Iatropedia

Γυναίκες: Που οφείλονται οι υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις – Τι να προσέχετε

Πως αντιμετωπίζονται οι υποτροπές. Ποιες καθημερινές συνήθειες αυξάνουν τον κίνδυνο. Ο ρόλος της χημειοπροφυλάξης.

Περισσότερες από μία στις δύο γυναίκες εκδηλώνουν ουρολοίμωξη τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους, με σημαντικό ποσοστό από αυτές να παρουσιάζουν υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις που μπορεί να πλήξουν την ποιότητα ζωής και την υγεία τους.

Υπολογίζεται ότι μετά από μία ουρολοίμωξη, σχεδόν μία στις τρεις ασθενείς παρουσιάζουν υποτροπή μέσα στους επόμενους μήνες. Στην πραγματικότητα, μετά από το πρώτο επεισόδιο ουρολοίμωξης, το 27% έχουν μία επιβεβαιωμένη υποτροπή εντός εξαμήνου και το 2,7% δύο υποτροπές.

Όπως εξηγεί η παθολόγος-λοιμωξιολόγος Ελένη Πατρόζου, διευθύντρια της Γ’ Παθολογικής – Λοιμωξιολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ, οι λοιμώξεις του ουροποιητικού στις γυναίκες χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες:

Οι λοιμώξεις του ανώτερου ουροποιητικού (πυελονεφρίτιδα) εκδηλώνονται κατά κανόνα με εμπύρετο, ρίγος και άλγος στη οσφύ (πόνο στη μέση). Εκείνες του κατώτερου ουροποιητικού (κυστίτιδα, ουρηθρίτιδα) προκαλούν συμπτώματα χωρίς πυρετό, όπως:

Που οφείλονται οι υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις

«Ο όρος μη επιπλεγμένες υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις αφορά σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας με φυσιολογικό ουροποιητικό σύστημα και χωρίς υποκείμενα προβλήματα υγείας, οι οποίες παρουσιάζουν συχνές κυστίτιδες», εξηγεί.

Οι ουρολοιμώξεις χαρακτηρίζονται ως υποτροπιάζουσες όταν παρατηρούνται:

Πρέπει να τονιστεί ότι δεν πρόκειται για επιμονή ή ατελή θεραπεία μιας λοίμωξης αλλά για επαναλoίμωξη με διαφορετικό στέλεχος μικροβίου. Κατά κανόνα πρόκειται για διαφορετικά στελέχη του κολοβακτηριδίου E. coli.

«Ο όρος «υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις» δεν πρέπει να χρησιμοποιείται στην περίπτωση των ανδρών, διότι έχουν διαφορετική ανατομία στο ουροποιογεννητικό σύστημα και εξ ορισμού κάθε ουρολοίμωξη θα πρέπει να θεωρείται επιπλεγμένη και να αποτελεί αντικείμενο διερεύνησης ως προς την αιτιολογία της», τονίζει η κυρία Πατρόζου.

Επιπλέον, επιπλεγμένες υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις παρουσιάζονται σε ασθενείς με υποκείμενες ανατομικές ή λειτουργικές διαταραχές του ουροποιητικού.

Οι παράγοντες κινδύνου

Υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες οι οποίοι αυξάνουν τον κίνδυνο υποτροπής της ουρολοίμωξης. Σε πολλές περιπτώσεις, όμως, δεν μπορεί να εντοπιστεί συγκεκριμένο αίτιο. Στους παράγοντες κινδύνου συμπεριλαμβάνονται:

Η θεραπεία

Η θεραπεία της κυστίτιδας σε ασθενείς που εμφανίζουν υποτροπές γίνεται με αντιμικροβιακή αγωγή βάσει αντιβιογράμματος. Τα συμπτώματα υποχωρούν κατά κανόνα άμεσα μετά τη λήψη αντιμικροβιακών.

«Είναι σημαντικό γι’ αυτή την απλή λοίμωξη, που σε ένα σημαντικό ποσοστό (46%) υποχωρεί αυτόματα και χωρίς ειδική θεραπεία, να χρησιμοποιήσουμε το αντιβιοτικό με το μικρότερο δυνατό φάσμα και να το χορηγήσουμε για τη μικρότερη δυνατή διάρκεια, ώστε να μη διαταράξουμε τη μικροβιακή χλωρίδα», επισημαίνει η κυρία Πατρόζου.

Θεραπεία εκλογής, εφόσον το αντιβιόγραμμα αναδείξει ευαισθησία, «είναι η χορήγηση νιτροφουραντοϊνης για 5-7 ημέρες. Εναλλακτικά, προτιμάται η χορήγηση φωσφομυκίνης άπαξ», προσθέτει.

Αντιθέτως, πρέπει να αποφεύγεται η χορήγηση αντιμικροβιακών ευρέως φάσματος,  όπως αμοξυκιλλίνη-κλαβουλανικό και κινολόνες. Πρέπει επίσης να αποφεύγεται η παράταση της διάρκειας αγωγής σε υποτροπιάζουσες λοιμώξεις. Και αυτό, διότι το φαινόμενο δεν αποδίδεται σε επιμονή της λοίμωξης αλλά σε επαναμόλυνση.

Η χρήση αντιμικροβιακών για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα θα επιφέρει διαταραχή της χλωρίδας, προετοιμάζοντας έτσι το επόμενο επεισόδιο με περισσότερο ανθεκτικό στέλεχος μικροβίου.

Πώς να προστατευθείτε από τις υποτροπές

Για να μειωθεί ο κίνδυνος να εκδηλωθούν νέες ουρολοιμώξεις, η ειδικός συνιστά τα εξής:

Για την πρόληψη των υποτροπών μπορεί επιπλέον να δοθεί προφυλακτικά αντιμικροβιακή αγωγή (χημειοπροφύλαξη), δηλαδή μικρή δόση αντιβιοτικού κάθε βράδυ για 3 ή 6 μήνες. Αν τα επεισόδια παρουσιάζονται κατά κανόνα μετά από σεξουαλική επαφή, μπορεί η χορήγηση χημειοπροφύλαξης να γίνεται λίγο πριν ή μετά την επαφή.

Φωτογραφία: iStock