Ομοιοπαθητική: Γιατί έχει χαρακτηριστεί ψευδοεπιστήμη

  • Γιάννα Σουλάκη
Ομοιοπαθητική
Η Ομοιοπαθητική, είναι μια αμφιλεγόμενη εναλλακτική θεραπευτική προσέγγιση που ανακαλύφθηκε από τον Γερμανό γιατρό Samuel Hahnemann τον 18ο αιώνα και παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα πιο πολυσυζητημένα θέματα στον τομέα της υγείας.

Αν και έχει πολλούς υποστηρικτές, που πιστεύουν στις θεραπευτικές της ιδιότητες, η Ομοιοπαθητική εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται από την επιστημονική κοινότητα ως ψευδοεπιστήμη.

Το 1796 ο Samuel Hahnemann ανέπτυξε την ομοιοπαθητική βασιζόμενος σε δύο βασικές αρχές: την αρχή της ομοιότητας και την αρχή της αραίωσης ή δυναμοποίησης των φαρμακευτικών δραστικών ουσιών.

Η αρχή της ομοιότητας υποστηρίζει ότι μια ασθένεια μπορεί να θεραπευτεί μέσω της χορήγησης μιας ουσίας που προκαλεί τα ίδια συμπτώματα σε υγιή άτομα.

Η ιδέα της αραίωσης βασίζεται στην πεποίθηση ότι όσο πιο αραιωμένη είναι μια ουσία, τόσο πιο αποτελεσματική είναι.

Παρά την ευρεία αποδοχή της τον 19ο αιώνα, η ομοιοπαθητική αντιμετώπισε σημαντική κριτική, καθώς οι γιατροί άρχισαν να διεξάγουν πειράματα για να δοκιμάσουν τις θεωρίες της. Μερικά από τα αποτελέσματα των πρώιμων κλινικών δοκιμών έδειξαν ότι οι ομοιοπαθητικές θεραπείες δεν ήταν πιο αποτελεσματικές από τις θεραπείες με εικονικά φάρμακα (placebo), γεγονός που έθεσε σε κίνδυνο την εγκυρότητα των θεωριών της.

Ωστόσο, στις μέρες μας  και παρά το γεγονός ότι η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου των ΗΠΑ (FTC) εξέδωσε το 2017 μια εγκύκλιο που υποδεικνύει πως θα πρέπει σε όλα τα ομοιοπαθητικά φάρμακα να υπάρχει σήμανση που να αναφέρει σαφώς ότι δεν λειτουργούν, τα σκευάσματα αυτά χρησιμοποιούνται ευρέως στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ, στην Ινδία και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου

Τι υποστηρίζει η Ομοιοπαθητική: «Είναι πιο φυσικές και ολιστικές θεραπείες»

Οι ομοιοπαθητικές θεραπείες στηρίζονται στην ιδέα ότι το φάρμακο δρα στο επίπεδο της ενίσχυσης των ίδιων δυνάμεων κάθε ανθρώπου  (ενίσχυση του ανοσοποιητικού) και όχι στον εκτοπισμό της έμφυτης άμυνας του οργανισμού. Τα αποτελέσματα, δηλαδή, σε μια ομοιοπαθητική θεραπεία δεν είναι φαρμακοεξαρτώμενα.

Οι οπαδοί της ομοιοπαθητικής πιστεύουν ότι η μέθοδος θεραπεύει με ήπιο και φυσικό τρόπο, σε αντίθεση με την κλασσική ιατρική που έχει παρενέργειες από τα χημικά φάρμακα. Ισχυρίζονται, μάλιστα, ότι η προσέγγιση της ομοιοπαθητικής είναι ολιστική απέναντι στον ανθρώπινο οργανισμό, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο τα σωματικά συμπτώματα, αλλά και την ψυχική και συναισθηματική κατάσταση του ασθενούς. Αυτό προσδίδει μια προσωπική διάσταση στη θεραπεία, κάτι που λείπει από την τυπική ιατρική πρακτική.

