Ο ιός που προκαλεί ηπατίτιδα C είναι ένας «νέος» ιός. Ταυτοποιήθηκε μόλις το 1989, ενώ οι πρώτες υπόνοιες για την ύπαρξή του είχαν εγερθεί λίγα χρόνια νωρίτερα.
Όπως αναφέρει ο Σύλλογος Ασθενών Ήπατος «Προμηθέας», ο ιός λέγεται HCV. Οι πρώτες υπόνοιες για την ύπαρξή του χρονολογούνται τη δεκαετία του ’80. Έως τότε ήταν γνωστοί μόνο οι ιοί της ηπατίτιδας Α και της ηπατίτιδας Β. Ωστόσο οι επιστήμονες αντιλήφθηκαν πως υπήρχε και άλλος ιός που προκαλούσε βλάβες στο ήπαρ.
Αυτός ο «άλλος ιός» αρχικά αναφερόταν ως «μη-Α, μη-Β ιός ηπατίτιδας». Ταυτοποιήθηκε το 1989 και δύο χρόνια αργότερα (το 1991) είχε αναπτυχθεί μια ειδική εξέταση για την ανίχνευσή του στο αίμα. Η χρήση αυτής της εξέτασης έγινε ευρεία στα μέσα του 1992, όταν και άρχισε να ελέγχεται το αίμα από τις αιμοδοσίες.
Ο ιός HCV μεταδίδεται κατά κανόνα με το μολυσμένο αίμα. Έτσι, πριν ταυτοποιηθεί, χιλιάδες άνθρωποι είχαν μολυνθεί μέσω, π.χ., των μεταγγίσεων αίματος στις εγχειρήσεις.
Τα δεδομένα αυτά εξηγούν για ποιον λόγο οι ειδικοί κάνουν έκκληση για προληπτικό έλεγχο όλων των Ελλήνων που γεννήθηκαν μεταξύ 1945 και 1980.
Πάσχουν έως 134.000 Έλληνες
Υπολογίζεται ότι παγκοσμίως οι φορείς του ιού HCV ανέρχονται σε 130-170 εκατομμύρια. Το επίπεδο της μόλυνσης σε κάθε χώρα (επιπολασμός), ποικίλλουν σημαντικά. Σε ορισμένες χώρες, όπως η Αίγυπτος, είναι πάνω από 10% επί του γενικού πληθυσμού. Στις ΗΠΑ πιστεύεται ότι είναι περίπου 2% και στη βόρεια Ευρώπη γύρω στο 1%.
Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι οι φορείς κυμαίνονται μεταξύ του 0,83% και 1,79% του γενικού πληθυσμού. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως 74.000 έως 134.000 ενήλικες στη χώρα μας έχουν χρόνια ηπατίτιδα C, σύμφωνα με ανάλυση που δημοσιεύθηκε νωρίτερα εφέτος στην ιατρική επιθεώρηση Annals of Gastroenterology.
Σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, από τους ασθενείς αυτούς μόλις το 20-30% γνωρίζουν την κατάστασή τους. Αυτό σημαίνει ότι, κατά μέσον όρο, 75.000 Έλληνες νοσούν χωρίς να το γνωρίζουν.
Ποιοι κινδυνεύουν να κολλήσουν ηπατίτιδα C
Η εξάπλωση της λοίμωξης με τον ιό HCV, βέβαια, δεν σταμάτησε το 1992. Υπάρχουν και άλλες ομάδες υψηλού κινδύνου, πέραν όσων είχαν κάνει πριν από εκείνη τη χρονιά μεταγγίσεις αίματος.
Σήμερα, νέες λοιμώξεις με τον ιό της ηπατίτιδας C παρατηρούνται, λ.χ., σε άτομα με πολλαπλούς ερωτικούς και στους χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών.
Υπολογίζεται ότι το 50-70% των ενεργών χρηστών μολύνονται μέσα σε πέντε χρόνια από την έναρξη της χρήσης, σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου Ελέγχου & Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ).
Ο ιός μπορεί να μεταδοθεί και αν κάποιος κάνει τατουάζ ή body piercing με μη αποστειρωμένα εργαλεία.
