Ο θυρεοειδής μπορεί να υπολειτουργεί ή να υπερλειτουργεί προκαλώντας ανάλογα προβλήματα. Όταν υπερλειτουργεί, τότε το σύνδρομο ονομάζεται υπερθυρεοειδισμός. Ο ασθενής παρουσιάζει συνήθως νευρικότητα, απώλεια βάρους -παρόλο που σιτίζεται κανονικά-, εφίδρωση, ταχυκαρδία και αρρυθμίες. Όταν ο αδένας υπολειτουργεί τότε το σύνδρομο ονομάζεται υποθυρεοειδισμός, με κύρια χαρακτηριστικά τη νωθρότητα, τη βραδυκαρδία και ορισμένες φορές και την παχυσαρκία.
Ευτυχώς οι περισσότερες παθήσεις του θυρεοειδούς θεραπεύονται αποτελεσματικά με φαρμακευτική αγωγή. Ο γιατρός είναι αυτός που θα καθοδηγήσει υπεύθυνα τον ασθενή, ώστε μετά τις απαραίτητες εξετάσεις, να λάβει την κατάλληλη θεραπεία.
Θυρεοειδικός Όζος
Ο όζος του θυρεοειδούς αδένα αποτελεί ένα μόρφωμα, με ποικίλες κάθε φορά διαστάσεις, που εξέχει από τον υπόλοιπο αδένα. Μπορεί να συνυπάρχουν και περισσότεροι του ενός όζοι, πράγμα που είναι και το πιο συχνό. Δημιουργούνται λόγω τοπικής υπερπλασίας του αδένα, με ίνωση, κύστη ή καλοήθη όγκο, ή μερικές φορές λόγω κακοήθειας.
Βρογχοκήλη
Είναι η διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα, που γίνεται εύκολα αντιληπτή ως διόγκωση στο λαιμό και συχνά προκαλεί ανησυχία στον ασθενή. Η βρογχοκήλη μπορεί να συνοδεύεται με υπερθυρεοειδισμό ή και υποθυρεοειδισμό. Παλαιότερα ήταν αρκετά συχνή στη χώρα μας σε περιοχές όπου έλειπε το ιώδιο.
Καρκίνος του Θυρεοειδούς
Πρόκειται για μια σχετικά σπάνια μορφή καρκίνου (λιγότερο από 1% όλων των καρκίνων του ανθρώπου). Είναι ο πιο συχνός ενδοκρινικός καρκίνος και έχει καλή πρόγνωση.
Οι περισσότεροι ασθενείς υποβάλλονται αρχικά σε θυρεοειδεκτομή, και όλοι μετεγχειρητικά λαμβάνουν ορμονοθεραπεία. Πολλοί είναι αυτοί που λαμβάνουν ραδιενεργό ιώδιο, ενώ σπάνια προτείνεται ακτινοθεραπεία και ακόμη πιο σπάνια, χημειοθεραπεία.
Χειρουργική Αντιμετώπιση
Ο οικογενειακός γιατρός και ο ενδοκρινολόγος μπορούν και πρέπει να συστήσουν αξιολόγηση από έναν χειρουργό όταν διαπιστώσουν:
Μεγάλη βρογχοκήλη, που δε θεραπεύεται με φάρμακα και προκαλεί πιεστικά φαινόμενα στο λαιμό – όπως δύσπνοια – ή ενοχλεί αισθητικά τον ασθενή.
Βρογχοκήλη με πολλούς όζους (πολυοζώδης βρογχοκήλη) που δε θεραπεύεται με φάρμακα.
Τοξική βρογχοκήλη, που δημιουργεί σοβαρά προβλήματα, και γίνεται επικίνδυνη για τον άρρωστο.
Τοξικός όζος ή όζος που μεγαλώνει γρήγορα, παρά την αγωγή ή όταν έχουμε την υποψία κακοήθειας.
Η χειρουργική του θυρεοειδούς είναι απαιτητική χειρουργική, η οποία πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένο χειρουργό. Ο αδένας τοπογραφικά βρίσκεται σε μια ευαίσθητη περιοχή που γειτνιάζει με πολλά ζωτικά όργανα και σχηματισμούς (νεύρα, αγγεία, τραχεία, οισοφάγος).
Τις περισσότερες φορές αφαιρείται ολόκληρος ο αδένας και η επέμβαση ονομάζεται ολική θυρεοειδεκτομή.
