Συνδέεται τελικά η κατανάλωση γλυκαντικών με την άνοια και το εγκεφαλικό;
Όπως σχολιάζουν, «έχοντας εξετάσει την επιστημονική μελέτη των Pase et al., η Διεθνής Ένωση Γλυκαντικών (ISA) υπογραμμίζει ότι πρόκειται για ακόμα μία μελέτη παρατήρησης που δεν παρέχει πειστικά αποδεικτικά στοιχεία και κανένα μηχανισμό για την αιτιώδη σχέση μεταξύ της κατανάλωσης αναψυκτικών διαίτης και δεικτών υγείας που στην προκειμένη περίπτωση είναι το εγκεφαλικό και η άνοια.
Τα ευρήματα αυτής της μελέτης, στην πραγματικότητα, στηρίζονται μόνο σε μια μικρή ομάδα 97 περιστατικών εγκεφαλικού και 81 περιστατικών άνοιας από τους συνολικά 2888 συμμετέχοντες ηλικίας άνω των 45 ετών και τους 1484 συμμετέχοντες ηλικίας άνω των 60 ετών, οι οποίοι και συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση περιστατικών εγκεφαλικού επεισοδίου και άνοιας, αντίστοιχα. Δεδομένου του μικρού αυτού αριθμού, η κατανάλωση αναψυκτικών διαίτης θα μπορούσε να χωριστεί σε τρεις μόνο κατηγορίες, δηλαδή στους «μη καταναλωτές», στους «περιστασιακούς καταναλωτές» (όχι καθημερινή κατανάλωση) και στους «τακτικούς καταναλωτές» (ένα ή περισσότερα αναψυκτικά ανά ημέρα). Η τελευταία κατηγορία περιελάμβανε μόνο 519 άτομα. Αυτό σημαίνει ότι υπήρχαν λιγότερα από 24 περιστατικά εγκεφαλικού επεισοδίου ή άνοιας μεταξύ των τακτικών καταναλωτών αναψυκτικών διαίτης. Επιπλέον, δεν υπήρχε πειστικά αποδεικτική τάση του κινδύνου, δηλαδή ο λόγος επιπτώσεων για ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο ήταν ήδη περίπου 2 φορές αυξημένος μεταξύ των περιστασιακών καταναλωτών αναψυκτικών διαίτης».
Επιπλέον, σχολιάζοντας τα συμπεράσματα της μελέτης, ο Καθηγητής Carlo La Vecchia, του Πανεπιστημίου του Μιλάνο της Ιταλίας, σημειώνει:
«Η σχέση μεταξύ αναψυκτικών διαίτης και εγκεφαλικού επεισοδίου είναι λιγότερο ισχυρή στο τρίτο στατιστικό μοντέλο, στο οποίο έγινε προσαρμογή για επιπλέον καρδιομεταβολικές μεταβλητές που μπορεί να συσχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο. Έτσι, είναι πιθανό να γίνεται υπο-προσαρμογή, το οποίο σημαίνει ότι η πιο ακριβής και/ή έγκυρη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης και των άλλων σχετικών μεταβλητών/καρδιαγγειακών παραγόντων μπορεί να οδηγήσει σε λιγότερο ισχυρή συσχέτιση. Όσον αφορά στην άνοια, στο πληρέστερο μοντέλο 3, δεν υπάρχει σημαντική σχέση με την κατανάλωση αναψυκτικών διαίτης».
Πράγματι, όταν η στατιστική ανάλυση έλαβε υπόψη την ύπαρξη υπέρτασης, η οποία αποτελεί τον μοναδικό τόσο σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση εγκεφαλικού, η σχέση μεταξύ των αναψυκτικών διαίτης και όλων των περιστατικών εγκεφαλικού ήταν ήδη εξασθενημένη. Ομοίως, το μέγεθος της σχέσης των αναψυκτικών διαίτης με την άνοια μειώθηκε περαιτέρω όταν οι ερευνητές έλαβαν υπόψη και την επίδραση του διαβήτη ως πιθανού συγχυτικού παράγοντα. Τέλος, ένας άλλος περιορισμός αυτής της μελέτης είναι η μέθοδος που χρησιμοποιείται για τη συλλογή των δεδομένων της διαιτητικής πρόσληψης (αυτό-αναφερόμενο ερωτηματολόγιο συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων (FFQ)), το οποίο μπορεί να υπόκειται σε σφάλμα που σχετίζεται με τη μνήμη των ερωτώμενων, εισάγοντας έτσι περαιτέρω σφάλματα στα εκτιμώμενα μοντέλα, κάτι το οποίο αναγνωρίζεται άλλωστε από τους ερευνητές.
Ενώ τα ευρήματα της δημοσίευσης των Pase et al. είναι μόνο ευρήματα παρατήρησης, υπάρχει μια αναγνωρισμένη και ισχυρή βάση επιστημονικών στοιχείων από κλινικές μελέτες που αποδεικνύουν ότι ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά και τα αναψυκτικά διαίτης που τα περιέχουν, μπορούν να αποτελέσουν ένα χρήσιμο εργαλείο στη μείωση της ζάχαρης και των θερμίδων, όταν χρησιμοποιούνται στη θέση της ζάχαρης.
Σε μια εποχή στην οποία τα ποσοστά παχυσαρκίας (ενός σημαντικού παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα συμπεριλαμβανομένου του εγκεφαλικού επεισοδίου) και διαβήτη (ενός γνωστού παράγοντα κινδύνου για άνοια) συνεχίζουν να αυξάνονται σε παγκόσμιο επίπεδο, θα ήταν ατυχές και επικίνδυνο από πλευράς δημόσιας υγείας να αποθαρρύνονται οι άνθρωποι από το να χρησιμοποιούν ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά, κάτι που αποτελεί έναν ασφαλή και αποτελεσματικό τρόπο μείωσης και διατήρησης του βάρους, καθώς και διαχείρισης των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα.