Ο καρκίνος δεν είναι κυρίως «οικογενειακή υπόθεση» αλλά μία νόσος που αναπτύσσεται τυχαία στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων. Κληρονομικός είναι μόνο σε μία στις δέκα περιπτώσεις, εφ’ όσον όμως αφορούν άτομα ηλικίας κάτω των 60 ετών.
Τις επισημάνσεις αυτές έκανε χθες σε διάλεξη στο Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος ο καθηγητής Δρακούλης Γιαννουκάκος, διευθυντής Ερευνών στο Εργαστήριο Μοριακής Διαγνωστικής ΙΠΡΕΤΕΑ στο Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ.
Όπως εξήγησε, η πρώτη αναφορά για κληρονομικό καρκίνο έγινε το 1886, αλλά χρειάστηκε να περάσει σχεδόν ένας αιώνας έως ότου φθάσουν σε ικανοποιητικό επίπεδο οι γνώσεις των επιστημόνων για την κληρονομικότητα στον καρκίνο.
Σήμερα είναι πλέον τεκμηριωμένο ότι ο καρκίνος είναι μία γενετική ασθένεια, δηλαδή αρχίζει από αλλαγές ή μεταλλάξεις σε ένα κύτταρο του σώματος. «Όλοι τις υφιστάμεθα εν τω βίω μας, αλλά οι περισσότερες επιδιορθώνονται από τον ίδιο μας τον οργανισμό», είπε. «Δυστυχώς, όσο μεγαλώνουμε, μετά από κάποια ηλικία, η ικανότητα επιδιόρθωσης υστερεί και ενίοτε οδηγεί σε καρκινογένεση».
Το γεγονός αυτό υποδηλώνει πως «μοιραία, όσο περισσότερο γερνούν οι άνθρωποι και εξασθενεί ο οργανισμός τους, τόσο περισσότερο καθίστανται ευάλωτοι απέναντι στη νόσο», πρόσθεσε. Επομένως «τα περιστατικά καρκίνων δεν έχουν αυξηθεί αναλογικά κι ας υποστηρίζουν κάποιοι το αντίθετο. Αυτό που έχει αυξηθεί είναι ο πληθυσμός της γης και το προσδόκιμο ζωής».
Με βάση τις νεότερες γνώσεις για τον ρόλο των γονιδίων στην ανάπτυξή του, ο καρκίνος ταξινομείται σε τρία είδη:
- Τον σποραδικό καρκίνο. Αφορά το 70% των περιπτώσεων και οφείλεται σε τυχαίους παράγοντες – εξωγενείς
- Τον οικογενή καρκίνο. Αφορά τη συσσώρευση καρκίνων σε μια οικογένεια χωρίς προσδιορισμένο αίτιο. Ενδεχομένως σχετίζονται με το κοινό περιβάλλον ή τη διατροφή. Καλύπτουν το 20% των περιπτώσεων
- Τον κληρονομικό καρκίνο. Οφείλεται σε συγκεκριμένα κληρονομούμενα γονίδια. Καλύπτει το 10% των περιπτώσεων
Ποιοι καρκίνοι είναι κληρονομικοί και ποιοι όχι
Τα όργανα με τα μεγαλύτερα ποσοστά κληρονομικού καρκίνου είναι:
- Οι ωοθήκες (το 20% των περιπτώσεων καρκίνου ωοθηκών είναι κληρονομικοί)
- Ο μαστός
- Το παχύ έντερο
Ο καρκίνος του πνεύμονα παρουσιάζει τα μικρότερα ποσοστά κληρονομικότητας, εφόσον οφείλεται σε περιβαλλοντικούς παράγοντες με κυρίαρχο το κάπνισμα.
«Αξίζει να σημειωθεί, ότι στις ηλικίες άνω των εξήντα ετών δεν θεωρούμε ότι υπάρχει κληρονομικότητα. Ο κληρονομικός καρκίνος εμφανίζεται από τα 30 έως τα 50 έτη (στα 42 κατά μέσο όρο)», τόνισε ο καθηγητής.
