Οι ασθενείς με ψωρίαση διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα και ο διαβήτης. Μάλιστα όσο πιο σοβαρή είναι η δερματοπάθειά τους, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος αυτός.
Μεγάλη μελέτη που δημοσιεύθηκε πριν από λίγα χρόνια στην επιθεώρηση JAMA Dermatology είχε υπολογίσει ότι οι ασθενείς με ήπια ψωρίαση έχουν 11% περισσότερες πιθανότητες συννοσηρότητας, συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό.
Αντίστοιχα, όσοι πάσχουν από μέτρια ψωρίαση έχουν 15% περισσότερες πιθανότητες συννοσηρότητας. Όσοι, όμως, έχουν σοβαρή ψωρίαση διατρέχουν κατά 35% μεγαλύτερο κίνδυνο.
Η ψωρίαση είναι ήπια όταν οι χαρακτηριστικές βλάβες της καλύπτουν λιγότερο από το 3% της επιφάνειας του σώματος. Αν καλύπτουν το 3-10%, η ψωρίαση θεωρείται μέτρια. Και αν υπερβαίνουν το 10% της επιφάνειας του σώματος, θεωρείται σοβαρή.
Συνοδά προβλήματα
«Η ψωρίαση θεωρείται σήμερα μία συστηματική φλεγμονώδης νόσος, σχετιζόμενη με την καταγραφή αρκετών συνοδών νοσημάτων», λέει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Δερματολογίας-Αφροδισιολογίας Ευαγγελία Παπαδαυίδ, διευθύντρια στην Β’ Κλινική Δερματικών & Αφροδισίων Νόσων του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου «Αττικόν». «Έτσι, σχετίζεται με την αρθρίτιδα, τη στεφανιαία νόσο, την υπέρταση, την υπερλιπιδαιμία και τον σακχαρώδη διαβήτη (μεταβολικό σύνδρομο). Επιπλέον, οι ψωριασικοί ασθενείς είναι συχνά παχύσαρκοι και καπνιστές, ενώ ένας στους τρεις εκδηλώνουν και αρθρίτιδα».
Η ανάπτυξη αρθρίτιδας φαίνεται πως είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική, καθώς η παρουσία της σχετίζεται με περισσότερες και πιο βαριές επιπτώσεις στην υγεία τους. Έχει επίσης παρατηρηθεί ότι οι ασθενείς με ψωρίαση εμφανίζουν πολύ νωρίτερα τα παραπάνω συνοδά νοσήματα σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, λόγω της φλεγμονής που υπάρχει στον οργανισμό.
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα στην καθημερινότητα των ασθενών είναι ότι η νόσος επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα τόσο της δικής τους ζωής όσο και των συγγενών τους.
«Πολλοί από τους ασθενείς πάσχουν από κατάθλιψη, αγχώδη συνδρομή ή ακόμα και αυτοκτονικό ιδεασμό. Η ποιότητα ζωής των ασθενών με ψωρίαση επηρεάζεται αρνητικά πολύ περισσότερο από αυτήν των ασθενών με άλλα βαριά νοσήματα, όπως η καρδιοπάθεια ή το βρογχικό άσθμα», λέει η δρ Παπαδαυίδ.
«Ακόμα κι αν οι ασθενείς έχουν λίγες πλάκες μπορεί να επηρεαστεί σημαντικά η ποιότητα ζωής τους, ιδίως όταν αυτές είναι στο πρόσωπο, στο τριχωτό της κεφαλής και στα νύχια ή στα γεννητικά όργανα. Επομένως οι ασθενείς με ψωρίαση δυσκολεύονται στις κοινωνικές, προσωπικές, εργασιακές και σεξουαλικές τους σχέσεις. Η ψωρίαση δημιουργεί κοινωνικό αποκλεισμό και στιγματισμό».
Ολιστική αντιμετώπιση
Η συννοσηρότητα αυξάνει σημαντικά τη φλεγμονή στον οργανισμό και η φλεγμονή είναι γενεσιουργός αιτία πολλών πρόσθετων, σοβαρών προβλημάτων.
«Όταν συνυπάρχει σε έναν ασθενή με μέτρια προς βαριά ψωρίαση ένα από τα προαναφερθέντα συνοδά νοσήματα, η φλεγμονή αυξάνεται σημαντικά», τονίζει η δρ Παπαδαυίδ. «Επομένως, ο ασθενής αυτός χρειάζεται από κοινού αντιμετώπιση από τον δερματολόγο και τον ειδικό ιατρό για κάθε επιμέρους νόσημα, όπως τον καρδιολόγο ή τον ρευματολόγο. Είναι λοιπόν σημαντικό να επισκέπτονται οι ασθενείς ειδικά ιατρεία που παρέχουν τη δυνατότητα της ολιστικής αντιμετώπισης, όπως το Ιατρείο Ψωρίασης στη δική μας Κλινική στο οποίο συμμετέχουν όλες οι απαιτούμενες ειδικότητες».
Η σύσταση αυτή αποκτά ξεχωριστή σημασία τα τελευταία χρόνια, καθώς η οικονομική κρίση με την αύξηση του στρες έχουν οδηγήσει σε επιδείνωση της ψωρίασης στους ασθενείς, συμπληρώνει.
