Μία σχετικά συχνή ενδοκρινική (ορμονική) διαταραχή, που επηρεάζει τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα, μπορεί μακροπρόθεσμα να ανοίξει τον δρόμο στη νεφρολιθίαση.
Η διαταραχή αυτή έχει συνέπειες στην υγεία και άλλων οργάνων, όπως της καρδιάς και των οστών. Ο σχηματισμός λίθων στους νεφρούς είναι μια από τις πρώτες εκδηλώσεις της. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι πάσχοντες εκδηλώνουν νεφρολιθίαση.
Η ενδοκρινική διαταραχή λέγεται πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός. Υπολογίζεται ότι διεθνώς τον εκδηλώνουν ετησίως 20-30 άτομα στις 100.000, ενώ νεφρολιθίαση παρατηρείται σε ποσοστό 7-20% των πασχόντων. Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός εκδηλώνεται με πολλά συμπτώματα, όπως:
- Κόπωση
- Μυϊκή αδυναμία
- Κατάθλιψη
- Αίσθημα δίψας
- Δυσκοιλιότητα
- Κοιλιακό άλγος
- Αδυναμία συγκέντρωσης
- Ήπια σύγχυση
Πολλές επιπλοκές
Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός έχει επίσης πολλές επιπλοκές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται:
- Η αφυδάτωση
- Η υπνηλία
- Οι μυϊκοί σπασμοί
- Οι αρθραλγίες
- Οι καρδιακές αρρυθμίες
- Η υπέρταση
- Η οστεοπόρωση
- Τα πεπτικά έλκη
- Η παγκρεατίτιδα
Για τον έλεγχο των συμπτωμάτων και την αποφυγή των επιπτώσεων είναι απαραίτητη η έγκαιρη διάγνωση και η θεραπεία της πάθησης.
«Ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός είναι μια καλοήθης νόσος με πολλές επιπλοκές. Στη χώρα μας διαγιγνώσκεται καθυστερημένα, επειδή δεν γίνεται συστηματική μέτρηση ασβεστίου στις γενικές εξετάσεις αίματος», σημειώνει ο καθηγητής Χειρουργικής ΕΚΠΑ Δημήτρης Λινός, διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής στον Όμιλο ΥΓΕΙΑ.
Ο ρόλος της παραθορμόνης
Η συχνότερη αιτία αυξημένων επιπέδων ασβεστίου στο αίμα είναι η ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων δυσλειτουργικών παραθυρεοειδών αδένων. Ένας από τους ρόλους αυτών των αδένων είναι η παραγωγή και έκκριση μιας ορμόνης (λέγεται παραθορμόνη) όταν το ασβέστιο στο αίμα είναι χαμηλό.
Όπως εξηγεί ο κ. Λινός, η παραθορμόνη προκαλεί απελευθέρωση του ασβεστίου από τα οστά στην κυκλοφορία του αίματος. Μειώνει επίσης την απώλεια ασβεστίου στα ούρα και αυξάνει την απορρόφηση του ασβεστίου από το έντερο. Με αυτό τον τρόπο εξισορροπεί τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα.
Όταν όμως οι παραθυρεοειδείς αδένες δυσλειτουργούν μπορεί να παράγουν πολλή παραθορμόνη. Αυτό συμβαίνει όταν είναι υπερδραστήριοι. Σε τέτοια περίπτωση, τα επίπεδα του κυκλοφορούντος ασβεστίου αυξάνονται σημαντικά και υπερβαίνουν τα φυσιολογικά όρια.
Πως αναπτύσσεται η νεφρολιθίαση
Οι νεφροί αποτελούν τα φυσικά φίλτρα του αίματος. Η αποστολή τους είναι η αποβολή κάθε περιττής ουσίας του αίματος. Στην προσπάθειά τους, λοιπόν, να αφαιρέσουν το περίσσιο ασβέστιο, το συγκεντρώνουν στο κέντρο τους.
Όταν, όμως, τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα παραμένουν παθολογικά υψηλά για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι πιθανότητες σχηματισμού λίθων στους νεφρούς είναι μεγάλες. Ακόμη και οι πολύ ήπιες αυξήσεις επί μερικά χρόνια αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο για νεφρολιθίαση.
Η ανίχνευση και η έγκαιρη θεραπεία του πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού έχει κρίσιμη σημασία για την πρόληψη της νεφρολιθίασης αλλά και των υποτροπών της.
