Η Βασιλική Εταιρία Επιστημών της Βρετανίας και 23 επιστήμονες της επί 2 χρόνια, συνέταξαν μια μελέτη 133 σελίδων η οποία είναι και οικονομική και κοινωνική και ιατρική περιβαλλοντική και αφορά το μέλλον όλων μας. Ουσιαστικά, πρόκειται για μία πολιτική και οικονομική παρέμβαση από την πλευρά έγκριτων επιστημόνων, οι οποίοι προσπαθούν να ωθήσουν τις κυβερνήσεις και την κοινή γνώμη του πλανήτη σε «αλλαγή πλεύσης» και σε μία ριζική αναθεώρηση αντιλήψεων σε μία σειρά από ζωτικά ζητήματα, προτού είναι πια πολύ αργά και επέλθει η μη αναστρέψιμη καταστροφή.
“Είναι μία απολύτως κρίσιμη περίοδος για τους ανθρώπους και τον πλανήτη, με βαθιές αλλαγές για την ανθρώπινη υγεία και ευημερία, καθώς και για το φυσικό περιβάλλον. Προς τα πού θα κατευθυνθούμε, εξαρτάται από την ανθρώπινη θέληση, δεν είναι κάτι προκαθορισμένο, δεν είναι θέμα οτιδήποτε που να βρίσκεται πέρα από την ανθρωπότητα”, δήλωσε ο Σάλστον, νομπελίστας Φυσιολογίας/Ιατρικής (2002) και πρόεδρος του Ινστιτούτου Επιστημονικής Ηθικής και Καινοτομίας του πανεπιστημίου του Μάντσεστερ.
Μεταξύ άλλων, η έκθεση με τίτλο «Οι άνθρωποι και ο πλανήτης» προτείνει την πρόσβαση όλων των γυναικών του πλανήτη σε μέτρα οικογενειακού προγραμματισμού (ελέγχου των γεννήσεων), το ξεπέρασμα του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) ως του βασικού μέτρου ανάπτυξης και «υγείας» της οικονομίας, τη μείωση της σπατάλης στην κατανάλωση τροφίμων, την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας κ.α. Όπως ανέφερε ο Σάλστον, το μήνυμα της έκθεσης για τους πολίτες των ανεπτυγμένων χωρών συνοψίζεται σε μία μόνο φράση: “Δεν χρειάζεται να καταναλώνετε τόσο πολύ για να έχετε μία υγιή και ευτυχισμένη ζωή”.
Οι επιστήμονες, όπως είπε μία από τους συγγραφείς της έκθεσης, η καθηγήτρια Σάρα Χάρπερ του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, επαναφέρουν στο προσκήνιο το πολιτικά και ηθικά ευαίσθητο ζήτημα του αριθμού των ανθρώπων που μπορεί να συντηρήσει κάθε χώρα ξεχωριστά και ο πλανήτης μας συνολικά. Το “μέσο” σενάριο του ΟΗΕ εκτιμά ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός θα φθάσει τα 9,5 δισ. το 2050 και θα ξεπεράσει τα 10 δισεκατομμύρια έως το τέλος του 21ου αιώνα (από περίπου 7 σήμερα), προτού αρχίσει να υποχωρεί σταδιακά. Αυτά τα 3 δισεκατομμύρια παραπάνω άνθρωποι από σήμερα έως το 2100 θα προέλθουν κυρίως από τις λιγότερο αναπτυσσόμενες χώρες, ιδίως της Αφρικής (περίπου 2 δισ.). Πάνω από το 50% του πληθυσμού της Γης θα ζει πλέον σε πόλεις.
Όμως η έκθεση προειδοποιεί ότι, αν δεν ληφθούν μέτρα ελέγχου των γεννήσεων και ο αριθμός γεννήσεων στις φτωχές χώρες δεν πέσει στο επίπεδο σχεδόν των πιο πλούσιων, τότε υπάρχει κίνδυνος ο πληθυσμός της Γης να εκτιναχθεί στα 22 δισεκατομμύρια, από τα οποία τα 17 δισ. μόνο στην Αφρική, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τη μαζική μετανάστευση προς τις πιο ανεπτυγμένες χώρες.
Ακόμα, οι επιστήμονες της Royal Society επισημαίνουν την ανάγκη για επέκταση της καθολικής εκπαίδευσης του πληθυσμού, για έξοδο των φτωχότερων 1,3 δισεκατομμυρίων ανθρώπων του πλανήτη από τις συνθήκες ακραίας φτώχειας που βιώνουν (ζουν με λιγότερο από ένα ευρώ τη μέρα), για αύξηση στην κατανάλωση νερού και τροφίμων, για εξοικονόμηση πρώτων υλών και τροφών, για μείωση του οικολογικού «αποτυπώματος» του ανεπτυγμένου κόσμου (χωρίς να υποχωρήσει η ευημερία των πολιτών) κ.α.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η παραγωγή του διοξειδίου του άνθρακα (δείκτης της κατανάλωσης ενέργειας, αλλά και της ρύπανσης του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής) μπορεί να είναι έως 50 φορές μεγαλύτερη στον ανεπτυγμένο κόσμο σε σχέση με τον αναπτυσσόμενο και, ταυτόχρονα, το νερό που καταναλώνει ένα παιδί σε μία ανεπτυγμένη χώρα να είναι 30-50 φορές περισσότερο σε σχέση με ένα παιδί σε μία φτωχή χώρα. «Δεν μπορούμε να διανοηθούμε έναν κόσμο που συνεχίζει να είναι τόσο άνισος ή που γίνεται ακόμα πιο άνισος», υπογράμμισε ο σερ Σάλστον.