Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ίαν Κάρεϊ του Πανεπιστημίου St George’s του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal», συσχέτισαν σε βάθος επταετίας τα επίπεδα ρύπανσης του αέρα με τον αριθμό των νέων διαγνωσμένων περιστατικών άνοιας.
Η μελέτη αφορούσε σχεδόν 131.000 άτομα ηλικίας άνω των 50 ετών, που δεν είχαν διαγνωσθεί με άνοια στην αρχής της έρευνας. Από αυτούς, οι 2.181 (ποσοστό 1,7%) διαγνώσθηκαν με Αλτσχάιμερ και άνοια μέσα στα επόμενα επτά χρόνια.
Οι ερευνητές εστίασαν στις συγκεντρώσεις στην ατμόσφαιρα του διοξειδίου του αζώτου (ΝΟ2), των μικροσκοπικών σωματιδίων (ΡΜ2,5) και του επιφανειακού όζοντος και, στη συνέχεια, έκαναν συσχέτιση με την κατοικία καθενός ανθρώπου και του βαθμού ρύπανσης στην οποία ήταν διαχρονικά εκτεθειμένος.
Όσοι ήταν εκτεθειμένοι στα υψηλότερα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης (τόσο διοξειδίου αζώτου όσο και σωματιδίων), είχαν κατά μέσο όρο 40% μεγαλύτερη πιθανότητα να διαγνωσθούν με άνοια μετά από μερικά χρόνια, σε σχέση με όσους είχαν την μικρότερη έκθεση σε περιβαλλοντική ρύπανση.
Οι επιστήμονες επεσήμαναν ότι δεν είναι ακόμη σαφής ο βιολογικός μηχανισμός που η ρύπανση μπορεί να συμβάλει στη διαδικασία νευροεκφύλισης του εγκεφάλου, ιδίως στους ηλικιωμένους. Προηγούμενες πάντως μελέτες έχουν συσχετίσει τη ρύπανση από την κυκλοφορία των οχημάτων με χειρότερες γνωστικές/νοητικές επιδόσεις στα παιδιά. Μια πιθανή αιτία είναι ότι η ρύπανση προκαλεί χρόνια φλεγμονή στον εγκέφαλο.
Από το ΑΠΕ-ΜΠΕ