Υψηλότερο κινδύνου για την εμφάνιση άλλων ασθενειών μπορεί να διατρέχουν οι ασθενείς με ψωρίαση. Ωστόσο οι έως τώρα μελέτες υποδηλώνουν ότι με ορισμένες αλλαγές στον τρόπο ζωής μπορούν ενδεχομένως να τον μειώσουν.
Η ψωρίαση είναι μια συχνή, χρόνια δερματική νόσος. Η συχνότητα εμφάνισής της στους ενήλικες ποικίλλει από 0,91% στις Ηνωμένες Πολιτείες έως 8,5% στη Νορβηγία. Όπως εξηγεί ο δερματολόγος-αφροδισιολόγος Χρήστος Στάμου, πρόκειται για μια φλεγμονώδη διαταραχή που προκαλεί τον ταχύτερο πολλαπλασιασμό των δερματικών κυττάρων, συχνά έως και 10 φορές ταχύτερα από το φυσιολογικό. Αυτό έχει ως συνέπεια να συσσωρεύονται και να σχηματίζουν ανώμαλες κόκκινες ερυθηματώδεις πλάκες (μπαλώματα) που καλύπτονται από λευκές, αποσπώμενες από το δέρμα φολίδες (λέπια).
Οι πλάκες αυτές μπορεί να αναπτυχθούν οπουδήποτε στο σώμα, αλλά συχνότερα εμφανίζονται στο τριχωτό της κεφαλής, τους αγκώνες, τα γόνατα και το κάτω μέρος της πλάτης. Στους περισσότερους ανθρώπους η ψωρίαση επηρεάζει μόνο μερικές περιοχές του σώματος, αλλά σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να καλύψει μεγάλα τμήματά του.
Κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς προκαλεί την ψωρίαση. Πιστεύεται, όμως, ότι εμπλέκονται γενετικοί παράγοντες στην εμφάνισή της. Αυτό που είναι γνωστό είναι ότι μπορεί να πυροδοτηθεί από καταστάσεις όπως το συναισθηματικό στρες, οι λοιμώξεις από στρεπτόκοκκο, ορισμένα φάρμακα ή τραυματισμοί στο δέρμα.
Οι ασθενείς βιώνουν περιόδους έξαρσης και ύφεσης της ψωρίασης στη διάρκεια της ζωής τους. Ωστόσο η ψωρίαση δεν είναι μεταδοτική. Εμφανίζεται συνήθως στην αρχή της ενηλικίωσης και μερικές φορές σε μέλη της ίδιας οικογένειας.
Συννοσηρότητες
Όπως αναφέρει ο κ. Στάμου, πολλοί ασθενείς με ψωρίαση πάσχουν ταυτοχρόνως από άλλα προβλήματα υγείας, όπως το μεταβολικό σύνδρομο. Αυτό σημαίνει ότι έχουν ταυτοχρόνως πολλαπλούς καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου (π.χ. υπέρταση μαζί με παχυσαρκία και διαβήτη ή/και αυξημένα τριγλυκερίδια ή χαμηλή HDL χοληστερόλη).
Άλλες συννοσηρότητες που έχουν αναφερθεί στους ασθενείς με ψωρίαση είναι:
- Κατάθλιψη
- Καρδιαγγειακές παθήσεις
- Ψωριασική αρθρίτιδα
- Καρκίνος
Η πάθηση προκαλεί επίσης σημαντική σωματική και ψυχοκοινωνική επιβάρυνση, η βαρύτητα της οποίας συχνά εντείνεται όταν υπάρχουν συννοσηρότητες. Επιπλέον, πολλοί πάσχοντες είναι επίσης συστηματικοί καπνιστές ή/και πίνουν αλκοόλ.
Παρότι η επιστημονική κοινότητα γνωρίζει καλά τη σχέση μεταξύ αυτών των συννοσηροτήτων και της ψωρίασης, η συσχέτιση με τον καρκίνο εξακολουθεί να διερευνάται.
Συσχέτιση με τον καρκίνο
Μια από τις πιο πρόσφατες μελέτες για το θέμα δημοσιεύτηκε στις αρχές του έτους στην ιατρική επιθεώρηση JAMA Dermatology. Πραγματοποιήθηκε από το Τμήμα Δερματολογίας και Αλλεργίας του Νοσοκομείου Herlev και Gentofte (Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης) και εξέτασε τη συσχέτιση και τον κίνδυνο καρκίνου σε ασθενείς με ψωρίαση ή ψωριασική αρθρίτιδα.
Η μελέτη βασίσθηκε στα δεδομένα από 112 προγενέστερες. Διαπιστώθηκε ότι ο συνολικός επιπολασμός του καρκίνου σε ασθενείς με ψωρίαση ήταν 4,78%. Υπήρχε αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης αρκετών μορφών της νόσου, συμπεριλαμβανομένων:
- Του λεμφώματος
- Του καρκίνου των κερατινοκυττάρων (καρκίνος του δέρματος χωρίς μελανώματα)
- Του καρκίνου του πνεύμονα
- Του καρκίνου της ουροδόχου κύστης
Στην ίδια ιατρική επιθεώρηση δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο 2019 μια άλλη ανασκόπηση, από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ. Σε αυτήν συμπεριελήφθησαν 58 προγενέστερες μελέτες για την ψωρίαση και τον καρκίνο.
