Iatropedia

Κορονοϊός: Τι να προσέξουν οι ασθενείς με υποκείμενα νοσήματα (ΧΑΠ, άσθμα κ.α.)

Με δεδομένο ότι η λοίμωξη COVID-19 προσβάλλει το αναπνευστικό σύστημα και ότι αυτή η προσβολή μπορεί να γίνει επί εδάφους σοβαρών προϋπαρχόντων προβλημάτων όπως η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και το άσθμα ή βλαπτικών συνηθειών όπως το κάπνισμα, οι επιστήμονες ενημερώνουν τα άτομα που αντιμετωπίζουν αυτά τα ζητήματα υγείας τι θα πρέπει να αποφύγουν και τι όχι.

Καπνιστές που πάσχουν από Χρόνια Αναπνευστική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) και όσοι πάσχουν από άσθμα ή άλλα νοσήματα του αναπνευστικού συστήματος, θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί να μην προσβληθούν από τη νόσο COVID-19, καθώς πρόκειται για σοβαρή νόσο που πλήττει ιδιαιτέρως τους πνεύμονες.

Ο Επαμεινώνδας Ν. Κοσμάς, MD, PhD, FCCP, Πνευμονολόγος, Διευθυντής Πνευμονολογικής Κλινικής ΠΝΟΗ Metropolitan Hospital, ενημερώνει τα άτομα που αντιμετωπίζουν αυτά τα ζητήματα υγείας, για το τι πρέπει να αποφύγουν.

ΧΑΠ και COVID-19

Από μελέτες που έχουν γίνει στην Κίνα και σε άλλες χώρες σε χιλιάδες ασθενείς και από ανασκοπήσεις/μετααναλύσεις αυτών των μελετών, φαίνεται ότι οι ασθενείς με ΧΑΠ που, λόγω ελαττωματικής άμυνας των πνευμόνων είναι επιρρεπείς σε ιογενείς ή μικροβιακές λοιμώξεις, έχουν υψηλό βαθμό κινδύνου αφενός να προσβληθούν από τον νέο κορωνοϊό (SARS-CoV-2) και αφετέρου να νοσήσουν βαριά με δυσμενή πρόγνωση. Εάν δε εξακολουθήσουν να καπνίζουν αυτός ο κίνδυνος πολλαπλασιάζεται.

Σε μελέτη της πορείας 1558 ασθενών από την Κίνα διαπιστώθηκε ότι η ΧΑΠ εξαπλασιάζει την πιθανότητα να προσβληθεί κάποιος από COVID-19. Το ίδιο εύρημα παρουσιάζεται και από μία μετα-ανάλυση 10 μελετών σε 77.000 περίπου ασθενείς, ότι, δηλαδή, η ΧΑΠ αποτελεί ισχυρό παράγοντα κινδύνου για προσβολή από τον νέο κορωνοϊό αλλά και για σοβαρή εξέλιξη με επιπλοκές (πνευμονία, αναπνευστική ανεπάρκεια) σε αυτούς τους ασθενείς.

Σε άλλη ανάλυση 1590 ασθενών που νόσησαν από COVID-19 βρέθηκε ότι οι ασθενείς με ΧΑΠ είχαν 3πλάσιες πιθανότητες να νοσήσουν βαριά (εισαγωγή σε ΜΕΘ, διασωλήνωση και χρήση αναπνευστήρα) ή να αποβιώσουν. Σε αναφορά από το CDC (Center for Disease Control and Prevention) των ΗΠΑ αναγνωρίζεται η ΧΑΠ -και ιδιαίτερα εφόσον οι ασθενείς εξακολουθούν να καπνίζουν- ως παράγων υψηλού κινδύνου για λοίμωξη COVID-19 με σοβαρές επιπλοκές. Συνιστάται δε σε κάθε ασθενή με ΧΑΠ που παρουσιάζει επιδείνωση/παρόξυνση των χρόνιων συμπτωμάτων του να γίνεται τεστ για τον νέο κορωνοϊό.

Η Παγκόσμια Πρωτοβουλία για την ΧΑΠ (GOLD Foundation) και η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία συνιστούν στους ασθενείς με ΧΑΠ να ακολουθούν με συνέπεια τα γενικά μέτρα αποφυγής συγχρωτισμού, άσκοπων μετακινήσεων και τους κανόνες ατομικής υγιεινής. Συνιστάται επίσης να μην παραμελήσουν την παρακολούθησή τους από τον γιατρό τους, να μη διακόψουν επ’ ουδενί τη χρόνια καθημερινή θεραπεία τους και, εάν καπνίζουν, να διακόψουν αμέσως το κάπνισμα.

