευταίο κύτταρο ενώ από την άλλη πλευρά δεν πρέπει να γίνουν τραυματισμοί σε αυτά τα στοιχεία, κατά τη διάρκεια του διαχωρισμού του ενός στοιχείου από το άλλο. Αυτό δεν είναι εύκολο, αφού ο θυρεοειδής έρχεται σε άμεση επαφή με αυτά και πρέπει στην ουσία να τα ‘’ξεκολλήσουμε’’ πάνω από τον αδένα, χωρίς να τα τραυματίσουμε.
Για να γίνει πιο εύκολα κατανοητή η δυσκολία της επέμβασης, αξίζει να τονίσουμε ότι ένας χειρουργός ο οποίος δεν είναι εξειδικευμένος με το θυρεοειδή, δυσκολεύεται κατά τη διάρκεια της επέμβασης να δει, να αναγνωρίσει και να εντοπίσει αυτά τα στοιχεία και γι’ αυτό το λόγο αφήνει ένα τμήμα του αδένα από την κάθε πλευρά, ώστε να μην έρθει σε επαφή με αυτά. Ο εξειδικευμένος χειρουργός όμως μπορεί να τα αναγνωρίσει, γνωρίζει τη σημασία της ολικής αφαίρεσης του αδένα και αφού η εμπειρία, η γνώση και η δεξιότητα του το επιτρέπουν, προβαίνει στην ολική αφαίρεση του αδένα, προφυλάσσοντας αυτά τα στοιχεία.
Η μέθοδος που εφαρμόστηκε από τον υπογράφοντα και την ομάδα του, είναι η ελάχιστα επεμβατική θυρεοειδεκτομή, η χειρουργική επέμβαση θυρεοειδούς που διενεργείται μέσω μιας τομής η οποία είναι 3εκ. ή και μικρότερη. Οι ασθενείς συνήθως έχουν λιγότερο πόνο, πιο γρήγορη ανάρρωση, σε σχέση με τις κλασικές παραδοσιακές θυρεοειδεκτομές και σίγουρα ελάχιστη ουλή, κάτι το οποίο είναι πολύ σημαντικό, αφού η μετεγχειρητική ουλή βρίσκεται σε εμφανές σημείο και θα την έχει ο ασθενής για μια ολόκληρη ζωή.
Η ασθενής μας λοιπόν υποβλήθηκε σε αυτή την επέμβαση, η οποία ήταν επιτυχής. Εντοπίστηκαν με επιτυχία τα υπολείμματα, τα δύο εκ των οποίων ήταν ακριβώς πάνω στα νεύρα εκατέρωθεν(αυτά είναι και τα πιο συνηθισμένα σημεία, αφού εκεί υπάρχει ο κίνδυνος κάκωσης του νεύρου) και τα άλλα δύο ήταν σε διαφορετικά σημεία.
Την επομένη της επέμβασης, αφού δεν υπήρχε κάποιο πρόβλημα ούτε με τη φωνή της αλλά ούτε και με τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα της, έφυγε από το κέντρο μας σε πολύ καλή κατάσταση και απόλυτα καθησυχασμένη από το άγχος που την διακατείχε πριν την επέμβαση, λόγω της δυσκολίας να βρει χειρουργό.
Το αποδεκτό υπόλειμμα που θέτει η επιστημονική κοινότητα, δεν πρέπει να ξεπερνά το 2,5%. Τα υπολείμματα τα δικά μας, στο 95% των ασθενών μας, είναι κάτω από 1%, επομένως γίνεται αντιληπτό το όφελος του ασθενούς με μετρούμενο υπόλειμμα κάτω του 1%, ή ακόμα και σε πολλές περιπτώσεις, το 0,5%.
Αξίζει να επισημανθεί τέλος, ότι σε παγκόσμιο επίπεδο, όλες οι επιστημονικές εταιρίες για τον θυρεοειδή θεωρούν απαραίτητη την εξειδίκευση όχι μόνο του χειρουργού που διενεργεί την επέμβαση, αλλά και του νοσηλευτικού προσωπικού και του κέντρου που πραγματοποιείται η επέμβαση, γιατί έτσι μόνο εξασφαλίζεται η ασφαλής αλλά και επιτυχής θεραπευτική αντιμετώπιση.
Οι επανεπεμβάσεις γενικότερα, αλλά ιδίως στον θυρεοειδή, έχουν αυξημένο ποσοστό εμφάνισης επιπλοκών. Εκτός από αυτό βέβαια, οι επανεπεμβάσεις ταλαιπωρούν τους ασθενείς ψυχικά, σωματικά αλλά και οικονομικά. Οι ασθενείς είναι υποχρεωμένοι να κάνουν πολλές εξετάσεις, να έχουν μεγάλες νοσηλείες, αλλά και να έχουν πολλές ημέρες απώλειας εργασίας είτε λόγω των νοσηλειών είτε λόγω της ανάρρωσης. Επομένως η διενέργεια επεμβάσεων στο θυρεοειδή, όταν γίνονται από εξειδικευμένους χειρουργούς σαφώς και έχουν πλεονεκτήματα, από τα οποία μπορούν να επωφελούνται οι ασθενείς. Ακόμη και το μέγεθος της τομής παίζει και αυτό το ρόλο του, γιατί, κανείς δεν θα ήθελε για ‘’κόσμημα’’ στο λαιμό του μια μεγάλη και δύσμορφη ουλή, αντί μιας ουλής μικρής, η οποία μετά από λίγο διάστημα, δύσκολα θα διακρίνεται.