ΔΕΝ είναι μεταδοτική
Η ψωρίαση είναι μία αυτοάνοση, φλεγμονώδης διαταραχή που εκδηλώνεται στο δέρμα. Χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη κόκκινων πλακών, οι οποίες καλύπτονται από άσπρα λέπια. Οι βλάβες αυτές αναπτύσσονται επειδή επιταχύνεται ο ρυθμός ωρίμανσης των κυττάρων της επιδερμίδας.
Υπολογίζεται ότι από αυτήν πάσχουν 250.000 άτομα στην Ελλάδα και πάνω από 125 εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο «μικρό ποσοστό των ασθενών απευθύνεται στον δερματολόγο για θεραπεία», λέει η δρ Παπαδαυίδ. «Αυτό είναι πολύ σημαντικό, ιδιαίτερα για τους ασθενείς με μέτρια ή βαριά ψωρίαση, λόγω των συστηματικών επιπτώσεων που μπορεί να έχει η νόσος στην υγεία τους».
Η ψωρίαση ΔΕΝ είναι μεταδοτική, αλλά έχει ισχυρή γενετική συνιστώσα. Εκτός από τα γονίδια, στην εμφάνισή της μπορεί να παίξουν ρόλο και ορισμένοι παράγοντες του τρόπου ζωής. Τέτοιοι παράγοντες είναι οι τραυματισμοί, το στρες, οι λοιμώξεις, ορισμένα φάρμακα, το κάπνισμα, το αλκοόλ και η παχυσαρκία.
Οι ίδιοι παράγοντες μπορεί επίσης να επιδεινώσουν την υφιστάμενη ψωρίαση.
Ψωρίαση κατά πλάκας
Η ψωρίαση συνήθως εκδηλώνεται στις ηλικίες 20-30 ετών, αν και αρκετές περιπτώσεις αρχίζουν στις ηλικίες 50-60 ετών.
Η συχνότερη μορφή της νόσου (αντιστοιχεί στο περίπου 80% των περιστατικών) είναι η ψωρίαση κατά πλάκας.
Συνήθως προσβάλλονται οι αγκώνες, τα γόνατα και ο κορμός. Μπορούν όμως να προσβληθούν και το τριχωτό της κεφαλής, οι παλάμες και τα πέλματα, τα γεννητικά όργανα, οι πτυχές του σώματος και τα νύχια.
Τα συχνότερα συμπτώματα της ψωρίασης είναι ο κνησμός, η ερυθρότητα, η αποφολίδωση και το άλγος (πόνος).
Η θεραπεία
Η ψωρίαση είναι χρόνια ασθένεια, επομένως απαιτεί μακροχρόνια παρακολούθηση και θεραπευτική αντιμετώπιση. Η θεραπεία εξατομικεύεται σε κάθε ασθενή ξεχωριστά και καθορίζεται με βάση διάφορους παράγοντες (π.χ. βαρύτητα, έκταση, μορφή της νόσου, ηλικία ασθενούς κ.λπ.).
Όπως εξηγεί η δρ Παπαδαυίδ, οι υπάρχουσες θεραπευτικές προσεγγίσεις ταξινομούνται σε τρεις βασικές κατηγορίες:
- Την εφαρμογή φαρμάκων στο δέρμα (τοπική θεραπεία) σε ήπια ψωρίαση
- Τη χρήση της υπεριώδους ακτινοβολίας (φωτοθεραπεία) σε μέτρια ψωρίαση
- Τη χορήγηση φαρμάκων (από το στόμα ή σε ενέσιμη μορφή) που στοχεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα (συστηματική θεραπεία) σε μέτρια προς βαριά ψωρίαση και σε ψωρίαση ειδικών εντοπίσεων.
«Υπάρχει ουσιαστική ανάγκη για νέες θεραπευτικές προτάσεις για την μέτρια-σοβαρή ψωρίαση, καθώς παλιότερες μελέτες δείχνουν ότι περίπου το 50% των ασθενών δεν ήταν ικανοποιημένοι με τις θεραπείες», επισημαίνει η δρ Παπαδαυίδ.
«Οι προσδοκίες των ασθενών με ψωρίαση έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς το “καθαρό δέρμα” αποτελεί πλέον το νέο θεραπευτικό στόχο. Λόγω των συννοσηροτήτων και της συστηματικής φλεγμονής στους ψωριασικούς ασθενείς, υπάρχει ανάγκη για χρήση από νωρίς των νέων θεραπειών. Οι θεραπείες αυτές επιτυγχάνουν και διατηρούν μακροπρόθεσμα “καθαρό δέρμα” σε περισσότερους ασθενείς. Παράλληλα μπορεί και να αναστέλλουν την εξέλιξη των συνοδών νοσημάτων όπως η ψωριασική αρθρίτιδα. Πλέον έχουμε στη διάθεσή μας νεότερες στοχευμένες θεραπείες, τους βιολογικούς παράγοντες, που προσφέρουν ελπίδα και αισιοδοξία στους ασθενείς μας».