Για τους ασθενείς που λαμβάνουν κορτιζόνη σε εισπνεόμενη μορφή τονίζεται ότι δεν υπάρχει καμία επιστημονική απόδειξη ότι αυτό τους καθιστά πιο ευάλωτους. Αντίθετα κάθε μείωση της θεραπείας τους καθιστά πιο ευάλωτους. Επισημαίνεται ότι οποτεδήποτε έχουν συμπτώματα λοίμωξης/παρόξυνσης (πυρετός, βήχας, αύξηση της ποσότητας των πτυέλων, αλλαγή του χρώματος των πτυέλων, επιδείνωση της δύσπνοιας) πρέπει να επικοινωνήσουν ή/και να εξεταστούν από τον θεράποντα πνευμονολόγο ο οποίος θα τους δώσει οδηγίες και θα προτείνει το τεστ για τον κορωνοϊό, και να αποφύγουν την απευθείας μετάβαση σε νοσοκομείο.

Άσθμα και COVID-19

Το CDC (Center for Disease Control and Prevention) των ΗΠΑ αναγνωρίζει ότι οι ασθενείς που πάσχουν από μέτριο ή σοβαρό άσθμα ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες για προσβολή από κορωνοϊό και διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εκδηλώσουν πιο σοβαρή λοίμωξη εάν προσβληθούν από αυτόν.

Είναι γνωστό ότι οι ιογενείς λοιμώξεις μπορούν να πυροδοτήσουν κρίση άσθματος και το ίδιο ισχύει και για τη λοίμωξη COVID-19: μπορεί να προκαλέσει επιδείνωση της συμπτωματολογίας του άσθματος. Τα πιο συχνά συμπτώματα της κρίσης άσθματος (ξηρός βήχας και δύσπνοια) είναι και συμπτώματα της COVID-19, ενώ και ο πυρετός μπορεί να συνοδεύει οποιαδήποτε ιογενή λοίμωξη. Επομένως, ο ασθματικός ασθενής με τέτοια συμπτώματα πρέπει να επικοινωνήσει αμέσως ή να εξεταστεί από τον θεράποντα πνευμονολόγο του και να μην εκτίθεται σε νοσοκομειακό περιβάλλον (εξωτερικά ιατρεία νοσοκομείων, τμήμα επειγόντων περιστατικών).

Εφόσον ο ιατρός κρίνει ότι χρειάζεται αντιμετώπιση της κρίσης άσθματος με χάπια κορτιζόνης, πρέπει να ακολουθηθεί η θεραπεία αυτή ώστε να επισπευσθεί η ανάρρωση του ασθενούς. Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση εισαγωγής σε νοσοκομείο καλό είναι να αποφεύγεται η χρήση νεφελοποιητών για τα εισπνεόμενα φάρμακα και ο ασθενής να αντιμετωπιστεί με αύξηση της δοσολογίας από τις δικές του εισπνευστικές συσκευές (inhalers με αεροθάλαμο, συσκευές ξηράς σκόνης).

Ο ασθενής με άσθμα, που δεν έχει συμπτώματα κρίσης άσθματος, πρέπει να εξακολουθήσει να παρακολουθείται από τον γιατρό του και βέβαια να μη διακόψει για κανένα λόγο την οποιαδήποτε θεραπεία του. Δεν υπάρχει κανένα επιστημονικό δεδομένο που να υποστηρίζει ότι η εισπνεόμενη κορτιζόνη ή τα ρινικά spray κορτιζόνης προκαλούν ανοσοκαταστολή και, επομένως, δεν πρέπει να διακοπούν.

Όσον αφορά τους ασθενείς με σοβαρό άσθμα δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι η χρήση βιολογικών παραγόντων δεν είναι ασφαλής. Αντίθετα ο καλός έλεγχος του χρόνιου άσθματος με τη σωστή και επαρκή φαρμακευτική αγωγή θωρακίζει τον ασθενή έτσι ώστε να μην είναι ευάλωτος στην προσβολή από τον νέο κορωνοϊό. Η Παγκόσμια Πρωτοβουλία για το Άσθμα (GINA Foundation) και η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία συνιστούν στους ασθενείς με άσθμα να ακολουθούν με συνέπεια τα γενικά μέτρα αποφυγής συγχρωτισμού, άσκοπων μετακινήσεων και τους κανόνες ατομικής υγιεινής.

