«Η μύτη είναι το όργανο του αναπνευστικού συστήματος που φιλτράρει, ενυδατώνει και ρυθμίζει τη θερμοκρασία του διερχόμενου αέρα προσφέροντας στον οργανισμό ποιοτικό αέρα και οξυγόνο. Αποβάλλει επίσης το διοξείδιο του άνθρακα μέσω της εκπνοής, ενώ συνεισφέρει και σε άλλες σημαντικές λειτουργίες. Στο εσωτερικό της υπάρχουν περιοχές που είναι υπεύθυνες, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, για την όσφρηση, τη γεύση και την άμυνα του οργανισμού.
Χωρίς τη μύτη, το στόμα δεν θα μπορούσε να γεύεται εξίσου καλά, αφού η «γεύση» είναι ένα μείγμα διαφορετικών αισθήσεων και γι’ αυτό όταν είμαστε μπουκωμένοι το φαγητό μας φαίνεται διαφορετικό και άνοστο. Επίσης, παίζει ρόλο στην ακοή. Ο ρινοφάρυγγας πλαισιώνεται από κάθε πλευρά με τις ευσταχιανές σάλπιγγες, δύο μικρούς σωλήνες/βαλβίδες οι οποίες τον συνδέουν με το μέσο αυτί.
Ο ρινοφάρυγγας γεμίζει το μέσο αυτί με αέρα, εξισώνοντας την πίεση του αέρα σ’ αυτό, διαδικασία που αποτελεί σημαντικό μέρος της σωστής ακοής. Τελευταία δε οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι η αναπνοή μέσω της μύτης συμβάλλει και στην καλή λειτουργία της μνήμης», επισημαίνει ο πλαστικός χειρουργός προσώπου – ΩΡΛ Δρ. Γεώργιος Μοιρέας.
Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα, τα ευρήματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο The Journal of Neuroscience, Σουηδοί ερευνητές εξέτασαν με νέες μεθοδολογίες τη σχέση μεταξύ όσφρησης και μνήμης.
Η μελέτη που διεξήχθη από επιστήμονες στο Karolinska Institutet στη Στοκχόλμη της Σουηδίας, κατέδειξε ότι η αναπνοή μέσω της μύτης, αντί του στόματος, βελτιώνει την οσφρητική μνήμη.
Η ερευνητική ομάδα έδειξε για πρώτη φορά ότι κάποιος θυμάται καλύτερα αυτό που μυρίζει όταν αναπνέει από τη μύτη, δηλαδή όταν η μνήμη σταθεροποιείται -μια διαδικασία που λαμβάνει χώρα μεταξύ της μάθησης και της ανάκτησης της μνήμης. Όπως εξηγούν οι επιστήμονες, προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι οσφρητικοί υποδοχείς του εγκεφάλου μπορούν να συλλέξουν όχι μόνο τη μυρωδιά αλλά και τις μικρές διακυμάνσεις της ροής του αέρα, με διαφορετικά μέρη του εγκεφάλου να ενεργοποιούνται κατά την εισπνοή και την εκπνοή.
Επίσης, επιστήμονες του Northwestern Medicine έχουν ανακαλύψει, επίσης για πρώτη φορά, ότι ο ρυθμός αναπνοής δημιουργεί ηλεκτρική δραστηριότητα στον ανθρώπινο εγκέφαλο που ενισχύει την συναισθηματική κρίση και την ανάκληση της μνήμης, αρκεί η αναπνοή να γίνεται από τη μύτη. Επίσης, στη μελέτη, τα άτομα ήταν σε θέση να εντοπίσουν ένα φοβισμένο πρόσωπο πιο γρήγορα όταν το έβλεπαν κατά τη διάρκεια της εισπνοής, απ’ ότι κατά την εκπνοή. Τα άτομα ήταν επίσης πιο πιθανό να θυμούνται ένα αντικείμενο που όταν τo κοιτούσαν ανέπνεαν από τη μύτη. Η επίδραση αυτή έπαυε όταν η αναπνοή γινόταν από το στόμα.
«Η τεράστια συνεισφορά της ρινικής αναπνοής έχει καταδειχθεί ποικιλοτρόπως από μεγάλο αριθμό μελετών. Ωστόσο, ορισμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να αναπνεύσουν από τη μύτη τους, λόγω λειτουργικών προβλημάτων, όπως π.χ. σκολίωση ρινικού διαφράγματος», σημειώνει ο Δρ. Μοιρέας. Ένα παρεκκλίνων ρινικό διάφραγμα είναι μία από τις πιο συχνές αιτίες αναπνευστικής αδυναμίας από τη μύτη. Αυτό συμβαίνει όταν το τοίχωμα που χωρίζει το αριστερό από το δεξί ρουθούνι είναι στραβό με οποιονδήποτε τρόπο και διαταράσσεται η ομαλή ροή του αέρα. Πρόκειται για ένα πρόβλημα που δημιουργείται κατά την ανάπτυξη του ατόμου ή που προκαλείται από τραυματισμό ή προηγούμενη κακή επέμβαση ρινοπλαστικής ή διαφράγματος.
Διόρθωση διαφράγματος
«Η διόρθωση ενός στραβού ρινικού διαφράγματος γίνεται μόνο με χειρουργική επέμβαση, μετά από την οποία αυξάνεται δραστικά η ποσότητα του αέρα που περνά από την μύτη, εφόσον βέβαια εφαρμοστεί το σωστό χειρουργικό σχέδιο και η επέμβαση γίνει από έμπειρο χειρουργό. Αναπνέοντας πια από τη μύτη ο ασθενής χαίρει των πλεονεκτημάτων που προσφέρει η ρινική αναπνοή, γεύεται και ακούει καλύτερα, αρρωσταίνει λιγότερο, έχει ποιοτικότερο ύπνο και γενικά καλύτερη ποιότητα ζωής, ενώ οι αλλεργικοί προστατεύονται από την είσοδο αλλεργιογόνων στον οργανισμό», μας εξηγεί ο Δρ. Γεώργιος Μοιρέας.
Η πραγματοποίηση μιας λειτουργικής ρινοπλαστικής, για τη διόρθωση του ανατομικού προβλήματος που εμποδίζει τη αναπνοή από τη μύτη, συχνά αποτελεί και αφορμή για διόρθωση άλλων προβλημάτων, όπως το σχήμα, η γωνία ή το μέγεθος της μύτης, που πιθανώς να προκαλούν δυσφορία ή αμηχανία στον ασθενή. Άλλωστε, η αισθητική ρινοπλαστική πραγματοποιείται πλέον με υπερσύγχρονα εργαλεία που σμιλεύουν προσεκτικά τα οστά, χωρίς να κακοποιούνται οι μαλακοί ιστοί, οπότε ο ασθενής δεν υποφέρει από μετεγχειρητικό πόνο και μπορεί να επιστρέψει στις καθημερινές του δραστηριότητες πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι παλαιότερα.