Iatropedia

Μικροσκοπική κολίτιδα: Λάθος διάγνωση για έναν στους τρεις ασθενείς, τι πρέπει να γνωρίζουμε

Η φλεγμονώδης πάθηση που οδηγεί τους πάσχοντες μέρα-νύχτα στην τουαλέτα, δίχως προφανή αιτία.

Χιλιάδες άνθρωποι μπορεί να υποφέρουν εν αγνοία τους από μία σοβαρή πάθηση του εντέρου, προειδοποιεί ένας βρετανικός κοινωφελής οργανισμός. Η πάθηση λέγεται μικροσκοπική κολίτιδα και ανήκει στα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου.

Συχνά, όμως, διαγιγνώσκεται λανθασμένα ως σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου. Κύρια αιτία γι’ αυτό αποτελεί το γεγονός πως οι βλάβες που προκαλεί δεν φαίνονται με την κολονοσκόπηση, αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο οργανισμός Guts UK.

Απαιτείται βιοψία του εντέρου για να γίνει αντιληπτή, αλλά αυτή δεν εφαρμόζεται σε όλους τους ασθενείς με ύποπτα συμπτώματα. Έτσι, πολλοί μένουν αδιάγνωστοι για πολύ καιρό, ακόμα και επί χρόνια, υποφέροντας επί ματαίω.

Ο οργανισμός Guts UK εκτιμά ότι τουλάχιστον 1 στους 1.000 ενήλικες πάσχει από μικροσκοπική κολίτιδα. Ο αριθμός αυτός, όμως, αυξάνεται διαρκώς, τονίζει. Μόνο στη Βρετανία, τα νέα περιστατικά το 2016 ήταν διπλάσια απ’ ό,τι το 2009.

Είναι επίσης πιθανό να μην ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Και αυτό, διότι μελέτες έχουν δείξει πως ο ένας στους τρεις ασθενείς διαγιγνώσκονται λανθασμένα με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Αυτό σημαίνει πως μπορεί να περάσουν χρόνια, ακόμα και 10 ή περισσότερα έως ότου γίνει η σωστή διάγνωση.

Τα ύποπτα συμπτώματα

Η μικροσκοπική κολίτιδα χαρακτηρίζεται από φλεγμονή στο παχύ έντερο. Τα συμπτώματά της μοιάζουν με αυτά του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου, αλλά έχουν ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.

«Ένα από τα κύρια ευρήματα είναι η έντονη, υδαρής διάρροια», εξηγεί στον βρετανικό Independent ο γαστρεντερολόγος Dr. Sunny Raju, ερευνητής στον Ακαδημαϊκό Νοσηλευτικό Όμιλο του Σέφιλντ (Sheffield Teaching Hospitals NHS Foundation Trust). «Οι ασθενείς μπορεί να πηγαίνουν στην τουαλέτα 20 ή 30 φορές την ημέρα. Κάποιοι πηγαίνουν τέσσερις έως 10 φορές. Επιπλέον, μπορεί να έχουν συμπτώματα και τη νύχτα, οπότε ξυπνούν από την ανάγκη να πάνε στην τουαλέτα».

Ένα άλλο σημαντικό εύρημα είναι η απρόσμενη φύση των εξάρσεων της διάρροιας. Οι ασθενείς συνήθως αδυνατούν να εντοπίσουν τι την προκαλεί. Μπορεί, δε, να την εκδηλώσουν ακόμα και σε εποχές που είναι ήρεμοι, οπότε δεν βρίσκουν να υπάρχει ούτε ψυχολογική συνιστώσα στα συμπτώματά τους.

Εκτός από την έντονη, υδαρή διάρροια, άλλα πιθανά συμπτώματα είναι:

«Υπάρχει θεραπεία»

«Είναι δυσάρεστο το γεγονός ότι χιλιάδες άνθρωποι υποφέρουν άνευ λόγου από τα εξαντλητικά συμπτώματα που προκαλεί η μικροσκοπική κολίτιδα», επισημαίνει η κυρία Julie Harrington, εκτελεστική διευθύντρια του οργανισμού Guts UK.

Όπως εξηγεί, οι περισσότεροι ασθενείς μπορούν να θεραπευτούν με έναν κύκλο στεροειδών ειδικών για το έντερο ή με φάρμακα που καταπραΰνουν τα συμπτώματά τους. Εν τούτοις αυτό προϋποθέτει ότι θα γίνει πρώτα σωστή διάγνωση.

Έως ότου γίνει αυτό, οι ασθενείς πρέπει να βρίσκονται μονίμως κοντά σε τουαλέτα. Και αυτό δημιουργεί σοβαρές δυσκολίες στην καθημερινότητά τους.

«Η αδιάγνωστη μικροσκοπική κολίτιδα μπορεί να προκαλέσει αναίτια ταλαιπωρία για πολλά χρόνια. Τα διαρροϊκά συμπτώματα τείνουν να είναι πολύ σοβαρά και περιορίζουν τους ασθενείς στο σπίτι, προκαλώντας τους έντονη δυσφορία», αναφέρει ο Dr. Chris Probert, καθηγητής Γαστρεντερολογίας στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ.

Οι αιτίες

Σύμφωνα με το Εθνικό Ίδρυμα Διαβήτη, Πεπτικών & Νεφρικών Νόσων (NIDDK) των ΗΠΑ, η μικροσκοπική κολίτιδα μπορεί να εκδηλωθεί και στα δύο φύλα, αλλά είναι συχνότερη:

Η μικροσκοπική κολίτιδα είναι επίσης πιο συχνή στους ασθενείς που λαμβάνουν ορισμένα φάρμακα. Στα φάρμακα αυτά ανήκουν:

Η συσχέτιση δεν σημαίνει πως τα φάρμακα είναι η αιτία της μικροσκοπικής κολίτιδας, διευκρινίζει ο Dr. Raju. Ενδέχεται όμως να πυροδοτήσουν τις εξάρσεις της σε μερικούς ασθενείς. Σε κάθε περίπτωση, «κανένας ασθενής δεν πρέπει να διακόψει τη λήψη τους δίχως να συμβουλευτεί τον γιατρό του», τονίζει.

Όσον αφορά τις αιτίες της διαταραχής, αυτές δεν είναι πλήρως γνωστές. «Εικάζουμε ότι μπορεί να παίζουν ρόλο το μικροβίωμα (δηλαδή τα βακτήρια) του εντέρου με γενετικούς και ανοσολογικούς παράγοντες», καταλήγει ο Dr. Raju.

Φωτογραφία: iStock