Μπορεί η απώλεια ακοής να οδηγήσει στην καρδιακή ανεπάρκεια; Τι δείχνει νέα μελέτη

Οι άνθρωποι που παρουσιάζουν απώλεια ακοής μπορεί να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν σοβαρό καρδιολογικό πρόβλημα, κυρίως εξαιτίας της έντονης ψυχολογικής επιβάρυνσής τους, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Όπως έδειξε, όσοι εκδηλώνουν μεγαλώνοντας σημαντική βαρηκοΐα έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν καρδιακή ανεπάρκεια. Κατ’ αυτήν, η καρδιά δεν μπορεί να εξωθήσει αποτελεσματικά το αίμα, για να τροφοδοτήσει επαρκώς τα όργανα και τους ιστούς. Αυτό συμβαίνει είτε διότι είναι πολύ αδύναμη, είτε διότι γίνεται δύσκαμπτη.
Η απώλεια ακοής είναι πολύ συχνή. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά ότι έως το 2050 σχεδόν 2,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο θα έχουν κάποιου βαθμού βαρηκοΐα. Τα 700 εκατομμύρια εξ αυτών θα χρειάζονται υποβοήθηση για να ακούσουν.
Σε όλο τον κόσμο, εξ άλλου, περισσότερο από 1 δισεκατομμύριο νέοι κινδυνεύουν να εκδηλώσουν απώλεια ακοής. Κύρια αιτία γι’ αυτό είναι η συνεχής έκθεσή τους σε δυνατούς ήχους (π.χ. μουσική με ακουστικά).
Προγενέστερες μελέτες έχουν συσχετίσει την βαρηκοΐα με αυξημένο κίνδυνο αναπτύξεως καρδιαγγειακής νόσου. Η συσχέτιση αυτή αποδίδεται στην σταδιακή κοινωνική απομόνωση που βιώνουν όσοι δεν ακούν καλά. Ωστόσο έως πρότινος δεν είχε εξεταστεί εάν η μειωμένη ακοή παίζει ρόλο και στην καρδιακή ανεπάρκεια.
Η νέα μελέτη
Για να διερευνήσουν το θέμα, οι ερευνητές εξέτασαν δεδομένα από 164.431 εθελοντές της μεγάλης βάσης ιατρικών δεδομένων UK Biobank. Οι συμμετέχοντες σε αυτήν παρέχουν από το 2009 λεπτομερή στοιχεία για την υγεία και τον τρόπο ζωής τους. Έχουν επίσης δώσει δείγματα αίματος για να γίνουν γενετικές εξετάσεις.
Οι 4.369 από τους συμμετέχοντες φορούσαν ακουστικά βαρηκοΐας. Οι υπόλοιποι υποβλήθηκαν σε εξετάσεις ακοής οι οποίες έδειξαν ότι:
- Το 88% είχαν φυσιολογική ακοή
- Το 10,5% είχαν ανεπαρκή ακοή
- Το 1,5% είχαν φτωχή ακοή
Η μέση ηλικία των εθελοντών ήταν τα 56 έτη. Το σχεδόν 55% ήταν γυναίκες. Κανένας δεν έπασχε από καρδιακή ανεπάρκεια κατά την έναρξη της περιόδου παρακολουθήσεως.
Τα ευρήματα
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στην ιατρική επιθεώρηση Heart. Όπως γράφουν οι ερευνητές, έπειτα από σχεδόν 12 χρόνια παρακολούθησης, οι 4.449 (ποσοστό 2,7%) από τους συμμετέχοντες είχαν διαγνωσθεί με καρδιακή ανεπάρκεια.
Όσο πιο σοβαρή διαταραχή της ακοής είχαν, τόσο πιθανότερο ήταν να διαγνωστούν με την ανεπάρκεια αυτή. Στην πραγματικότητα, σε σύγκριση με όσους είχαν φυσιολογική ακοή ο κίνδυνος καρδιακής ανεπάρκειας ήταν:
- 15% μεγαλύτερος σε όσους είχαν ανεπαρκή ακοή
- 28% μεγαλύτερος σε όσους είχαν σημαντική απώλεια ακοής
- 26% μεγαλύτερος σε όσους φορούσαν ακουστικά βαρηκοΐας
Η συσχέτιση ανάμεσα στην απώλεια ακοής και την καρδιακή ανεπάρκεια ήταν ισχυρότερη σε όσους δεν είχαν καρδιοπάθεια ούτε εγκεφαλικό κατά την έναρξη της μελέτης.
Η μελέτη έδειξε ακόμα ότι το σχεδόν 17% της συσχέτισης της καρδιακής ανεπάρκειας με την απώλεια ακοής μπορούσε να αποδοθεί στην ψυχολογική επιβάρυνση που προκαλούσε η βαρηκοΐα στους πάσχοντες από αυτήν. Άλλο ένα 3% μπορούσε να αποδοθεί στην κοινωνική απομόνωση που επέφερε το γεγονός ότι δεν άκουγαν καλά.
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι «η υγεία της ακοής και η ψυχική ευεξία πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν κατά την εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου ενός ατόμου», σημειώνουν οι ερευνητές. Πρέπει επίσης να συνυπολογίζονται όταν καταρτίζονται στρατηγικές πρόληψης των καρδιολογικών προβλημάτων, καταλήγουν.
Φωτογραφία: iStock