Η νόσος Πάρκινσον μπορεί να έχει 3 ξεχωριστούς τύπους, λένε οι ειδικοί

  • Ρούλα Τσουλέα
Πάρκινσον
Κάθε τύπος έχει ξεχωριστό ρυθμό έναρξης και εξέλιξης. Πού μπορεί να οφείλεται αυτό.

Η νόσος Πάρκινσον μπορεί να μην είναι ενιαία, αλλά να έχει τρεις χαρακτηριστικούς υποτύπους, αναφέρουν επιστήμονες από τη Νέα Υόρκη.

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν σύστημα τεχνητής νοημοσύνης για να αξιολογήσουν ομάδα ασθενών, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι υπήρχε σαφής διαχωρισμός μεταξύ τους.

Τα ευρήματά τους δημοσιεύθηκαν προσφάτως στην ιατρική επιθεώρηση npj Digital Medicine. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι μπορούν να βοηθήσουν τις ερευνητικές ομάδες ανά τον κόσμο να βρουν καλύτερες θεραπείες για κάθε υπότυπο ξεχωριστά.

Τη σχετική μελέτη πραγματοποίησαν ερευνητές από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Cornell, στη Νέα Υόρκη. Όπως εξηγούν στο άρθρο τους, η νόσος του Πάρκινσον είναι μία σοβαρή νευροεκφυλιστική ασθένεια. Έχει μεγάλη ετερογένεια, καθώς δεν εκδηλώνεται ούτε εξελίσσεται σε όλους τους ασθενείς με τον ίδιο τρόπο.

Για να εξακριβώσουν εάν η ετερογένεια αυτή υποδηλώνει την ύπαρξη άγνωστων έως τώρα υποτύπων, οι ερευνητές ενέταξαν στη μελέτη τους 406 εθελοντές. Όλοι έπασχαν από τη νόσο επί τουλάχιστον 5 χρόνια. Οι επιστήμονες συγκέντρωσαν αναλυτικά δεδομένα για την πρόοδο των συμπτωμάτων τους. Έλαβαν επίσης δείγματα βιολογικού υλικού (π.χ. αίμα, εγκεφαλονωτιαίο υγρό) για ποικίλες αναλύσεις. Τους υπέβαλλαν επίσης σε απεικονιστικές εξετάσεις εγκεφάλου και σε γενετικές αναλύσεις.

Τα ευρήματα

Με τη βοήθεια των στοιχείων που συγκέντρωσαν δημιούργησαν ένα λογισμικό αξιολόγησης της φαινοτυπικής εξέλιξης της νόσου. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι το μοντέλο κατέγραψε πολυδιάστατα την πορεία της υγείας των συμμετεχόντων.

Έτσι διαπιστώθηκε ότι η νόσος Πάρκινσον μπορεί να διαχωριστεί σε τρεις τύπους,  αναλόγως με τον ρυθμό εξέλιξής της:

  • Βραδείας εξέλιξης (PD-I): Οι ασθενείς είχαν ήπια συμπτώματα αρχικά και σχετικά ήπια εξέλιξη. Από το σύνολο των συμμετεχόντων στη μελέτη, οι 145 (ποσοστό 35,7%) είχαν αυτή τη μορφή.
  • Μετρίας εξέλιξης (PD-M): Οι ασθενείς είχαν ήπια αρχικά συμπτώματα, αλλά η νόσος τους εξελίχθηκε στη συνέχεια με μέτριο ρυθμό. Αυτός ήταν ο συχνότερος υπότυπος. Έπασχε το 50,9% των συμμετεχόντων (ή 207 άτομα).
  • Ταχείας εξέλιξης (PD-R): Χαρακτηρίζεται από την πιο γρήγορη εξέλιξη των συμπτωμάτων απ’ όλους. Οι 54 από τους συμμετέχοντες (ή ποσοστό 13,3%) είχαν αυτό τον υπότυπο.

Κάθε μορφή συσχετίστηκε με χαρακτηριστικές αλλοιώσεις στον εγκέφαλο και στα ευρήματα ορισμένων εξετάσεων. Εντοπίστηκαν επίσης γενετικές διαφορές μεταξύ τους.

Οι συγγραφείς της μελέτης τονίζουν ότι ο διαχωρισμός αυτός υπογραμμίζει την ανάγκη να αντιμετωπίζεται κάθε μορφή της νόσου με μοναδικό τρόπο, ούτως ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των ασθενών.

Ωστόσο τα ευρήματά τους πρέπει να επαληθευτούν σε μεγαλύτερες μελέτες για να θεωρηθούν οριστικά. Ύστερα θα πρέπει να γίνουν έρευνες για να βρεθούν οι καλύτερες θεραπευτικές προσεγγίσεις για κάθε μορφή.

Προγενέστερες μελέτες επίσης έχουν δείξει ότι οι ασθενείς με νόσο Πάρκινσον μπορεί να έχουν γενετική ετερογένεια. Στο 10% των πασχόντων, λ.χ., ανευρίσκεται μετάλλαξη σε ένα γονίδιο που λέγεται GBA. Οι διαφορετικοί τύποι αυτών των μεταλλάξεων επιταχύνουν την πορεία της νόσου. Ήδη διεξάγονται έρευνες για να βρεθούν στοχευμένες θεραπείες γι’ αυτές.

Φωτογραφία: iStock