Πολλοί ασθενείς που στρέφονται στην ομοιοπαθητική, δηλώνουν με πάθος, ότι η χρήση της έχει βελτιώσει την ποιότητα ζωής τους. Δεν είναι λίγοι μάλιστα, όσοι έχουν απογοητευτεί από τα αποτελέσματα της κλασσικής ιατρική, ή όσοι αποζητούν μια πιο «φυσική» προσέγγιση στη φροντίδα της υγείας τους.

Οι υποστηρικτές της ομοιοπαθητικής πιστεύουν ότι τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα μπορούν να αντιμετωπίσουν ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων υγείας, από το κοινό κρυολόγημα, ως τις χρόνιες παθήσεις. Επιπρόσθετα, αναφέρουν ότι προσφέρει ψυχολογική ξεκούραση και ευεξία.

Η παραγωγή ομοιοπαθητικών σκευασμάτων

O πατέρας της Ομοιοπαθητικής, Samuel Hahnemann

Ο Samuel Hahnemann άρχισε να ερευνά την επίδραση που έχουν διάφορες ουσίες στον ανθρώπινο οργανισμό, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως οι μεγάλες δόσεις φαρμάκων που προκαλούσαν όμοια συμπτώματα θα οδηγούσαν στην επιδείνωση της ασθένειας.

Έτσι συνιστούσε την ισχυρή αραίωση αυτών των ουσιών. Πίστευε πως η τεχνική που επινόησε για την παρασκευή των διαλυμάτων θα μπορούσε να συντηρήσει τις θεραπευτικές ιδιότητες μιας ουσίας, αφαιρώντας ταυτόχρονα τις επιβλαβείς.

Ο Hahnemann για παράδειγμα, συνιστούσε τη χρήση της αραίωσης 30C στις περισσότερες περιπτώσεις (δηλαδή, αραίωση με συντελεστή του 1060).

Για παράδειγμα, ένα κοινό ομοιοπαθητικό παρασκεύασμα 30C έχει αραιωθεί σε αναλογία 1:10^60, όμως, αυτό σημαίνει πώς είναι τόσο αραιωμένο, ώστε πιθανότατα δεν περιέχει ούτε ένα μόριο της αρχικής ουσίας, αλλά μόνο νερό.

Οι υποστηρικτές της ομοιοπαθητικής, ωστόσο, ισχυρίζονται ότι το νερό έχει μνήμη και «θυμάται» την ουσία που υπήρξε σε αυτό.

Τι υποστηρίζει η κλασσική ιατρική: «Δεν υπάρχουν επαρκείς επιστημονικές αποδείξεις»

Οι κλινικές μελέτες (δοκιμές σε ανθρώπους) που έχουν διεξαχθεί για την ομοιοπαθητική, μέχρι στιγμής, δεν έχουν καταφέρει να αποδείξουν ότι τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα είναι πιο αποτελεσματικά από ένα εικονικό φάρμακο (placebo).

Οι πιο πρόσφατες μετα-αναλύσεις δείχνουν ότι οι μελέτες που υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητα της ομοιοπαθητικής συχνά πάσχουν από μεθοδολογικά προβλήματα, όπως μικρό δείγμα μελέτης, έλλειψη ελέγχου placebo, και ανεπαρκή τυχαιοποίηση.

Επιπλέον, η βασική αρχή της αραίωσης δεν συνάδει με τους γνωστούς φυσικούς και χημικούς νόμους. Η ιδέα ότι το νερό έχει «μνήμη» τίθεται σε αμφισβήτηση, και κανένα επιστημονικό πείραμα δεν έχει καταφέρει να το επιβεβαιώσει. Αντιθέτως, η ιδέα ότι μια ουσία γίνεται ισχυρότερη όσο πιο πολύ αραιώνεται αντιβαίνει πλήρως στις θεμελιώδεις αρχές της χημείας και της φαρμακολογίας.