Πως γίνεται ο έλεγχος
Στους ασθενείς που ενδέχεται να έχουν δυσλειτουργία ενός ή περισσότερων παραθυρεοειδών αδένων ή/και νεφρολιθίαση, διενεργούνται εξετάσεις αίματος. Με αυτές ελέγχονται τα επίπεδα:
- Της παραθορμόνης
- Του ασβεστίου
- Της βιταμίνης D (συμβάλλει στην απορρόφηση του ασβεστίου
Εάν είναι αυξημένα τα επίπεδα της παραθορμόνης και του ασβεστίου, ο ασθενής είναι πολύ πιθανό να πάσχει από πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό. Εάν μόνο μία από τις δύο τιμές είναι αυξημένες, πρέπει να διεξαχθεί πιο διεξοδική έρευνα. Η μέτρηση της οστικής πυκνότητας και οι απεικονιστικές εξετάσεις νεφρών χρησιμοποιούνται για ακριβέστερη διάγνωση. Μεταξύ άλλων θα αποκαλύψουν και την νεφρολιθίαση.
Πότε συνιστάται χειρουργική θεραπεία
«Η μόνη οριστική θεραπεία για τον πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό είναι η χειρουργική επέμβαση. Η ελάχιστα επεμβατική παραθυρεοειδεκτομή (MIP) έχει υψηλά ποσοστά θεραπείας και χαμηλό κίνδυνο επιπλοκών», επισημαίνει ο κ. Λινός.
Σύμφωνα με τις οδηγίες της Αμερικανικής Εταιρείας Χειρουργών Ενδοκρινών Αδένων (AAES), αφαίρεση των δυσλειτουργικών παραθυρεοειδών αδένων συνιστάται όταν υπάρχει:
- Συμπτωματικός πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός (δηλαδή νεφρολιθίαση, κατάγματα ευθραυστότητας, οστεοπόρωση)
- Ασυμπτωματικός πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός με ασβέστιο ορού που υπερβαίνει το 1 mg/dL της ανώτερης φυσιολογικής τιμής.
Μετεγχειρητικά, το ποσοστό θεραπείας του πρωτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού αγγίζει το 98%, σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ειδικό τεύχος Novel Methods of Diagnostics of Thyroid and Parathyroid Lesions της ιατρικής επιθεωρήσεως Journal of Clinical Medicine.
Σε μελέτη 1.019 ασθενών που υποβλήθηκαν σε παραθυρεοειδεκτομή κατά την περίοδο 1983-2018, η θεραπεία απέτυχε σε ποσοστό μόλις 1,9%. Ο αυξημένος κίνδυνος χειρουργικής αποτυχίας οφειλόταν σε έκτοπη θέση παραθυρεοειδούς αδένα στο μεσοθωράκιο. Στο 84,2% αυτών των ασθενών, η επανάληψη της επέμβασης ήταν επιτυχής. Συνολικά από τους 1.019 ασθενείς, οι 1.016 εμφάνισαν φυσιολογικά επίπεδα ασβεστίου μετά την επέμβαση.
Οι κίνδυνοι αν δεν γίνει θεραπεία
Όταν ο πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός παραμένει χωρίς θεραπεία, εγκυμονούν σοβαροί κίνδυνοι για τον ασθενή. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται:
- Υποτροπιάζουσα νεφρολιθίαση
- Επιπλοκές από καρδιαγγειακές παθήσεις
- Υπερασβεστιαιμική κρίση
Με την ελάχιστα επεμβατική παραθυρεοειδεκτομή ο ασθενής μπορεί να προστατευθεί αμέσως, χωρίς να υποστεί την παραμικρή ταλαιπωρία. Η επέμβαση γίνεται μέσω μικρής τομής, γι’ αυτό η έκταση των κακώσεων των ιστών είναι πολύ περιορισμένη. Έτσι, ο μετεγχειρητικός πόνος περιορίζεται στο ελάχιστο. Το ίδιο και η νοσηρότητα, ενώ το αισθητικό αποτέλεσμα είναι άριστο. Η παραμονή στο νοσοκομείο δεν ξεπερνά συνήθως τις 1-2 ημέρες.
«Η αφαίρεση του συνήθως ενός παραθυρεοειδικού αδενώματος απαιτεί εξειδικευμένο χειρουργό ενδοκρινών αδένων, διότι πολλές φορές ο παθολογικός ιστός βρίσκεται σε ασυνήθιστη για τον γενικό χειρουργό θέση, όπως μπροστά από την σπονδυλική στήλη ή ακόμη πίσω από το στέρνο. Η ειδική γνώση για τη πιθανή θέση των έκτοπων παραθυρεοειδικών αδενωμάτων είναι προϋπόθεση για την ίαση από αυτή την καλοήθη μεν νόσο με τις πολλές όμως επιπλοκές», καταλήγει ο κ. Λινός, ο οποίος είναι πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Χειρουργών των Ενδοκρινών Αδένων.