Αναφερόμενος στον καρκίνο του μαστού τόνισε πως είναι αυτός που εμφανίζεται, συγκριτικά με άλλες μορφές, στις νεαρότερες ηλικίες (30-40 έτη) και προσβάλλει στη συντριπτική πλειονότητα γυναίκες.
«Επειδή προσελκύει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του κοινού, των ερευνητών και, κατ’ επέκταση, την εντονότερη προσέλκυση χορηγικών και φαρμακευτικών κονδυλίων, έχει σημειωθεί τεράστια πρόοδος όσον αφορά τη διάγνωση και τη θεραπεία του», είπε. «Ως αποτέλεσμα, πεθαίνουν εξ αυτού όλο και λιγότερες γυναίκες. Στην Ελλάδα καταγράφονται 6-8 χιλιάδες κρούσματα καρκίνου του μαστού ετησίως».
Το γενεαλογικό δέντρο
Για τον ρόλο της κληρονομικότητας στον καρκίνο είναι σημαντικό να υπάρχει έγκαιρη ενημέρωση του κοινού, τόνισε ο καθηγητής. Σε συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό είναι σημαντικό να καταρτίζεται το γενεαλογικό δέντρο με το ιατρικό ιστορικό όλων των μελών της οικογένειάς μας, ούτως ώστε να γνωρίζουμε τους τυχόν κινδύνους που διατρέχουμε.
Σε περίπτωση που υπάρχει οικογενειακό ιστορικό καρκίνου, υπάρχει δυνατότητα για όποιον το επιθυμεί να υποβληθεί σε γονιδιακό έλεγχο. Τα αποτελέσματά του θα τον βοηθήσουν να λάβει κρίσιμες αποφάσεις για την υγεία του και, όπου είναι εφικτό, να γίνουν στοχευμένες παρεμβάσεις, εάν είναι επιθυμητές. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Αντζελίνας Τζολί η οποία, ύστερα από ανάλογη εξέταση, προχώρησε σε αμφοτερόπλευρη προληπτική μαστεκτομή, αφαίρεση σαλπίγγων και ωοθηκών.
Ο γενετικός έλεγχος διενεργείται με βάση «συγκεκριμένες οδηγίες που έχουν εκδώσει έγκριτες διεθνείς ογκολογικές ενώσεις για τις περιπτώσεις που συνιστάται ή επιβάλλεται», τόνισε ο κ. Γιαννουκάκος.
Η κυριαρχούσα μέθοδος γονιδιακού ελέγχου σήμερα είναι με τη χρήση νέων τεχνολογιών ανάγνωσης DNA (next generation DNA sequencing). Η μέθοδος αυτή έχει τη δυνατότητα ταυτόχρονου ελέγχου πολλών γονιδίων. Ωστόσο, ο γονιδιακός έλεγχος δεν συνιστάται πριν από την ηλικία των 30 ετών, κατά τον κ. Γιαννουκάκο.
Ο ρόλος του άγχους
Αξίζει να σημειωθεί ότι στη συζήτηση που ακολούθησε της διαλέξεως, ο πρόεδρος της Αντικαρκινικής Εταιρείας Ευάγγελος Φιλόπουλος ξεκαθάρισε ότι ο καρκίνος δεν προκαλείται από το άγχος.
«Καμία μελέτη δεν έχει αναδείξει αυτή τη συσχέτιση, πλην μίας Δανέζικης που διενεργήθηκε πριν από τρία χρόνια», είπε. «Και αυτή όμως ελέγχεται ως προς την ακρίβειά της, όσον αφορά δηλαδή το θέμα της μέτρησης του άγχους, που είναι μια κατάσταση καθαρά υποκειμενική και όχι επιστημονικά μετρήσιμη. Αυτό που ακούμε “πέθανε ο άνθρωπός μου κι έβγαλα καρκίνο” δεν ισχύει, εφόσον ο καρκίνος είναι μια διαδικασία που εξελίσσεται μέσα στην πάροδο πολλών χρόνων μέχρις ότου γίνει αντιληπτός».
Φωτογραφία: iStock