Το φαινόμενο placebo

Πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η όποια βελτίωση παρατηρείται στους ασθενείς που λαμβάνουν ομοιοπαθητικά φάρμακα οφείλεται στο φαινόμενο του εικονικού φαρμάκου. Δηλαδή, στην πεποίθηση που έχει κάποιος όταν λαμβάνει μια θεραπεία, ότι αισθάνεται βελτίωση, ακόμη και όταν η θεραπεία δεν έχει καμία φαρμακευτική δράση.

Το placebo effect είναι πλέον ένα καλά τεκμηριωμένο φαινόμενο, αποδεδειγμένο επιστημονικά και έχει αποδειχθεί ότι παίζει σημαντικό ρόλο σε πολλές θεραπείες και όχι μόνο εναλλακτικές.

Ωστόσο, το φαινόμενο του εικονικού φαρμάκου δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τη χρήση της ομοιοπαθητικής ως υποκατάστατο της συμβατικής ιατρικής. Σε πολλές περιπτώσεις, ασθενείς που χρειάζονται άμεσα ιατρική φροντίδα καταφεύγουν στην ομοιοπαθητική, παραμελώντας θεραπείες που θα μπορούσαν να σώσουν τη ζωή τους.

Η άποψη της κλασσικής Ιατρικής

Η πλειοψηφία των γιατρών και επιστημόνων απορρίπτουν την ομοιοπαθητική ως αντιεπιστημονική και επικίνδυνη. Οι θεραπείες της, όπως λένε, δεν υποστηρίζονται από καμία σύγχρονη γνώση της επιστήμης της βιολογίας, της χημείας ή της φαρμακολογίας.

Ακόμη χειρότερα, η κλασσική ιατρική υποστηρίζει πως η προώθηση της ομοιοπαθητικής ως ισοδύναμης ή ανώτερης της συμβατικής ιατρικής, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία.

Για παράδειγμα, σε περιπτώσεις σοβαρών ασθενειών όπως ο καρκίνος, η παράλειψη της συμβατικής ιατρικής θεραπείας (χημειοθεραπείας, ακτινοβολίας κ.α.) μπορεί να αποβεί μοιραία.

Αν και οι ομοιοπαθητικές θεραπείες είναι συνήθως ακίνδυνες από μόνες τους (καθώς δεν περιέχουν δραστικές ουσίες), η παράλειψη ή η καθυστερημένη έναρξη της ιατρικής θεραπείας μπορεί να έχει μη αναστρέψιμες, ή ακόμη και θανατηφόρες συνέπειες.

Οι επιστήμονες έχουν καταλήξει πως η ομοιοπαθητική αποτελεί ένα φαινόμενο που συνδυάζει την προσωπική πίστη και μια ψευδοεπιστημονική θεώρηση.

Αξίζει να σημειωθεί πώς έχουν πραγματοποιηθεί τέσσερεις ανεξάρτητες αναλύσεις σε μεγάλη κλίμακα για την αξιολόγηση της ομοιοπαθητικής από εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς:

Το Αυστραλιανό Εθνικό Συμβούλιο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας, την Επιτροπή Επιστήμης και Τεχνολογίας του Βρετανικού κοινοβουλίου, το Συμβουλευτικό Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Ακαδημιών Επιστήμης και του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Υγείας.

Όλες κατέληξαν στο ότι η ομοιοπαθητική είναι αναποτελεσματική και πρότειναν τη διακοπή περαιτέρω χρηματοδότησής της.

To 2017 η Ρωσική Ακαδημία Επιστημών αποκάλεσε την ομοιοπαθητική ψευδοεπιστήμη.

Τέλος  ρυθμιστική αρχή φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA)  δεν έχει εγκρίνει κανένα ομοιοπαθητικό προϊόν, κάτι που ενισχύει την αντίληψη ότι δεν ικανοποιούν τα αυστηρά επιστημονικά πρότυπα αποτελεσματικότητας και ασφάλειας, που θέτει ο Οργανισμός.

Ωστόσο, παρόλο που στερείται ιατρικής και βιολογικής βάσης, η Ομοιοπαθητική θεωρείτο από πολλούς επιστήμη, βασιζόμενη στην επιστημονική μεθοδολογία.

Με πληροφορίες από iflscience.com, wikipedia.gr

φωτο: iStock