Μπορεί ακόμα να μολυνθεί ένα άτομο που ζει μαζί με φορέα του ιού HCV και μοιράζεται μαζί του ξυραφάκια, οδοντόβουρτσες, νυχοκόπτες κ.λπ.
Μερικές φορές, εξ άλλου, ο ιός HCV μεταδίδεται από τη μητέρα στο αγέννητο παιδί της. Οι πιθανότητες να συμβεί αυτό συνήθως κυμαίνονται από 2% έως 5%. Αν, όμως, η έγκυος είναι ταυτοχρόνως φορέας του ιού HIV/AIDS, υπερβαίνει το 10-15%.
Και εκτός ανθρώπινου σώματος
Ο ιός HCV είναι ιδιαίτερα ανθεκτικός και εκτός του ανθρώπινου σώματος, όπου μπορεί να επιβιώσει μέσα σε μικροσκοπικά σταγονίδια αίματος.
Σύμφωνα με τον Σύλλογο «Προμηθέα», αναλόγως με τις συνθήκες που επικρατούν (π.χ. θερμοκρασία, υγρασία) μπορεί να παραμείνει μολυσματικός:
- Από 16 ώρες έως 4 ημέρες πάνω σε επιφάνειες
- Έως 63 ημέρες μέσα σε μια σύριγγα ή βελόνα
Γι’ αυτό τον λόγο είναι απαραίτητη η σχολαστική αποστείρωση έπειτα από κάθε χρήση του επαναχρησιμοποιούμενου εξοπλισμού που έρχεται σε επαφή με αίμα.
Ο εξοπλισμός επαγγελματικού καλλωπισμού (βελόνες τατουάζ κ.λπ.) πρέπει να είναι αυστηρά ατομικός. Όταν δεν μπορεί να είναι, πρέπει επίσης να αποστειρώνεται σχολαστικά μετά από κάθε χρήση.
Τι συμβαίνει μετά τη μόλυνση
Από τους ανθρώπους που θα μολυνθούν με τον ιό της ηπατίτιδας C, η συντριπτική πλειονότητα δεν θα εκδηλώσουν αρχικά κανένα σύμπτωμα. Μέσα στους πρώτους 2-6 μήνες, εξ άλλου, ο οργανισμός θα αποβάλλει μόνος του τον ιό στο 15-25% των φορέων.
Σε όλους τους άλλους ο ιός παραμένει και προκαλεί χρόνια ηπατίτιδα, που μπορεί να καταστρέψει σιγά-σιγά το ήπαρ. Ωστόσο η HCV λοίμωξη επηρεάζει και άλλα συστήματα και όργανα, όπως το πεπτικό, το λεμφικό και το ανοσοποιητικό σύστημα, καθώς και ο εγκέφαλος.
Στους ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα C μπορεί να εμφανιστούν κάποια μη ειδικά συμπτώματα (λ.χ. αδυναμία, κόπωση). Επιπλέον, μέσα σε μία 20ετία περίπου, το 20-30% των πασχόντων από χρόνια ηπατίτιδα παρουσιάζουν κίρρωση του ήπατος, η οποία ενδέχεται να εξελιχθεί σε ηπατική ανεπάρκεια και/ή καρκίνο ήπατος.
Η εμφάνιση της κίρρωσης είναι πιο συχνή στους πιο ηλικιωμένους ασθενείς. Η κατάχρηση αλκοόλ και η ταυτόχρονη παρουσία ηπατίτιδας Β ή λοίμωξης από τον ιό HIV/AIDS, επιταχύνουν την εκδήλωσή της.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
Health alert: Μήπως έχετε ηπατίτιδα C και δεν το ξέρετε;
Οι απαντήσεις στα πιο συνηθισμένα ερωτήματα για την ηπατίτιδα C
Ηπατίτιδα C: Έξι μύθοι που δεν πρέπει να πιστεύετε
Ηπατολογικά Ιατρεία του ΕΣΥ: Χωρίς ραντεβού οι ασθενείς με ηπατίτιδα C