Του Μενέλαου Κ. Λυγνού Μαιευτήρα Χειρουργού Γυναικολόγου
Ως ενδομητρίωση ορίζουμε τον εντοπισμό ενδομητρικού ιστού έξω από τη μήτρα. Ο ενδομητρικός ιστός σχηματίζει το ενδομήτριο, το οποίο είναι και το «δέρμα», που καλύπτει το εσωτερικό της ενδομητρικής κοιλότητας και υπό φυσιολογικές συνθήκες εντοπίζεται μόνο εκεί.
Στις πάσχουσες από ενδομητρίωση, ενδομητρικός ιστός μπορεί να εμφυτευθεί στο εξωτερικό της μήτρας, στις σάλπιγγες και στις ωοθήκες. Εξάλλου, στην ενδομητρίωση ενδομητρικός ιστός, μπορεί να εντοπισθεί ακόμα και στον κόλπο, στο ορθό, στην ουροδόχο κύστη, στους ουρητήρες καθώς και στα τοιχώματα της πυέλου (της λεκάνης δηλαδή) και τα κοιλιακά τοιχώματα.
Η πιο συνήθης έδρα εμφάνισης ενδομητρικού ιστού στην ενδομητρίωση είναι οι ωοθήκες. Σε μερικές περιπτώσεις ενδομητρίωσης, είναι δυνατόν να εμφανιστούν στις ωοθήκες ευμεγέθεις κύστεις, που ονομάζονται ενδομητριώματα ή σοκολατοειδής κύστεις, διότι περιέχουν ένα καφέ υγρό, όμοιο με υγρή σοκολάτα.
Οι διάφορες μελέτες, που έχουν καταπιαστεί με την ενδομητρίωση αναφέρουν ποσοστά παρουσίας της στο γενικό πληθυσμό των γυναικών, που κυμαίνονται από 1% έως και 7%.
Επίσης υπάρχουν μελέτες, που υποδηλώνουν πως η ενδομητρίωση ίσως να είναι πιο πιθανή σε γυναίκες με βραχύ κύκλο, δηλαδή όταν από την πρώτη ημέρα της μίας περιόδου μέχρι την πρώτη μέρα της επόμενης περιόδου μεσολαβούν λιγότερες από 28 ημέρες. Η πιθανότητα ενδομητρίωσης εξάλλου, φαίνεται πως αυξάνεται και όταν η γυναίκα έχει πολύ αίμα κατά την περίοδό της και όταν αυτή διαρκεί περισσότερες ημέρες.
Το πιο σύνηθες σύμπτωμα, που αναφέρουν η γυναίκες, που πάσχουν από ενδομητρίωση είναι η δυμηνόρροια, δηλαδή ο έντονος πόνος κατά την περίοδο. Ο πόνος στην περίοδο, που συνδέεται με την ενδομητρίωση έχει συνήθως κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Καταρχήν εμφανίζεται μετά την ενηλικίωση, συνήθως μετά το 20ο έτος της ηλικίας, ενώ είχαν προηγηθεί χρόνια με ανώδυνες περιόδους. Επίσης εμφανίζεται πριν από την έναρξη της εμμήνου ρήσεως και διαρκεί όσο διαρκεί και το αίμα, συχνά με ένταση, που αυξάνεται προοδευτικά και σταματάει όταν σταματήσει και το αίμα. Η ένταση του πόνου, δεν είναι απαραίτητο ότι ανταποκρίνεται και στην έκταση της νόσου, δηλαδή γυναίκες με εκταταμένη νόσο, μπορεί να μην πονάνε καθόλου, ενώ γυναίκες με μικρής έκτασης νόσο, μπορεί αν πονάνε πολύ.
Οι γυναίκες με ενδομητρίωση, ειδικά αυτές με μεγαλύτερη έκταση της νόσου, συχνά παρουσιάζουν και υπογονιμότητα. Φαίνεται πως ο ενδομητρικός ιστός, που εμφυτεύεται στις σάλπιγγες ή στις ωοθήκες, εμποδίζει τη μετάβαση του ωαρίου από τις ωοθήκες στη μήτρα μέσω των σαλπίγγων και δεν επιτυγχάνεται έτσι η γονιμοποίηση. Εξάλλου υπάρχουν μελέτες, που υποστηρίζουν πως η ενδομητρίωση παρεμποδίζει ακόμα και την παραγωγή ωαρίων από τις ωοθήκες.
