Iatropedia

Πυογόνος στρεπτόκοκκος: Από την φαρυγγοαμυγδαλίτιδα έως τις διεισδυτικές λοιμώξεις

Ο μικροοργανισμός διασπείρεται κυρίως μέσω σταγονιδίων κατά τον βήχα ή φτάρνισμα και με τη στενή επαφή.

Σημαντικές πληροφορίες για τον στρεπτόκοκκο παραθέτει η δρ. Λουκία Ζέρβα, γιατρός βιοπαθολόγος, PhD, FCAP, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ,Επιστημονική Υπεύθυνη Βιοπαθολογικού Εργαστηρίου, Όμιλος ΒΙΟΪΑΤΡΙΚΗ.

Οι λοιμώξεις που προκαλούνται συνήθως από τον πυογόνο στρεπτόκοκκο

Η στρεπτοκοκκική φαρυγγοαμυγδαλίτιδα προκαλείται από το βακτήριο Streptococcus pyogenes, δηλαδή τον πυογόνο στρεπτόκοκκο (ΠΣ), ή στρεπτόκοκκο της ομάδας Α (Group A Streptococcus, GAS). Ο ΠΣ κατατάσσεται στα σημαντικά παθογόνα και αυτό οφείλεται στη δομή του και στα ένζυμα/τοξίνες που ενδέχεται να παράγει. Αποικίζει ασυμπτωματικά κυρίως τον ρινοφαρυγγικό βλεννογόνο (15-20% στα παιδιά, 5% στους ενήλικες) και το δέρμα. Στις ανατομικές αυτές θέσεις εμφανίζονται και οι συχνότερες λοιμώξεις που προκαλεί (φαρυγγοαμυγδαλίτιδα και μολυσματικό κηρίο), εάν ο αποικισμός (φορία) εξελιχθεί σε νόσο, και από αυτές μεταδίδεται σε νέο ξενιστή, δεδομένου ότι ο άνθρωπος αποτελεί την μοναδική οικολογική φωλεά του. Η εξέλιξη από φορία σε νόσο εξαρτάται από τα παθογονικά χαρακτηριστικά του στελέχους και από το γενετικό υπόστρωμα και την κατάσταση υγείας του ξενιστή. Τέλος, αναφορικά με την οστρακιά, πρόκειται για φαρυγγοαμυγδαλίτιδα από στέλεχος ΠΣ με ικανότητα παραγωγής της πυρετογόνου τοξίνης που προκαλεί το χαρακτηριστικό εξάνθημα.

Εξάπλωση της λοίμωξης και παράγοντες κινδύνου

Ο μικροοργανισμός διασπείρεται κυρίως μέσω σταγονιδίων κατά τον βήχα ή φτάρνισμα του ασθενή ή του φορέα, και με τη στενή επαφή, ιδιαίτερα στις δερματικές λοιμώξεις. Επίσης μεταδίδεται μέσω επιφανειών ή αντικειμένων που χρησιμοποιούνται από πολλά άτομα (πόμολα, διακόπτες), τα οποία αγγίζουμε με τα χέρια μας και με τα οποία στη συνέχεια μεταφέρουμε το παθογόνο στο στόμα, τη μύτη ή τα μάτια μας.

Πολλοί παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της λοίμωξης. Κυριότεροι είναι οι εξής:

Επιπλοκές και διεισδυτικές λοιμώξεις

Η στρεπτοκοκκική φαρυγγοαμυγδαλίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε ποικίλες επιπλοκές που διακρίνονται στις πυώδεις και στις μη πυώδεις:

Οι διεισδυτικές λοιμώξεις συγκαταλέγονται στο φάσμα των σοβαρών κλινικών εκδηλώσεων του ΠΣ σηματοδοτώντας την ικανότητά του να μεταναστεύει σε φυσιολογικά άσηπτους ιστούς. Σε αυτές ανήκουν η κυτταρίτιδα και η βακτηριαιμία, η νεκρωτική απονευρωσίτιδα και το στρεπτοκοκκικό σύνδρομο του τοξικού σοκ. Αυτές μας ενδιαφέρουν ιδιαίτερα λόγω των παιδιατρικών περιστατικών που αναφέρθηκαν από το 2022 και μετά στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, προκαλώντας ποικίλα ερωτήματα:

Φαίνεται, ωστόσο, ότι ο σημαντικότερος αιτιοπαθογόνος παράγοντας της αναφερόμενης αύξησης περιστατικών φαρυγγοαμυγδαλίτιδας / οστρακιάς σχετίζεται με την προηγούμενη κοινωνική απομόνωση λόγω COVID19.

Εργαστηριακή διάγνωση

Δεδομένου ότι η κλινική εικόνα της φαρυγγοαμυγδαλίτιδας δεν είναι τυπική για τον ΠΣ, αλλά παρόμοια με αντίστοιχες ιογενείς λοιμώξεις, η αιτιολογική διάγνωση (η αναγνώριση δηλαδή του παθογόνου) τίθεται μόνο με την εργαστηριακή διάγνωση. Η τελευταία επιτρέπει την άμεση χορήγηση της ενδεικνυόμενης αντιβιοτικής αγωγής. Σε αρνητικό αποτέλεσμα, η λοίμωξη από ΠΣ αποκλείεται, η αιτιολογία είναι πιθανότατα ιογενής και επομένως αντενδείκνυται η χορήγηση αντιβιοτικών.

Για την εργαστηριακή διάγνωση είναι διαθέσιμες μια σειρά από μεθοδολογίες. Οι εξετάσεις αυτές διενεργούνται σε φαρυγγικό δείγμα. Η δειγματοληψία δεν είναι επώδυνη, αλλά ενδέχεται να προκαλέσει αίσθημα αναγούλας.

Θεραπεία

Με την αιτιολογική διάγνωση, ο θεράπων ιατρός θα συνταγογραφήσει το κατάλληλο αντιβιοτικό. Σε έγκαιρη χορήγηση, εντός 48 ωρών από την έναρξη της νόσου, ελαττώνονται η βαρύτητα και η διάρκεια της λοίμωξης, ο κίνδυνος εμφάνισης επιπλοκών και η μετάδοση της λοίμωξης σε άλλους.

Πρόληψη της μετάδοσης

Για την πρόληψη της μετάδοσης συνιστώνται για ενήλικες και παιδιά:

Οδηγίες προς τους γονείς

Ο ΕΟΔΥ έχει κοινοποιήσει στην ιστοσελίδα του οδηγίες προς τους γονείς αναφορικά με την παρακολούθηση της πορείας της λοίμωξης σε παιδιατρικούς ασθενείς. Συνοπτικά, η μη βελτίωση της συμπτωματολογίας ή η επιδείνωσή υπό αντιβιοτική αγωγή σε εύλογο χρονικό διάστημα, αποτελούν κριτήρια άμεσης επικοινωνίας με τον θεράποντα ιατρό, ώστε να αξιολογήσει την εξέλιξη της νόσου.

φωτό: iStock