Γίνεται μία μικρή εγκάρσια τομή 3 – 4 εκατοστών στον τράχηλο. Χωρίς να κόβουμε τους μυς αφαιρούμε το θυρεοειδή αδένα ολόκληρο και με τη χρήση μιας ειδικής συσκευής (νευροδιεγέρτης) αναγνωρίζουμε, παρασκευάζουμε και διατηρούμε ακέραια τα παλίνδρομα λαρυγγικά νεύρα.
Το χειρουργείο ολοκληρώνεται με πλαστική του δέρματος και χωρίς να είναι αναγκαία η χρήση παροχέτευσης. Ο ασθενής συνήθως την επόμενη ημέρα λαμβάνει εξιτήριο.
Συμπερασματικά, η καλή γνώση της ανατομικής του τραχήλου και των παραλλαγών της, σε συνδυασμό με την εμπειρία και τον άρτιο τεχνολογικό εξοπλισμό στο χειρουργείο, παρέχουν τα εχέγγυα για μια άρτια και προπαντός ασφαλή χειρουργική επέμβαση.
Παραθυρεοειδείς Αδένες
Το 80% των ανθρώπων έχει τέσσερις παραθυρεοειδείς αδένες, ενώ το υπόλοιπο 20% μπορεί να έχει πέντε ή έξι. Είναι μικροί αδένες και βρίσκονται πίσω και σε επαφή με τον θυρεοειδή αδένα. Η κύρια λειτουργία τους συνίσταται στο να ρυθμίζουν, μέσω των ορμονών που εκκρίνουν, την ομοιοστασία του ασβεστίου στον οργανισμό. Η κύρια ορμόνη που παράγουν είναι η παραθορμόνη.
Προβλήματα από τους παραθυρεοειδείς αδένες προκύπτουν όταν αρχίζουν να παράγουν μεγαλύτερες ποσότητες παραθορμόνης από το φυσιολογικό. Η αύξηση των ποσοτήτων της παραθορμόνης μπορεί να προκληθεί από υπερπλασία, αδένωμα ή καρκίνωμα των παραθυρεοειδών αδένων, με συχνότερη αιτία το αδένωμα. Η υπερέκκριση της παραθορμόνης έχει ως κύριο αποτέλεσμα την αύξηση των επιπέδων του ασβεστίου στο αίμα. Η αύξηση του ασβεστίου προκαλεί συμπτώματα από το νευρομυϊκό σύστημα, με μυϊκή αδυναμία, συμπτώματα από το γαστρεντερικό σύστημα, με ανορεξία, ναυτία, εμέτους, γαστροδωδεκαδακτυλικό έλκος, και σπανιότερα παγκρεατίτιδα.
Ο ασθενής μπορεί να εμφανίζει επιπλέον οστικούς πόνους, αυτόματα κατάγματα, κωλικό των νεφρών, νεφρολιθίαση, ή ακόμη νευρωσικές και ψυχωσικές εκδηλώσεις.
Η διάγνωση συνήθως γίνεται με εξετάσεις αίματος, στις οποίες το ασβέστιο εμφανίζεται αυξημένο, ακτινολογικές εξετάσεις, υπερηχογράφημα και σπινθηρογράφημα τραχήλου.
Η θεραπεία είναι κατεξοχήν χειρουργική. Το πρώτο βήμα προεγχειρητικά αφορά στην εντόπιση του παθολογικού ή των παθολογικών αδένων. Στο σημείο αυτό είναι καθοριστική η βοήθεια του υπερηχογραφήματος, της αξονικής και της μαγνητικής τομογραφίας, αλλά και του σπινθηρογραφήματος τραχήλου, με Τεχνήτιο Sestamibi. Στη συνέχεια με πολύ μικρή τομή 2-3 εκατοστών στον τράχηλο αφαιρείται ο αδένας ή οι αδένες που πάσχουν, έχοντας σε μεγέθυνση το εγχειρητικό πεδίο, με ειδικές συσκευές, ώστε να επιτρέπεται η αποτελεσματική και ασφαλής διενέργεια της επέμβασης.
Ο ασθενής εξέρχεται από το νοσοκομείο την επόμενη ημέρα.
ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Ε. ΘΩΜΑΣ M.D.
ΓΕΝΙΚΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