Άλλα συμπτώματα, που παρουσιάζονται σε γυναίκες με ενδομητρίωση είναι η δυσπαρευνία (πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή) και ο χρόνιος πόνος στην πύελο. Αν ενδομητρικός ιστός έχει εμφυτευθεί στην ουροδόχο κύστη ή τους ουρητήρες, μπορεί, σε σπάνιες περιπτώσεις, να παρουσιασθεί και κωλικός του νεφρού, ενώ αν έχουμε εμφύτευση ενδομητρικού ιστού στην περιοχή του ορθού, μπορεί η κενώσεις να είναι μερικές φορές επώδυνες. Εντούτοις, πρέπει να τονισθεί πως αρκετές γυναίκες ακόμα και με προχωρημένη ενδομητρίωση, δηλαδή γυναίκες, στις οποίες ενδομητρικός ιστός έχει εφυτευθεί σε πολλές εξωμήτριες εστίες, μπορεί να μην εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα.
Δυστυχώς, δεν έχουμε ανακαλύψει κανένα αξιόπιστω μέσο πρόληψης της ενδομητρίωσης.
Έτσι με δεδομένο πως η ενδομητρίωση είναι μία νόσος, που επιδεινώνεται με τον καιρό σε ποσοστό 30% με 60% των γυναικών, που έχουν διαγνωστεί με αυτή, ενώ δεν είναι δυνατόν να εντοπίσουμε σε ποιές τελικά γυναίκες η νόσος θα χειροτερεύσει, η έγκαιρη διάγνωση και η θεραπεία είναι ιδιαιτέρως σημαντικές.
Η διάγνωση της ενδομητρίωσης σε γυναίκες με «ύποπτο» ιστορικό, γίνεται καταρχήν με υπερηχογράφημα των έσω γεννητικών οργάνων, στο οποίο μπορεί να εντοπισθούν κάποια ευρήματα, που να ενισχύουν την υποψία για ενδομητρίωση.
Όμως η διάγνωση της ενδομητρίωσης επιβεβαιώνεται μόνο με λαπαροσκόπηση κατά τη διάρκεια της οποίας μπορεί και να αφαιρεθεί ο ενδομητρικός ιστός, που βρίσκεται εκτός της μήτρας. Η αφαίρεση του ιστού αυτού κατά μεγάλο ποσοστό οδηγεί στη μείωση του πόνου στη λεκάνη, ενώ βελτιώνει σημαντικά τις πιθανότητες του ζευγαριού για σύλληψη.
Η σύλληψη μετά από τη λαπαροσκόπηση μπορεί να γίνει ακόμα και φυσιολογικά, αλλά συχνά χρειάζεται να καταφύγουμε σε μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όπως σπερματέγχυση μετά από τη χορήγηση της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής.
Υπάρχουν όμως και αρκετές περιπτώσεις, που χρειάζεται να καταφύγουμε στην εξωσωματική γονιμοποίηση, οι πιθανότητες της οποίας αυξάνονται σημαντικά, μετά από τη λαπαροσκοπική αφαίρεση του ενδομητρικού ιστού, που βρίσκεται εκτός μήτρας.
Κατά περίπτωση, θέση στη θεραπεία της ενδομητρίωσης έχουν τόσο φάρμακα, που αναστέλλουν την περίοδο για κάποιο χρονικό διάστημα (3 έως 6 μήνες, ανάλογα με το θεραπευτικό σχήμα, που επιλέγεται), όσο και τα αντισυλληπτικά, όταν όμως χορηγούνται καθημερινά και χωρίς καμία διακοπή για διάστημα 6 έως 12 μηνών. Οι φαρμακευτικές θεραπείες αυτές είναι δυνατόν να περιορίσουν και τις υποτροπές της νόσου, η οποίες είναι αρκετά συχνές.
Επομένως, η ενδομητρίωση είναι μία νόσος, που προσβάλλει συνήθως γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας και προκαλεί κατά περίπτωση έντονη δυσμηνόρροια και υπογονιμότητα. Η θεραπεία της είναι καταρχήν λαπαροσκόπηση, ενώ συχνά χορηγείται και ειδική φαρμακευτική αγωγή.
Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD
ΜΑΙΕΥΤΗΡ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΟΣ
Master of Science University College London
Διδάκτωρ Μαιευτικής Γυναικολογίας
E-mail: care@eleftheia.gr