Κάπνισμα και COVID-19

Με αφορμή κάποιες ανακοινώσεις Γάλλων ερευνητών του Ινστιτούτου Pasteur ότι η νικοτίνη προφυλάσσει από τον νέο κορωνοϊό είναι σκόπιμο να αναφερθεί η σχέση καπνίσματος και COVID-19.

Είναι αναμφισβήτητο, ότι το κάπνισμα τσιγάρου ή οποιουδήποτε άλλου καπνικού προϊόντος προκαλεί μείωση της άμυνας του αναπνευστικού συστήματος και προδιαθέτει για εμφάνιση συχνών μικροβιακών και ιογενών λοιμώξεων. Αυτό ισχύει και για τον νέο κορωνοϊό και, μάλιστα, εκτός από την ανεπαρκή άμυνα των βρόγχων και των πνευμόνων των καπνιστών, στην περίπτωσή του υπάρχει και ιδιαίτερος μηχανισμός.

Έχει αποδειχθεί ότι ο κορωνοϊός προσπερνά σχετικά εύκολα την ανεπαρκή άμυνα του κροσσωτού επιθηλίου των βρόγχων των καπνιστών και προσκολλάται στο αναπνευστικό σύστημα με ειδικούς υποδοχείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (ACE-2). Η γονιδιακή έκφραση του ενζύμου αυτού είναι μεγαλύτερη στον καπνιστή, ο οποίος με αυτό τον μηχανισμό παρέχει περισσότερους υποδοχείς και ακόμα πιο πρόσφορο έδαφος για προσκόλληση το ιού στον πνεύμονα.

Επίσης, η χρήση προϊόντων καπνού οδηγεί σε πολύ μεγάλη αύξηση της επαφής των χεριών με το στόμα, φέρνει σε συχνή επαφή τα δάκτυλα με δυνητικά μολυσμένα αντικείμενα (πακέτο, σπίρτα, αναπτήρας, συσκευές ατμίσματος κ.λπ.), ανεξάρτητα από τη χρήση προστατευτικών γαντιών και δυσχεραίνει τη σωστή χρήση μάσκας.

Πέρα από τη μεγαλύτερη πιθανότητα προσβολής από COVID-19, οι καπνιστές νοσούν πιο βαριά συγκριτικά με τους μη καπνιστές, όσον αφορά τα συμπτώματα κυρίως του βήχα και της δύσπνοιας, την ανάπτυξη πνευμονίας και την εκδήλωση αναπνευστικής ανεπάρκειας. Αναφορές από την Κίνα ανεβάζουν το ποσοστό των καπνιστών ασθενών με COVID-19 που χρειάσθηκε να εισαχθούν σε ΜΕΘ στο 12,3%, ενώ οι μη καπνιστές ήταν μόλις 4,7%. Επίσης σε πρόσφατη μελέτη από τη Κίνα αναφέρεται 9% απώλεια ζωής σε καπνιστές, συγκριτικά με 4% σε μη καπνιστές ασθενείς.

Επιπλέον πρέπει να αναφερθεί ότι ο καπνιστής που ενδεχομένως έχει προσβληθεί από τον νέο κορωνοϊό αλλά είναι ακόμα ασυμπτωματικός, με τον χρόνιο βήχα του, προκαλεί μεγαλύτερη σταγονιδιακή διασπορά της νόσου.

Ο χρήστης προϊόντων καπνού, επιπρόσθετα παράγει ρύπους που δυνητικά συμβάλλουν στη διασπορά της νόσου (αποτσίγαρα, αιωρούμενα σωματίδια, τριτογενές κάπνισμα από ρύπανση δαπέδου, επίπλων κ.ά.). Τέλος, η απαγόρευση των μετακινήσεων που εφαρμόζεται για την αντιμετώπιση της πανδημίας αυξάνει τον κίνδυνο οικογενειακής έκθεσης, ιδίως μικρών παιδιών, σε δευτερογενές και τριτογενές παθητικό κάπνισμα μέσα στο σπίτι του καπνιστή, καταλήγει ο κ. Κοσμάς.