Κορωνοϊός: Πόσο καιρό μετά τη λοίμωξη Covid-19 είναι ασφαλείς οι εγχειρήσεις
Η πανδημία που έχει προκαλέσει ο νέος κορωνοϊός δεν έχει αφήσει τίποτα ανεπηρέαστο στη ζωή μας και οι εγχειρήσεις δεν θα μπορούσαν να είναι εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα. Τα τακτικά χειρουργεία αναβάλλονται, όταν είναι εφικτό, ενώ τα επείγοντα γίνονται με τα καλύτερα δυνατά μέτρα προστασίας. Πόσο καιρό μετά τη λοίμωξη Covid-19, όμως, μπορεί κάποιος να χειρουργηθεί με ασφάλεια;
Απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνει μια νέα, μεγάλη μελέτη, στην οποία περισσότεροι από 15.000 γιατροί έδωσαν στοιχεία για τις εγχειρήσεις σε:
- Περισσότερους από 140.000 ασθενείς
- 1.674 νοσοκομεία
- 116 χώρες του κόσμου
Όλοι οι ασθενείς χειρουργήθηκαν τον Οκτώβριο του 2020. Οι χειρουργοί είναι μέλη της παγκόσμιας ομάδας COVIDSurg Collaborative. Η ομάδα δημιουργήθηκε για να συλλεχθούν και να αναλυθούν στοιχεία για την πανδημία που έχει προκαλέσει ο νέος κορωνοϊός. Επικεφαλής της νέας μελέτης ήταν οι δρες Dmitri Nepogodiev και Aneel Bhangu από το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, στην Αγγλία.
Η διάρκεια της αναβολής
Οι ερευνητές λένε πως είναι γνωστό πως όταν χειρουργείται ένας άνθρωπος που πάσχει από ενεργό λοίμωξη Covid-19, διατρέχει αυξημένο κίνδυνο μετεγχειρητικών επιπλοκών και θανάτου. Γι’ αυτό τον λόγο, συνιστάται στους πάσχοντες από τη λοίμωξη Covid-19 να αναβάλλουν τις εγχειρήσεις, εάν δεν είναι επείγουσες.
Ωστόσο έως τώρα δεν υπήρχαν επαρκή δεδομένα για τη διάρκεια αυτής της αναβολής. Αυτό το κενό θέλησε να καλύψει η παρούσα μελέτη, στην οποία συνέβαλλε ο μεγαλύτερος αριθμός χειρουργών που έχουν ποτέ συνεργαστεί σε μία μελέτη.
Για τους σκοπούς της μελέτης, οι ερευνητές επικεντρώθηκαν στη θνησιμότητα μέσα σε 30 ημέρες από τις εγχειρήσεις, σε ασθενείς με και χωρίς ιστορικό Covid λοίμωξης. Ειδικότερα, από τους 140.231 ασθενείς, οι 3.127 (το 2,2%) είχαν νοσήσει από Covid-19 και οι υπόλοιποι όχι.
Ο χρόνος που μεσολάβησε από τη διάγνωση της νόσου Covid-19 έως τις εγχειρήσεις ήταν:
- 0-2 εβδομάδες σε 1.138 ασθενείς
- 3-4 εβδομάδες σε 461 ασθενείς
- 5-6 εβδομάδες σε 326 ασθενείς
- 7 εβδομάδες ή περισσότερες σε 1.202 ασθενείς
Τα αποτελέσματα
Οι ερευνητές συνέκριναν τη θνησιμότητα μεταξύ των παραπάνω υποομάδων και των χειρουργημένων ασθενών χωρίς ιστορικό λοίμωξης από τον νέο κορωνοϊό. Έτσι διαπίστωσαν πως η θνησιμότητα μετά τις εγχειρήσεις ήταν:
- 1,5% στους ασθενείς που δεν είχαν νοσήσει ποτέ από τον κορωνοϊό
- 4% σε όσους είχαν χειρουργηθεί μέσα στις πρώτες 4 εβδομάδες από τη διάγνωση της λοίμωξης Covid-19
- 3,6% μεταξύ όσων χειρουργήθηκαν 5-6 εβδομάδες από τη διάγνωση της Covid-19
- 1,5% στους ασθενείς που χειρουργήθηκαν 7 εβδομάδες ή περισσότερες μετά τη διάγνωση
Τα ευρήματα αυτά ίσχυαν για όλες τις ηλικιακές ομάδες και για όλες τις εγχειρήσεις (επείγουσες και μη). Ήταν επίσης ανεξάρτητα από τη γενικότερη κατάσταση της υγείας των ασθενών, καθώς και το αν οι εγχειρήσεις ήταν μεγάλες ή μικρές.
Ο παράγοντας-κλειδί
Υπήρχε όμως ένας καθοριστικός παράγοντας που επηρέαζε την έκβαση των εγχειρήσεων 7 εβδομάδες μετά τη λοίμωξη που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός. Ο παράγοντας αυτός ήταν τα συμπτώματα των ασθενών που είχαν αναρρώσει από τη νόσο Covid-19. Στην πραγματικότητα η μετεγχειρητική θνησιμότητα 7 ή περισσότερες εβδομάδες μετά τη νόσο Covid-19 ήταν:
- 1,3% σε όσους είχαν ασυμπτωματική μορφή της λοίμωξης Covid-19
- 2,4% στους ασθενείς που δεν είχαν κανένα υπολειπόμενο σύμπτωμα της Covid-19 όταν χειρουργήθηκαν
- 6% στους ασθενείς με υπολειπόμενα/επίμονα συμπτώματα της Covid την εποχή της εγχείρησης
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν πως «οι ασθενείς που χειρουργούνται μέσα στις πρώτες έξι εβδομάδες από τη λοίμωξη που προκαλεί ο κορωνοϊός, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο μετεγχειρητικών επιπλοκών και θανάτου. Το ίδιο ισχύει και για όσους έχουν συνεχιζόμενα συμπτώματα της λοίμωξης Covid την εποχή της εγχείρησης», δήλωσε ο Dr. Nepogodiev.
Και συνέχισε: «Συνιστούμε να αναβάλλονται οι εγχειρήσεις για τουλάχιστον 7 εβδομάδες μετά από ένα θετικό τεστ κορωνοϊού, εφ’ όσον αυτό είναι εφικτό. Ειδάλλως, να αναβάλλονται οι εγχειρήσεις έως ότου υποχωρήσουν όλα τα συμπτώματα της λοίμωξης που έχουν οι ασθενείς».
Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση Anaesthesia.