Όπως έδειξε αυτή η ανάλυση, οι ασθενείς με ψωρίαση έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης λεμφώματος, μη-Hodgkin λεμφώματος, καρκίνου στο κόλον, τα νεφρά, τον λάρυγγα, το ήπαρ, καρκίνου του οισοφάγου, του στόματος και του παγκρέατος. Διαπίστωσαν επίσης ότι τα άτομα με σοβαρή ψωρίαση που εμφάνισαν καρκίνο είχαν επίσης αυξημένο συνολικό κίνδυνο θανάτου.
Ωστόσο σημαντική μείωση του κινδύνου βρέθηκε σε αυτές τις μελέτες, όταν συνυπολογίστηκαν το κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ και η παχυσαρκία. Με άλλα λόγια, η αποφυγή του καπνίσματος και της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ και ο έλεγχος του σωματικού βάρους μπορεί να δρουν προστατευτικά στους ασθενείς με ψωρίαση έναντι του καρκίνου, εκτιμούν οι ερευνητές.
Ο ρόλος της φλεγμονής
Μια λογική εξήγηση για τις συσχετίσεις αυτές είναι η φλεγμονή και ο ρόλος της τόσο στην παθογένεση της ψωρίασης, όσο και στην ογκογένεση. Η ιατρική έρευνα ήδη εξετάζει συγκεκριμένους παράγοντες του τρόπου ζωής, τις θεραπείες και τις φλεγμονώδεις διεργασίες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της ψωρίασης για να εξηγήσει τη σχέση με τον καρκίνο. Στο μέλλον, αναμένεται ότι θα παράσχει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τους υποκείμενους μηχανισμούς για τον αυξημένο κίνδυνο κακοήθειας.
Έως ότου ξεκαθαριστεί το θέμα, «στόχος των ασθενών με ψωρίαση πρέπει να είναι η ύφεση των συμπτωμάτων και η αποφυγή των παραγόντων εκείνων που μπορούν να προκαλέσουν την έξαρσή τους», τονίζει ο κ. Στάμου.
Η ύφεση επιτυγχάνεται με την πιστή τήρηση του θεραπευτικού πλάνου που έχει συστήσει ο θεράπων ιατρός. Αυτό συμπεριλαμβάνει θεραπείες, οι οποίες στοχεύουν:
- Στην αφαίρεση της μεγάλης συγκέντρωσης φολίδων και τη λείανση της επιδερμίδας
- Στην επιβράδυνση της ανάπτυξης των κυττάρων του δέρματος, ώστε να μειωθεί η φλεγμονή και ο σχηματισμός ψωριασικών πλακών
«Οι στόχοι αυτοί επιτυγχάνονται με την εφαρμογή τοπικών θεραπειών, φωτοθεραπειών και συστηματικών θεραπειών», προσθέτει ο ειδικός. «Οι αλοιφές θεραπεύουν αποτελεσματικά την ήπια και μέτρια ψωρίαση. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις συνδυάζονται με φωτοθεραπεία ή συστηματική (από του στόματος) θεραπεία».
Η φωτοθεραπεία αφορά την έκθεση του δέρματος σε υπεριώδη ακτινοβολία (UVA ή UVB) σε τακτική βάση και υπό ιατρική παρακολούθηση. Η έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία γίνεται σε συνδυασμό με ψωραλένια (φωτοευαισθητοποιητικά φάρμακα).
Η θεραπεία με excimer laser είναι κατάλληλη για την αντιμετώπιση της χρόνιας, εντοπισμένης ψωρίασης. Εκπέμπει δέσμη υψηλής έντασης του υπεριώδους φωτός Β (UVB) προς τις ψωριασικές πλάκες, που διαπερνά την επιδερμίδα και επιβραδύνει την ανάπτυξη των προσβεβλημένων κυττάρων του δέρματος.
Συστηματική θεραπεία
Όταν η ψωρίαση είναι σοβαρή, καλύπτει πάνω από το 20% του σώματος και δεν έχει βελτιωθεί με τις προαναφερθείσες θεραπευτικές μεθόδους, τότε χορηγείται συστηματική φαρμακευτική θεραπεία. Αυτή συνίσταται σε λήψη φαρμάκων, όπως η μεθοτρεξάτη, η κυκλοσπορίνη ή βιολογικοί παράγοντες. Οι παράγοντες αυτοί στοχεύουν σε συγκεκριμένο τμήμα του ανοσοποιητικού συστήματος και εμποδίζουν τη δράση των Τ-λεμφοκυττάρων, τα οποία προκαλούν την φλεγμονή της ψωρίασης.
Ειδικά για τους βιολογικούς παράγοντες, η έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης έδειξε ότι οι ασθενείς με ψωρίαση που τους λαμβάνουν είναι οι μόνοι που δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρκίνου.
«Η ψωρίαση μπορεί να μην είναι ιάσιμη, αλλά είναι αντιμετωπίσιμη. Γι’ αυτό οι ασθενείς πρέπει να αποφεύγουν οποιοδήποτε παράγοντα την πυροδοτεί», καταλήγει ο κ. Στάμου.