Αν πάσχετε από γλαύκωμα και χρειάζεστε φαρμακευτική αγωγή για άλλη νόσο, ενημερώστε οπωσδήποτε τον θεράποντα γιατρό σας για την πάθηση των ματιών σας. Και αυτό, διότι πολλά φάρμακα μπορεί να επιδεινώσουν την ασθένεια των ματιών, αναφέρει ένας Έλληνας ειδικός.
Η επιδείνωση συνήθως οφείλεται στο ότι αυξάνουν ακόμα περισσότερο την ενδοφθάλμια πίεση, που ούτως ή άλλως είναι παθολογικά υψηλή στους ασθενείς με γλαύκωμα.
Η ενδοφθάλμια πίεση είναι η πίεση στο εσωτερικό των ματιών (σ.σ. δεν έχει καμία σχέση με την αρτηριακή πίεση της υπέρτασης). Την προσδιορίζει το υδατοειδές υγρό, που γεμίζει το εσωτερικό του ματιού.
Το υγρό αυτό παράγεται ακατάπαυστα εντός του ματιού και αποβάλλεται με τον ίδιο ρυθμό από το αποχετευτικό δίκτυο του οφθαλμού. Έτσι διατηρείται σε ισορροπία και το μάτι έχει καλή πίεση. Αν, όμως, για κάποιο λόγο διαταραχθεί η παραγωγή ή η αποχέτευση του υδατοειδούς υγρού, η ενδοφθάλμια πίεση αυξάνεται.
Στα φάρμακα που μπορεί να την αυξήσουν ακόμα περισσότερο συμπεριλαμβάνονται συνταγογραφούμενα και μη συνταγογραφούμενα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι:
- Τα κορτικοστεροειδή (κορτιζόνη)
- Ορισμένα αντικαταθλιπτικά
- Ορισμένα αντιυπερτασικά
- Κάποια αντισταμινικά
- Πολλά άλλα (από αντιβιοτικά μέχρι φάρμακα για το Πάρκινσον)
Με τον όρο γλαύκωμα περιγράφεται μία ομάδα οφθαλμικών παθήσεων με κοινό χαρακτηριστικό την προοδευτική, μη αναστρέψιμη βλάβη του οπτικού νεύρου. Η πιο συνηθισμένη αιτία που προκαλεί αυτή τη βλάβη είναι η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση.
«Η ρύθμιση της φαρμακευτικής αγωγής μπορεί να είναι περίπλοκη στους ασθενείς με γλαύκωμα, οι οποίοι πρέπει πάντοτε να ενημερώνουν τους άλλους γιατρούς για την οφθαλμοπάθειά τους», αναφέρει ο χειρουργός-οφθαλμίατρος δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. «Το ιδανικό θα ήταν να λαμβάνουν ακόμα και το πιο απλό φάρμακο μετά από συνεννόηση με τον γιατρό τους. Καλό είναι επίσης να διαβάζουν το φύλλο οδηγιών χρήσεως των φαρμάκων, για να ελέγχουν αν αναγράφεται «γλαύκωμα» ή «αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης» στις αντενδείξεις ή στις ανεπιθύμητες ενέργειές τους».
Μεγαλύτερος εχθρός η κορτιζόνη
Τα πιο γνωστά φάρμακα που αυξάνουν την ενδοφθάλμια πίεση είναι τα κορτικοστεροειδή, δηλαδή η κορτιζόνη. «Η χρήση της είναι μακράν η πιο σοβαρή. Πολύ συχνά χορηγείται σε μορφή που οι περισσότεροι δεν συνειδητοποιούν ότι μπορεί να προκαλέσει γλαύκωμα», τονίζει ο καθηγητής. «Στην πραγματικότητα, πολλοί ασθενείς μπορεί να μην αντιληφθούν για χρόνια ότι παίρνουν κορτιζόνη, με κίνδυνο να υποστούν μόνιμη τύφλωση».
Τον κίνδυνο αυτό ενέχουν, μεταξύ άλλων, τα κορτιζονούχα:
- Ρινικά σπρέι
- Εισπνεόμενα για παθήσεις των πνευμόνων
- Κολλύρια
Η εμπορική ονομασία αυτών των φαρμάκων συχνά δεν δημιουργεί την υπόνοια ότι περιέχουν κορτιζόνη, κατά τον κ. Κανελλόπουλο. Οι οφθαλμίατροι όμως ξέρουν ότι μετά από μόλις 1 μήνα χρήσης σκευασμάτων κορτιζόνης σε μορφή κολλύριου, ρινικού σπρέι ή εισπνεόμενου φαρμάκου, ο 1 στους 20 ασθενείς παρουσιάζει αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης!
Η αύξηση αυτή είναι πολύ μεγάλη και μπορεί να κάνει παθολογική την ενδοφθάλμια πίεση, ακόμα κι αν ήταν φυσιολογική. Ειδικότερα, από κάτω των 20 mmHg που είναι το φυσιολογικό, μπορεί να την εξωθήσει στα 40 mmHg! Και αυτό «χωρίς να εκδηλωθεί κανένα απολύτως σύμπτωμα», προειδοποιεί ο κ. Κανελλόπουλος.
Επομένως, τα κορτικοστεροειδή φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν το γλαύκωμα – ακόμα, δε, και σε άτομα χωρίς κληρονομική προδιάθεση. Πόσο μάλλον, λοιπόν, όταν τα παίρνουν ασθενείς που ήδη πάσχουν από τη νόσο.
Αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης μπορεί να παρατηρηθεί και με άλλες μορφές κορτικοστεροειδών, όπως:
- Με εκείνες που εγχέονται μέσα ή γύρω από τα μάτια
- Με τα χάπια που λαμβάνονται από το στόμα
- Με τις εγχύσεις για τις αρθρώσεις
- Με τις κορτιζονούχες κρέμες που αλείφονται στο δέρμα
«Δυστυχώς πολλοί ασθενείς δεν συνειδητοποιούν ότι μια κρέμα, λ.χ., που τους χορήγησε ο δερματολόγος περιέχει κορτιζόνη. Αν, όμως, δεν τον έχουν ενημερώσει ότι πάσχουν από γλαύκωμα, μπορεί να υπάρξει πρόβλημα», εξηγεί ο καθηγητής. «Απαραίτητο είναι επίσης να ενημερώνεται ο οφθαλμίατρος, εάν ένας ασθενής του που έχει γλαύκωμα πρέπει να λάβει κορτικοστεροειδή για άλλες παθήσεις, όπως αλλεργίες, αρθροπάθειες, άσθμα, αυτοάνοσα νοσήματα κ.λπ.».
Άλλα φάρμακα που μπορεί να αυξήσουν την ενδοφθάλμια πίεση είναι:
- Ορισμένα αντικαρκινικά (π.χ. ορισμένες χημειοθεραπείες)
- Ορισμένα αναισθητικά
Και οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας
Υπάρχουν επίσης πολλά φάρμακα που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο για οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας, το οποίο μπορεί να οδηγήσει στην τύφλωση.
Το γλαύκωμα κλειστής γωνίας προκαλείται όταν αποφράσσεται πλήρως το αποχετευτικό δίκτυο του οφθαλμού, με συνέπεια να μην μπορεί να αποβληθεί η περίσσεια του υδατοειδούς υγρού.
«Οι πιθανότητες να εκδηλωθεί φαρμακογενές, οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας δεν είναι πολλές. Είναι όμως επείγον περιστατικό και, αν δεν αντιμετωπιστεί επειγόντως, μπορεί να κοστίσει την όραση», διευκρινίζει ο κ. Κανελλόπουλος. «Επομένως, πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη ο κίνδυνος αυτός».
Στα φάρμακα που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο για οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας συμπεριλαμβάνονται:
- Ορισμένα που χορηγούνται για το ίδιο το γλαύκωμα (π.χ. τοπικά χολινεργικά)
- Φάρμακα για παθήσεις στο πρόσωπο (π.χ. εγχύσεις αλλαντοτοξίνης για μυϊκό σπασμό)
Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να παρατηρηθεί οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας και με:
- Ορισμένα αντιβιοτικά (π.χ. σουλφοναμίδες, γενταμικίνη)
- Φάρμακα για το κεντρικό νευρικό σύστημα όπως ορισμένα αντικαταθλιπτικά, αντιψυχωσικά, αντισπασμωδικά, αγχολυτικά (βενζοδιαζεπίνες) και ορισμένα φάρμακα για το Πάρκινσον.
Άλλα φάρμακα που ενέχουν τον ίδιο σπάνιο κίνδυνο είναι ορισμένα:
- Αντιχολινεργικά που χορηγούνται για παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος (π.χ. για χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια)
- Αντιθρομβωτικά
- Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη αναλγητικά
- Αντιαρρυθμικά (για τις καρδιακές αρρυθμίες)
- Φάρμακα για το πεπτικό (Η2-ανταγωνιστές της ισταμίνης)
- Αδρενεργικά φάρμακα που περιέχονται σε αντιβηχικά και σε φάρμακα για το κρυολόγημα
Πρόβλημα στη διάγνωση
Τέλος, υπάρχουν μερικά φάρμακα τα οποία μπορεί να μειώσουν την ενδοφθάλμια πίεση, δημιουργώντας προβλήματα στη διάγνωση του γλαυκώματος. Αυτό μπορεί να συμβεί λ.χ. με ορισμένους β-αναστολείς (ή βήτα-αποκλειστές) που χορηγούνται ευρέως για πολλές καρδιαγγειακές παθήσεις, όπως η στεφανιαία νόσος, η υπέρταση, οι καρδιακές αρρυθμίες κ.λπ.
«Υπάρχουν πάρα πολλά φάρμακα και τα περισσότερα είναι ασφαλή για τους ασθενείς με γλαύκωμα. Ορισμένα, όμως, χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή. Αν ένας ασθενής έχει γλαύκωμα και χρειάζεται φαρμακευτική αγωγή για άλλες παθήσεις, είναι σημαντικό να ενημερώσει όλους τους θεράποντες ιατρούς για την οφθαλμοπάθειά του. Καλό είναι επίσης να συμβουλεύεται και τον οφθαλμίατρό του. Και αν εκδηλώσει τυχόν συμπτώματα, όπως πόνο στο μάτι, θολή όραση, άλω (πρόσθετος φωτεινός δακτύλιος γύρω από τα φώτα) με ναυτία ή έμετο μετά τη λήψη φαρμάκων, πρέπει να καλέσει αμέσως τον οφθαλμίατρό του», καταλήγει ο κ. Κανελλόπουλος.
Φωτογραφία: iStock