Οι επιστήμονες προειδοποιούν για νέο κύμα της COVID-19 το καλοκαίρι, καθώς ο κορωνοϊός δημιούργησε νέες υποπαραλλαγές που ήδη κερδίζουν έδαφος στις ΗΠΑ και αλλού.
Οι νέες υποπαραλλαγές ανήκουν στο στέλεχος Όμικρον και την παραλλαγή JN.1. Έχουν ονομαστεί KP.2 και KP.1.1, αλλά μαζί είναι γνωστές με το παρατσούκλι FLiRT (φλερτ), λόγω της θέσης των μεταλλάξεων που φέρουν στην πρωτεΐνη-ακίδα. Η πρωτεΐνη-ακίδα είναι αυτή που χρησιμοποιεί ο κορωνοϊός για να προσκολλάται στα ανθρώπινα κύτταρα και να μπορέσει να τα μολύνει.
Οι υποπαραλλαγές KP.2 και KP.1.1 αντιπροσωπεύουν ήδη στις ΗΠΑ το 25% και το 7,5% των κρουσμάτων αντιστοίχως, σύμφωνα με τα ομοσπονδιακά Κέντρα Ελέγχου & Προλήψεως των Ασθενειών (CDC).
«Οι FLiRT ανιχνεύθηκαν αρχικά στα λύματα των ΗΠΑ. Η ακριβής προέλευσή τους παραμένει άγνωστη», δήλωσε στο Newsweek ο ιολόγος Dr. Lawrence Young, καθηγητής Μοριακής Ογκολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ουώργουϊκ. «Τώρα εξαπλώνονται στις ΗΠΑ και αλλού».
Όπως εξήγησε, πιο ανησυχητική είναι η υποπαραλλαγή KP.2 η οποία δείχνει να είναι πολύ πιο μεταδοτική από τις προγενέστερες. «Η παραλλαγή αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα καλοκαιρινό κύμα λοιμώξεων», εκτίμησε. Και πρόσθεσε πως, όπως ισχύει από τότε που πρωτοανιχνεύθηκε ο κορωνοϊός SARS-CoV-2 πριν από τέσσερα χρόνια, ένα νέο πιθανό κύμα θα έπληττε περισσότερο τις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες:
- Τους ηλικιωμένους
- Όσους έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό
«Ο κορωνοϊός SARS-CoV-2 αλλάζει συνεχώς και συσσωρεύει μεταλλάξεις στο γενετικό υλικό του με την πάροδο του χρόνου. Επομένως αναμένεται να εξακολουθήσουν να αναδύονται νέες υποπαραλλαγές του», επισημαίνουν τα CDC. «Μερικές από αυτές αναδύονται και εξαφανίζονται. Άλλες εμφανίζονται και εξαπλώνονται και μπορεί να αντικαταστήσουν τις υπάρχουσες».
Οι υποπαραλλαγές FLiRT δεν φαίνεται να προκαλούν πιο βαριά νόσο από τις προγενέστερες. Επιπλέον προκαλούν παρόμοια συμπτώματα, προσθέτουν τα Κέντρα.
Σε κάθε περίπτωση, «πρέπει να συνεχίσουμε την επιτήρησή τους, αν και αυτό είναι πιο δύσκολο τώρα που έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο τα τεστ», κατέληξε ο Dr. Young.
Φωτογραφία: iStock